Σε συνθήκες πολιτικής απομόνωσης από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και από τους θεσμούς της Ενωσης και ελπίζοντας σε κάποιες πρωτοβουλίες ώστε να χτιστούν γέφυρες και να επιτευχθεί εν τέλει μία μερική συμφωνία με τους δανειστές, η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει πλέον πολύ λιγότερα από εκείνα που διακήρυττε στις αρχές του έτους.
Με την εκκρεμότητα σε ό,τι αφορά την σύγκλιση μεταξύ της ελληνικής πρότασης και εκείνης των δανειστών, οι οποίες βρέθηκαν στα τραπέζια των συνομιλιών την προηγούμενη εβδομάδα και έχουν απόκλιση της τάξεως των 3 δισ. ευρώ, οι προοπτικές για την επίτευξη μίας συνολικής λύσης εντός των προσεχών, λίγων ημερών φαίνεται πως απομακρύνονται.
Οι διαθέσεις των δανειστών έγιναν σαφείς τις προηγούμενες ημέρες, τόσο με την πρόταση που κατατέθηκε από τις Βρυξέλλες, η οποία απέχει πολύ – ακόμη και σε φιλοσοφία – από τα όσα συζητούνταν με την κυβέρνηση Σαμαρά για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, όσο και από την στάση ευρωπαίων ηγετών, μεταξύ των οποίων και ο μέχρι πρότινος στενότερος «σύμμαχος» του Αλ. Τσίπρα, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος πλέον μοιάζει να έχει ανοίξει μέτωπο με την ελληνική κυβέρνηση και να πιέζει με αυτόν τον τρόπο για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων.
Κοινή πλέον είναι η στάση και του Βερολίνου και της Ουάσιγκτον, με τον πρόεδρο Ομπάμα να μιλά για δύσκολες αποφάσεις που πρέπει να λάβει η Αθήνα και την Ανγκελα Μέρκελ να υπογηραμμίζει ότι ο χρόνος για την επίτευξη συμφωνίας τελειώνει.
Υπό αυτές τις συνθήκες, ρόλο γεφυροποιού φαίνεται πως αναλαμβάνει την ύστατη στιγμή ο καγκελάριος της Αυστρίας Βέρνερ Φάιμαν, ο οποίος τις τελευταίες ημέρες ήταν ο μετριοπαθέστερος στις δηλώσεις του και την Δευτέρα είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πρωθυπουργό, ενώ όπως έγινε γνωστό θα μεταβεί στην Αθήνα στις 16 Ιουνίου.
Τα βλέμματα πλέον στρέφονται στην συνάντηση που έχει προγραμμιστεί για την Τετάρτη, μεταξύ Α. Τσίπρα, Ανγκελα Μέρκελ και Φρανσουά Ολάντ, στο περιθώριο της έκτακτης συνόδου κορυφής στις Βρυξέλλες και ένώ θα έχει προηγηθεί ένας (τελευταίος;) κύκλος συνομιλιών των υπουργών Ν. Παππά και Ευκλ. Τσακαλώτου στην βελγική πρωτεύουσα.
Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες από ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και το κέντρο λήψης αποφάσεων στις Βρυξέλλες, τα περιθώρια για την επίτευξη μίας συμφωνίας όπως την έχει περιγράψει η ελληνική κυβέρνηση είναι εξαιρετικά περιορισμένα.
Σύμφωνα με πηγές που έχουν γνώση των όσων μελετώνται και σχεδιάζονται, το σενάριο που αυτήν την στιγμή κερδίζει έδαφος είναι αυτό της προσωρινής συμφωνίας και σε καμία περίπτωση της τελικής διευθέτησης.
Με βάση αυτές τις πληροφορίες, οι συνομιλίες εστιάζονται πλέον στις δυνατότητες μίας συμφωνίας – γέφυρας, ένα σενάριο που είχε εξεταστεί προ μηνών, όμως είχε εγκαταληφθεί. Οπως αναφέρεται από τις ίδιες πηγές, υπάρχουν πιθανότητες να καταλήξουν κάπου οι συνομιλίες της τρέχουσας περιόδου, με το πιθανότερο αποτέλεσμα να περιγράφεται ως εξής:
Με πιθανότητες που πλησιάζουν την βεβαιότητα, ευρωπαϊκές πηγές εκτιμούν πως εντός του προσεχούς 10ημέρου μπορεί να έχει επιτευχθεί μία συμφωνία. Αυτή όμως δεν θα είναι η συνολική λύση που επιθυμεί και επιδιώκει η Αθήνα, καθώς κάτι τέτοιο δεν θεωρείται πλέον εφικτό εντός του χρονοδιαγράμματος που ορίζεται από την λήξη της παράτασης στις 30 Ιουνίου – κάτι που θα σήμαινε ότι η συμφωνία θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί στος τέλος της τρέχουσας εβδομάδας και στη συνέχεια να δρομολογηθούν οι κοινοβουλευτικές διαδικασίες στην Αθήνα και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Σε αυτό το περιβάλλον η κυρίαρχη εντύπωση στην Ευρώπη είναι πως μία συνολική συμφωνία εντός του καλοκαιριού δεν είναι εφικτή. Αυτό που αναζητείται είναι μία φόρμουλα ώστε να ολοκληρωθεί μερικώς η αξιολόγηση και να προχωρήσει μία «μερική λύση», που θα εξασφαλίζει μερική χρηματοδότηση, επαρκή για τους αμέσως επόμενους μήνες και με κάποιες αποφάσεις και διακανονισμούς για τις δόσεις του Ιουλίου και του Αυγούστου.
Με βάση αυτές τις πληροφορίες, οι συζητήσεις θα πρέπει να ολοκληρωθούν σε αυτή τη φάση το συντομότερο δυνατόν και να επανεκκινήσουν το φθινόπωρο, με αντικείμενο ουσιαστικά το νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης.
Οπως εκτιμάται ευρέως στις Βρυξέλλες και στην Ευρώπη, έπειτα και από την ένταση που επικράτησε τις προηγούμενες ημέρες και τις εκατέρωθεν απορρίψεις των προτάσεων, η όποια προσέγγιση μόνο μικρή μπορεί να είναι.
Υπό τον φόβο δε ότι το οξυμένο κλίμα είναι δυνατόν ή και πιθανόν να οδηγήσει σε ρήξεις, ή πάντως κάποιου είδους «ατυχήματα» καθώς η κατάσταση δεν είναι απολύτως ελεγχόμενη, αυτό που θεωρείται πιθανό είναι η προσωρινή διευθέτηση εκκρεμοτήτων και η απόσυρση «στις γωνίες του ρινγκ».
Το ενδεχόμενο αυτό πάντως δεν αντιμετωπίζεται θετικά στην Αθήνα, καθώς γίνεται πλέον κατανοητό ότι δημιουργεί συνθήκες ομηρίας της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία θα δυσκολευθεί να παρουσιάσει κάποια διαπραγματευτική επιτυχία στο πρώτο εξάμηνο της θητείας της και θα συνεχίσει να τελεί υπό την πίεση της χρηματοδοτικής ασφυξίας.