Οι βόμβες που εξερράγησαν στις Βρυξέλλες ήταν απλώς η τελευταία μιας αλυσίδας τρομοκρατικών επιθέσεων σε μια ήπειρο που έχει αρχίσει να βλέπει τη φρικτή βία σαν τη νέα κανονικότητα. Αυτό το μακελειό πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιό του: οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι δυτικοί σύμμαχοί τους χτυπάνε σκληρά το ISIS στο Ιράκ και στη Συρία. Η οργάνωση των τζιχαντιστών μπορεί να έχει απώλειες σε εδάφη και δυνάμεις. Αλλά εν τω μεταξύ χτυπάει μεταφέροντας τον αγώνα της –και τον αγώνα για υπεροχή ανάμεσα στους τζιχαντιστές –σε παγκόσμια κλίμακα. Η Ευρώπη έχει αναδειχθεί σε βασικό πεδίο μάχης.
Το Ισλαμικό Κράτος έχει χάσει περί το 40% του εδάφους του στο Ιράκ και το 20% στη Συρία από το καλοκαίρι του 2014. Μεγάλες πόλεις όπως το Ραμάντι έχουν ανακτηθεί και η Μοσούλη, η de facto πρωτεύουσα του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ, μπορεί να είναι η επόμενη. Αμερικανοί στρατιωτικοί εκτιμούν ότι η οργάνωση έχει χάσει πάνω από 10.000 μαχητές. Αυτό είναι πλήγμα για τις φιλοδοξίες και τη νομιμότητά της. Το Ισλαμικό Κράτος χτίζει την εικόνα του στην «επιτυχία» –και αν αποτυγχάνει στρατιωτικά στο Ιράκ και στη Συρία, θα πρέπει να κερδίσει νίκες αλλού. Επιθέσεις στο Παρίσι ή στις Βρυξέλλες –ή ίσως τελικά στο Λονδίνο, το οποίο απειλούν τακτικά οι ηγέτες του ISIS –επιτρέπουν στην οργάνωση να ισχυρίζεται ότι μεταφέρει τον αγώνα στους εχθρούς της. Οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες ασφαλείας είναι συγκλονισμένες. Οι τρομοκράτες είναι ελεύθεροι να διασχίσουν τα ανοικτά σύνορα της Ευρώπης, αλλά οι σχέσεις των αρχών ασφαλείας είναι συχνά πολύ πιο περιορισμένες. Οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες συχνά δεν μοιράζονται λίστες υπόπτων και δεν έχουν κοινό σύστημα μεταγραφής αραβικών ονομάτων. Ακόμη και όταν κάνουν πρόοδο, συλλήψεις και ανθρωποκυνηγητά μπορεί να οδηγήσουν σε έξαρση επιθέσεων, καθώς άλλοι τρομοκράτες ζητούν εκδίκηση ή επιταχύνουν τα σχέδιά τους επειδή αισθάνονται ότι σφίγγει ο κλοιός. Μετά τις τελευταίες βομβιστικές επιθέσεις η προσοχή στην τρομοκρατία θα αυξηθεί, όπως και οι πόροι στη διάθεση των υπηρεσιών ασφαλείας, αλλά η συνεργασία είναι πιθανόν να παραμείνει ένα πρόβλημα.
Ακόμη και αν οι τεχνικές δυσλειτουργίες αντιμετωπιστούν, η Ευρώπη αντιμετωπίζει και μια άλλη δυσκολία: την ενσωμάτωση των μουσουλμάνων. Σε όλη την ήπειρο οι μουσουλμάνοι συχνά αισθάνονται αποξενωμένοι από τον ευρύτερο πληθυσμό. Η εμπιστοσύνη στις υπηρεσίες της αστυνομίας και της ασφαλείας είναι ιδιαίτερα χαμηλή.
Η άνοδος ακροδεξιών, ξενοφοβικών πολιτικών δυνάμεων, όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία ή η Εναλλακτική για τη Γερμανία, προφανώς δεν θα βελτιώσει τις σχέσεις ανάμεσα στους ευρωπαίους μουσουλμάνους και στις κυβερνήσεις τους. Καθώς οι σοβινιστικές φωνές γίνονται πιο δυνατές και οι κοινωνίες λιγότερο φιλόξενες, οι μουσουλμανικές κοινότητες αισθάνονται υπό πολιορκία. Το Ισλαμικό Κράτος στρατολογεί αποξενωμένα άτομα με ανοιχτές αγκάλες. Οι τζιχαντιστές γνωρίζουν επίσης ότι οι νέες επιθέσεις ενισχύουν τη ριζοσπαστική Δεξιά σε έναν φαύλο κύκλο αντίδρασης.
Η αναχαίτιση του Ισλαμικού Κράτους στη Μέση Ανατολή είναι απαραίτητη για τη μακροπρόθεσμη επιτυχία, αλλά βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να περιμένουμε ότι οι τζιχαντιστές θα χτυπάνε όπου μπορούν. Δυστυχώς, η δυτική στρατιωτική απάντηση στο Ιράκ και στη Συρία είναι πολύ πιο ελπιδοφόρα από ό,τι οι προσπάθειες για να σταματήσει η τρομοκρατία στην Ευρώπη. Οσο κι αν οι βομβαρδισμοί εναντίον των ηγετών και των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και στη Συρία και η δημιουργία μιας αξιόπιστης αντιπολίτευσης εκεί παραμένουν ζητήματα ζωτικής σημασίας, δυστυχώς η ήττα –ή, πιο ρεαλιστικά, η αποδυνάμωση –του Ισλαμικού Κράτους και των υποστηρικτών του στην Ευρώπη είναι κάτι πολύ πιο περίπλοκο και δύσκολο.
Ο κ. Daniel Byman είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Georgetown των ΗΠΑ και συγγραφέας του βιβλίου «Al Qaeda, the Islamic State, and the Global Jihadist Movement: What Everyone Needs to Know».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ