Αφού πλέον έχουμε τα αποτελέσματα των προκριματικών εκλογών στη Φλόριντα και στο Οχάιο, που ψήφισαν την περασμένη Τρίτη, οι προβλέψεις για το ποιος θα λάβει το χρίσμα του κάθε κόμματος στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ γίνονται πιο ακριβείς, καθώς φαίνονται όλο και πιο ξεκάθαρα οι εκλογικές προτιμήσεις της κάθε δημογραφικής ομάδας.
Στους Ρεπουμπλικανούς _ μετά την παραίτηση του Μάρκο Ρούμπιο _ έχουν μείνει τρεις διεκδικητές του χρίσματος (Ντόναλντ Τραμπ, Τεντ Κρουζ και Τζον Κέισικ). Οι δύο πρώτοι θεωρούνται «ξένοι» προς το κατεστημένο του κόμματος, και με αυτή την ιδιότητα κατάφεραν να συγκεντρώσουν το μεγαλύτερο μέρος των ψήφων. Kέρδισαν την υποστήριξη πολιτειών με τους οπαδούς τους να διαιρούνται με βάση την εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα, τη θρησκεία, το μορφωτικό επίπεδο και το εισόδημα.
Γενικά, οι οπαδοί του Τραμπ, αφού έχουν ως κοινό έδαφος τη δυσαρέσκεια απέναντι στην κυβέρνηση Ομπάμα, προέρχονται από όλες τις δημογραφικές ομάδες. Βέβαια, ο συγκεκριμένος υποψήφιος είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στους λευκούς ψηφοφόρους, τους άνεργους, αυτούς με χαμηλότερα εισοδήματα και χωρίς πτυχίο πανεπιστημίου.
Όμως, η γενικότερη απήχηση του Τραμπ στους Ρεπουμπλικανούς γίνεται εμφανής από τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα, καθώς κατάφερε να εξασφαλίσει την σχετική πλειοψηφία ακόμα και σε πολιτείες που δεν ταίριαζαν με το δημογραφικό «προφίλ» των ψηφοφόρων του. Αναμένεται πως αν συνεχίσει να φέρνει παρόμοια ποσοστά στις ψηφοφορίες που έχουν απομείνει _ πράγμα που δεν θεωρείται καθόλου απίθανο _, θα μπορέσει να εξασφαλίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών.
Όπως είναι αναμενόμενο, οι δηλώσεις του Τραμπ _ κυρίως αυτές για τους Μεξικάνους τους οποίους αποκάλεσε «βιαστές» και «εγκληματίες» _ έστρεψαν τους ισπανόφωνους Ρεπουμπλικανούς ψηφοφόρους εναντίον του. Οι περισσότεροι από αυτούς δήλωναν πως υποστήριζαν τον Ρούμπιο _ ο οποίος όμως παραιτήθηκε από την κούρσα στις 15 Μαρτίου.
Ο Κρουζ είναι επίσης αρκετά δημοφιλής ανάμεσα στους ψηφοφόρους με χαμηλότερα εισοδήματα και χωρίς πτυχίο πανεπιστημίου. Μια σημαντική διαφορά που έχει με τον Τραμπ, είναι ότι χαίρει μεγαλύτερης αποδοχής από τους ευαγγελιστές χριστιανούς _ μιας και είναι εξαιρετικά συντηρητικός.
Η συντηρητική του στάση και η τεράστια προεκλογική εκστρατεία του _ η οποία κοστίζει σχεδόν διπλάσια από αυτή του Τραμπ _ του εξασφάλισαν υψηλά ποσοστά σε Αϊόβα, Άινταχο, Κάνσας, Μέιν, Οκλαχόμα και Τέξας. Έτσι έρχεται δεύτερος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών.
O Κέισικ, με την υποστήριξη του Μιτ Ρόμνεϊ _ υποψήφιου του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις προεδρικές εκλογές του 2012 _ κατάφερε να βγει πρώτος στο Οχάιο. Η νίκη αυτή, αν και δύσκολη, ήταν αναμενόμενη μιας και ο Κέισικ είναι ήδη ο κυβερνήτης αυτής της πολιτείας, η οποία εξάλλου είχε ψηφίσει υπέρ του Ρόμνεϊ τέσσερα χρόνια πριν.
Από την πλευρά των Δημοκρατικών, οι κύριοι παράγοντες που διχάζουν τους ψηφοφόρους ανάμεσα στους δύο επικρατέστερους υποψηφίους (Χίλαρι Κλίντον και Μπέρνι Σάντερς) είναι η ηλικία και το εισόδημα _ ενώ το φύλο φαίνεται πως επηρεάζει σε πολύ μικρότερο βαθμό τις εκλογικές προτιμήσεις.
Ο γερουσιαστής Σάντερς, μιλώντας για «πολιτική επανάσταση» και όντας «ξένος» στο κατεστημένο του κόμματος, προσέλκυσε σε μεγαλύτερο βαθμό τους νεότερους σε ηλικία. Για τους λόγους αυτούς, και επειδή αντίπαλός του είναι η Κλίντον, κέρδισε την υποστήριξη ψηφοφόρων που δεν ανήκουν στο Κόμμα των Δημοκρατικών _ ακριβώς όπως ο Τραμπ προσελκύει ψηφοφόρους που δεν είναι εγγεγραμμένοι Ρεπουμπλικανοί.
Παράλληλα, χάρη στις επιθέσεις του στη Wall Street και την υποστήριξή του προς τη δωρεάν πανεπιστημιακή εκπαίδευση, φαίνεται να κερδίζει υποστήριξη από ανέργους, ψηφοφόρους με χαμηλότερα εισοδήματα και απογοητευμένους με την κυβέρνηση Ομπάμα.
H Κλίντον, μετά από την μεγάλη νίκη της την Τρίτη, έχει μάλλον εξασφαλίσει το χρίσμα, μεγαλώνοντας την απόσταση από τον αντίπαλό της. Αντιπροσωπεύοντας το «παλαιό» πολιτικό σύστημα, κερδίζει ψήφους στις μεγαλύτερες ηλικίες (44+ ετών), ενώ εξασφαλίζει μεγάλη υποστήριξη χάρη στη φήμη της οικογένειας Κλίντον.
Επομένως, όπως αναμενόταν, έχει κερδίσει σε μεγάλο βαθμό την «μαύρη ψήφο», την οποία εξασφάλισε και ο Μπιλ Κλίντον το 1993. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τα θετικά αποτελέσματα που είχε στις νότιες πολιτείες _ οι οποίες έχουν εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό αφροαμερικανών στο εκλογικό τους σώμα. Επιπλέον, όπως φαίνεται από δημοσκόπηση της Washington Post, οι ισπανόφωνοι ψηφοφόροι προτιμούν την Κλίντον έναντι του Σάντερς.



