Ενα από τα δυσκολότερα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα, το Ασφαλιστικό, που στοιχειώνει από τη δεκαετία του 1990 και ταλανίζει την κοινωνία και την οικονομία της χώρας, θα κληθεί να αντιμετωπίσει άμεσα η νέα κυβέρνηση.
Η πλήρης αναμόρφωση του συστήματος αποτελεί μία από τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα μας στο πλαίσιο του τρίτου Μνημονίου, ενώ η νομοθετική πρόταση υπολογίζεται ότι θα έλθει προς ψήφιση στη νέα Βουλή μέσα στον Νοέμβριο.
Ηδη στο υπουργείο Εργασίας συνεδριάζει σε εντατικούς ρυθμούς 12μελής επιτροπή εμπειρογνωμόνων προκειμένου να προετοιμάσει το έδαφος για τις αλλαγές και να επεξεργαστεί προτάσεις προς τη νέα κυβέρνηση.
Η χορήγηση στους μελλοντικούς συνταξιούχους «εθνικής σύνταξης» που θα χρηματοδοτείται από τη γενική φορολογία. Η χορήγηση σύνταξης μόνο σε όσους πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά – περιουσιακά κριτήρια. Η ενοποίηση όλων των Ταμείων σε ένα και η χορήγηση συντάξεων με ανώτατο ποσοστό αναπλήρωσης εγγυημένο από το κράτος 50% και 25% από τυχόν προγράμματα επαγγελματικής ασφάλισης, αυτές είναι μερικές από τις προτάσεις που επεξεργάζεται η επιτροπή.
Η πρόταση του καθηγητή και πρώην διοικητή του ΙΚΑ κ.Μ. Νεκτάριουτην οποία παρουσίασε «Το Βήμα της Κυριακής» προβλέπει την ενοποίηση όλων των Ταμείων –κύριων και επικουρικών –σε ένα, τον διαχωρισμό των ασφαλισμένων σε προ και μετά το 1992 (οι οποίοι θα υπαχθούν υποχρεωτικά στο νέο σύστημα). Οπως και ανώτατο όριο αναπλήρωσης στο 75% του συντάξιμου μισθού, εκ του οποίου το 50% θα είναι εγγυημένο από το κράτος, ενώ το υπόλοιπο 25% θα προέρχεται από προγράμματα επαγγελματικής ασφάλισης.
Η δεύτερη πρόταση παρουσιάστηκε από τον πρώην υπουργό κ. Γ. Kατρούγκαλο με τη συγκρότηση της επιτροπής και προβλέπει ενοποιήσεις Tαμείων, απονομή εθνικής σύνταξης συνδεδεμένης με το όριο της φτώχειας (60% του μέσου εισοδήματος) χωρίς εισοδηματικά κριτήρια και τη συμπλήρωσή της με την ανταποδοτική σύνταξη η οποία διαμορφώνεται με βάση τις εισφορές που θα καταβάλλει κάθε ασφαλισμένος. Η τρίτη πρόταση διατηρεί τον αναδιανεμητικό χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης και στηρίζεται στην εφαρμογή του νόμου Λοβέρδου – Κουτρουμάνη (νόμος 3863/10) σε όλους, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση. Προβλέπει εθνική σύνταξη μετά το 67ο έτος (360 ευρώ) και αναλογική σύνταξη με βάση τις εισφορές ολόκληρου του εργασιακού βίου.
Και η τέταρτη πρόταση προβλέπει τη χορήγηση εθνικής σύνταξης από το κράτος, χρηματοδοτούμενης από τη φορολογία, χωρίς όμως εισοδηματικά κριτήρια. Το σύστημα χρηματοδοτείται από τη γενική φορολογία, ενώ καταργούνται οι ασφαλιστικές εισφορές, γεγονός που εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε αύξηση των φορολογικών εσόδων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ