Η παρακμή φέρνει μαζί της και τη φτώχεια, που παραπέμπει στην υλική στέρηση και την τάση να καθηλώνει το φτωχό στο σκοτάδι, αποστερώντας του το δικαίωμα στο φως της δημόσιας ζωής. ένα αίσθημα που προκαλεί πικρία και ταπείνωση, και παραδίδει τους ανθρώπους βορά στη βιοτική ανάγκη.

Για την κατάσταση αυτή εκδηλώνεται οίκτος, ένα συναίσθημα που γενικεύει, σε αντίθεση με τη συμπόνια που έχει αποδέκτη ένα μοναδικό πρόσωπο, και προκαλεί λύπη, χωρίς να αγγίζει βαθύτερα, είναι μόνο η επιτακτική ανάγκη που μας τραβάει προς τους αδύναμους(Αριστοτέλης: η προϋπόθεση να αισθανθείς οίκτο είναι να αισθανθείς εκτεθειμένος, ο ίδιος ή οι πλησίον σου, σε κάποιο κακό). Ο οίκτος δεν θα υπήρχε χωρίς την παρουσία της δυστυχίας.

Στη χώρα μας η φτώχεια ανθεί και κατά συνέπεια και ο οίκτος για τους ταπεινωμένους. Ποια είναι η πολιτική έκφραση αυτής της κατάστασης; Σύμφωνα με την Χάννα Άρεντ (Για την επανάσταση, Αλεξάνδρεια, 2006), η πολιτική του οίκτου κυριεύεται από την οδύνη των δυστυχισμένων, των φτωχών, των εξαθλιωμένων, των απόκληρων, για να την κάνει πολιτικό επιχείρημα, και, μάλιστα, το κεντρικό πολιτικό επιχείρημα. Περιβεβλημένη τη δοκιμασία της εξαθλίωσης και την έγνοια να την απαλύνει, η πολιτική αυτή μετατρέπει το βασανισμένο λαό σε άξονα του λόγου της, σε διακηρυγμένο κανόνα της πράξης της.

Το να μιλάς για την οδύνη, για την εξαθλίωση, για τη δυστυχία και όχι για την πολιτική ανευθυνότητα, την αδικία ή την ανισότητα, σημαίνει ότι ανοίγεις το δρόμο για μια μεταχείριση που δεν επιτρέπει την πολιτική διαπαιδαγώγηση. Το γεγονός αυτό, υπό την επίδραση των μηχανισμών ενοχοποίησης, μπορεί να οδηγήσει τους ταπεινωμένους να αποδώσουν την ευθύνη στον εαυτό τους, χωρίς να μπορέσουν να αναπαραστήσουν την κατάστασή τους ως άδικη. Όταν μάλιστα οι ταπεινωμένοι στοχοποιούνται από κάποια πολιτική ρητορική, μπορούν να μεταθέσουν σε άλλες κοινωνικές κατηγορίες το άχθος των δικών τους προβλημάτων: στους ξένους, τους μετανάστες,… Έτσι, αιχμάλωτοι σε μια θρυμματισμένη αντίληψη του κοινωνικού κόσμου, βλέπουν την ικανότητά τους για παρέμβαση και συμμετοχή στο δημοκρατικό χώρο να φθίνει…

Η σημερινή κοινωνία είναι ακατάλληλη να αντιληφθεί τις κοινωνικές οδύνες, αφού τα άτομα, ορμώμενα από τον ορθολογικό υπολογισμό των συμφερόντων τους και τη βούληση, ενστερνίζονται το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω».

Για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις χειραφέτησης των ταπεινωμένων σε μελλοντικούς πολίτες, τα ανθρώπινα υποκείμενα έχουν ανάγκη από την τριπλή εμπειρία: ένα συναισθηματικό δέσιμο, μια νομική αναγνώριση και μια κοινωνική εκτίμηση που εδράζεται σε έναν ορίζοντα κοινών αξιών (Μυριάμ Ρεβώ ντ’ Αλλόν., Ο συμπονετικός άνθρωπος, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2013).

Αν ένας από τους παράγοντες αυτούς εκλείψει, τότε το άτομο υφίσταται μια προσβολή που βιώνει ως πλήγμα στην ακεραιότητά του-φυσική ή νομική ή ηθική.

Το χαρακτηριστικό της κοινωνίας μας είναι οι κοινωνικές παθογένειες, αυτές που είναι διαταραχές που φτωχαίνουν ή και καταστρέφουν τις απαραίτητες συνθήκες για να ζήσει κανείς έναν ουσιαστικό βίο…

Ο οίκτος τρέφεται από τη δυστυχία και την έλξη για τους «αδύναμους» και συναρτάται με τη δίψα για εξουσία (: οι υποψήφιοι των πολιτικών εκλογών υιοθετούν συμπονετική στάση στις ομιλίες τους γιατί θέλουν να πείσουν τους εκλογείς να δώσουν την ψήφο τους σ’ αυτόν που τους μοιάζει και όχι σ’ αυτόν που είναι ανώτερός τους).

Σε μια δημοκρατική κοινωνία τίποτε δεν πρέπει να παραχαράσσει την έννοια του λαού-πολίτη και φυσικά και ο οίκτος.

Ο. κ. Χρήστος Β. Μασσαλάς είναι καθηγητής π. Πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

E-mal: cmasalas@cc.uoi.gr