Το Βήμα – The New York Times

Το σύνθημα των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου το 2008 ήταν «Το Πεκίνο σας Καλωσορίζει». Σήμερα, επτά χρόνια αργότερα, ένα νομοσχέδιο στοχοποιεί τα ξένα ιδρύματα – συμπεριλαμβανομένων πανεπιστημίων, μουσείων, αθλητικών και πολιτιστικών οργανώσεων, επαγγελματικών συνδέσμων και όλων των μη κερδοσκοπικών κοινωνικών οργανώσεων που έχουν ιδρυθεί εκτός της ηπειρωτικής Κίνας. Είναι ξεκάθαρο ότι το Πεκίνο γίνεται λιγότερο φιλικό. Το νομοσχέδιο «Νόμος Διαχείρισης των Ξένων ΜΚO», που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο μήνα, είναι μέρος ενός πακέτου νόμων που περιλαμβάνει αυστηρούς νόμους για την εθνική ασφάλεια και την αντιτρομοκρατία.
Με αυτή τη λίστα μακρόπνοων θεσμοθετημάτων, ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος προφανώς αισθάνεται ότι η εξουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι ευάλωτη σε ιδέες από τον έξω κόσμο, σκοπεύει να γίνει ο πιο σκληρός ηγέτης από την εποχή του Μάο. Αν το νομοσχέδιο για τις ΜΚΟ γίνει νόμος, οι διεθνείς πολιτιστικές, εκπαιδευτικές και τεχνικές ανταλλαγές που είναι τόσο συνηθισμένες και απαραίτητες για την εκπληκτική ανάπτυξη της Κίνας θα σταματήσουν. Κάτω από αυτό το νομοσχέδιο οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις θα πρέπει να λάβουν την έγκριση της υπηρεσίας ασφαλείας της Κίνας προτού ξεκινήσει η δράση τους στη χώρα.
Ο νόμος δεν ορίζει ποια θα είναι αυτή η «δράση» και οι υπηρεσίες ασφαλείας θα είναι ελεύθερες να αποφασίσουν πότε να διακόψουν τα σχέδια μίας οργάνωσης στην Κίνα – και δεν υπάρχει πρόβλεψη για ανεξάρτητη επιθεώρηση των αποφάσεών τους. Οι ρίζες του νομοσχεδίου πάνε πίσω τουλάχιστον δύο χρόνια όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα κυκλοφόρησε ένα εσωτερικό υπόμνημα με τον τίτλο «Έγγραφο νο 9», προειδοποιώντας για τους κινδύνους των δυτικών αξιών και συμβουλεύοντας τα στελέχη να είναι σε επαγρύπνηση απέναντι σε επτά συγκεκριμένες ιδέες, γνωστές ως οι «επτά ακατανόμαστες».
Η λίστα αυτών των ακατονόμαστων ιδεών αποδεικνύει μία δυσπιστία απέναντι στις εξωτερικές επιρροές που έρχεται σε αντίθεση με την ιδέα μίας σύγχρονης Κίνας που χτίζει την ήπια ισχύ της σε όλο τον κόσμο. Μεταξύ των απαγορευμένων θεμάτων ήταν: η δυτική συνταγματική δημοκρατία, οι παγκόσμιες αξίες, η κοινωνία των πολιτών, ο νεοφιλελευθερισμός, τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, η ιστορική άρνηση, και η αμφισβήτηση κινεζικών σλόγκαν όπως «σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά».
Το Έγγραφο 9 επίσης ανέφερε ότι οι «δυτικές αντικινεζικές δυνάμεις και οι εσωτερικοί αντικαθεστωτικοί ακατάπαυστα διεξάγουν ενέργειες διείσδυσης στην ιδεολογική σφαίρα της χώρας μας και προκαλούν την κυρίαρχη ιδεολογία μας» και ότι «δυτικές πρεσβείες, μέσα ενημέρωσης και μη κυβερνητικές οργανώσεις δρουν μέσα στα σύνορά μας με όλων των ειδών τα ονόματα προκειμένου να διαδώσουν τις δυτικές αξίες και να ενθαρρύνουν τις αντικυβερνητικές δυνάμεις». Ο ορισμός για τις ΜΚΟ στο νομοσχέδιο επεκτείνεται για να συμπεριλάβει οποιονδήποτε μη κυβερνητικό, μη κερδοσκοπικό οργανισμό που εδράζεται εκτός της ηπειρωτικής Κίνας, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στο Χονγκ Κονγκ, το Μακάο και τη Ταϊβάν.
Ίσως ο νόμος να εφαρμοζόταν επιλεκτικά μόνο σε εκείνες τις οργανώσεις που θα θεωρούνταν απειλή για την ασφάλεια της Κίνας, αλλά όλες θα λειτουργούσαν υπό τον διαρκή φόβο να κλείσουν ή να τους επιβληθεί πρόστιμο. Ακόμη και μία απλή διάλεξη από έναν καθηγητή του Χάρβαρντ, μία έκθεση τέχνής από το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, μία φιλανθρωπία ή βοήθεια του Ερυθρού Σταυρού σε κάποια φυσική καταστροφή, μία αθλητική διοργάνωση, μία υποτροφία σε κινέζο φοιτητή μπορεί να εμποδιστεί από τον νόμο – αν το γεγονός διενεργείται μέσα στην Κίνα, από ή για λογαριασμό μίας ξένης μη κερδοσκοπικής οργάνωσης. Οι συντάκτες αυτού του νομοσχεδίου δεν καταλαβαίνουν πόσο έχει επωφεληθεί η Κίνα από το άνοιγμά της. Το μόνο που βλέπουν είναι κακόβουλους «ξένους πράκτορες» που παρακινούν την αλλαγή. Θα ήταν λάθος για την Κίνα και άσχημο για τον υπόλοιπο κόσμο, αν η ηγεσία της υποχωρήσει στα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία και πει στον κόσμο ότι ενώ το ξένο κεφάλαιο είναι καλοδεχούμενο στην Κίνα, οι ξένες ιδέες δεν είναι.