Είναι γύρω μας, αλλά δεν τις έχουμε δει ζωγραφισμένες έτσι. Αυτή τη στιγμή εκατοντάδες μικρές και μεγάλες πεταλούδες και οι σκιές τους πεταρίζουν ανάμεσα στα μεταξένια εκθέματα του Μουσείου Μετάξης στο Σουφλί και κυριαρχούν στις αίθουσες του ωραίου αρχοντικού που τους δίνουν ψυχή. Αυτό το αέρινο πέταγμα μιας ανάλαφρης, πολύχρωμης ψυχής είχε κατά νου ο ζωγράφος Απόστολος Χαντζαράς όταν διαμόρφωνε με τους ανθρώπους του μουσείου αυτή την εικαστική πρόταση. Το μουσείο, ένα από τα εννέα θεματικά που δημιούργησε και λειτουργεί το Πολιτιστικό Ιδρυμα Ομίλου Πειραιώς σε όλη την Ελλάδα, έχει ως αντικείμενο τον μεταξοσκώληκα, ο οποίος μεταμορφώνεται μέσα στο κουκούλι του σε πεταλούδα και δραπετεύει αφήνοντας πίσω του την πολύτιμη φυλακή του, που γίνεται μετάξι.
Οι αρχαίοι αποκαλούσαν τις πεταλούδες ψυχές. Τι λέξη κι αυτή. Ψυχή! Πόσα χρώματα, πόσοι μύθοι, πόσες αλληγορίες, πόσο πάθος. Ολα αυτά που υπάρχουν στην τέχνη του ζωγράφου αποτυπώνονται και στο ατελιέ του. Και επιπλέον η ελευθερία της ψυχής. Αυτήν που έχει και ο ζωγράφος. «Εχει μια ελευθερία που μου αρέσει» μου είπε για τον Απόστολο Χαντζαρά ο πολύπειρος Γιώργος Σταθόπουλος. Ομως αυτό το θέμα τον απελευθέρωσε ακόμη πιο πολύ. Οπως λέει και ο ίδιος ο ζωγράφος, το θέμα είναι η αφορμή για να δείξεις τη δική σου ματιά πάνω στα πράγματα. Ομως, ακόμη και ένα λουλούδι έχει κάποιους στοιχειώδης κανόνες που πρέπει να ακολουθήσεις για να το ζωγραφίσεις. Τις πεταλούδες όμως μπορείς να τις κάνεις όπως θέλεις. Κρατάς το βασικό περίγραμμά τους και από εκεί και μετά κανείς δεν θα σου πει γιατί ζωγράφισες έναν έρωτα πάνω στα φτερά της ή γιατί έβαλες αυτό το έντονα πορτοκαλί χρώμα. «Οι πεταλούδες έχουν αυτή την πρόσθετη ομορφιά» λέει ο ζωγράφος. «Μετά τις πρώτες εκατόν πενήντα αισθάνθηκα ότι με απελευθερώνει το θέμα μου».
Για τον Απόστολο Χαντζαρά δεν είναι το θέμα μόνο τι θα κάνεις, αλλά πώς θα το κάνεις. «Ο ζωγράφος», λέει, «όταν ξεκινά να ζωγραφίζει είναι σαν το μικρό παιδί που ξεκινά να περπατήσει. Δηλαδή να μάθει. Να πέσει και να σηκωθεί ξανά. Και εκατό χρόνων ζωγράφος, όταν πιάνει ένα χαρτί, όλες οι δυσκολίες και τα προβλήματα τίθενται ξανά από την αρχή». Και αυτό το αντιμετωπίζει με αδιάκοπα πειράματα. Εξαντλεί τις αντοχές τις δικές του και των υλικών. Το εργαστήριό του είναι μια μικρή βιοτεχνία χειροποίητων εικόνων και μύθων. Αυτό φαίνεται και από τη διάταξη των υλικών πάνω στην ατέρμονη παλέτα του, που είναι συγχρόνως και καβαλέτο, ο πάγκος εργασίας. Το προδίδουν και οι σωροί των σκισμένων χαρτιών, αλλά και οι στοίβες των εικόνων που έχει κρατήσει γιατί έχουν πάνω τους αποτυπωμένο ένα μικρό βήμα.
Και όταν η εικόνα, μετά από πολλά βάσανα, συναντήσει τον μύθο της, τα υλικά θεραπεύουν τις ιδέες και τα έργα αναδύονται με θαυμαστή γρηγοράδα. Ο ζωγράφος τρέχει ακάθεκτος και είναι αδύνατον να επιστρέψει ξανά σε αυτά τα έργα όταν αποφασίσει ότι μπορεί να τα δείξει. «Μετά από τόσες πεταλούδες», λέει, « η ψυχή παίρνει μια άλλη διάσταση. Είναι αθόρυβη, αέρινη, σαν το θείο. Δεν προσδιορίζεται η ψυχή, αλλά της βάλαμε χρώματα»…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ