Ο «Προσωπικός Φάκελος υπ’ αριθ. 211.764» δόθηκε στη δημοσιότητα από τη βρετανική υπηρεσία αντικατασκοπίας ΜΙ5 το φθινόπωρο του 2014 –δύο χρόνια μετά τον θάνατο του υποκειμένου του, το οποίο ζητούσε επί δεκαετίες να λάβει γνώση του περιεχομένου. Ο φάκελος ανήκε στον διάσημο ιστορικό Ερικ Χόμπσμπαουμ (1917-2012), γνωστό προσκείμενο στην Αριστερά και μέλος επί δεκαετίες του Βρετανικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Στην πραγματικότητα είναι αμφίβολο αν ο ίδιος ο Χόμπσμπαουμ έλπιζε πραγματικά να καταφέρει να τον ξεφυλλίσει: άγραφος κανόνας των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών είναι ότι παρόμοιοι φάκελοι αποχαρακτηρίζονται μερικώς μόνο μεταθανάτια. Αντί για εκείνον, τις πληροφορίες είδε τελικά η αρθρογράφος του «London Review of Books», ιστορικός και δημοσιογράφος Φράνσις Στόνερ Σόντερς.
Η Σόντερς στέκεται αρχικά στο μέγεθος του φακέλου: αν και η περίοδος μετά το 1965 δεν περιλαμβάνεται τηρώντας έναν άλλον κανόνα, αυτόν της πεντηκονταετίας του απορρήτου, η έκταση ξεπερνά τις 1.000 σελίδες. Σε αυτές ο Ερικ Χόμπσμπαουμ περιγράφεται ως οπαδός της «σκληρής γραμμής», «κομμουνιστής Α’ κατηγορίας», παρά το γεγονός ότι η πολιτική του δράση είχε ατονήσει από τη δεκαετία του ’50 και οι σύντροφοι του κόμματος τον χαρακτήριζαν, μεταξύ άλλων, «οπορτουνιστή», «διπρόσωπο», «αναξιόπιστο». Βρισκόταν υπό παρακολούθηση τουλάχιστον ως το 1958 και οι δραστηριότητές του ελέγχονταν, όπως όλες όσων ανήκαν σε μια ενεργή λίστα κομμουνιστών και συνοδοιπόρων τους: θεματοφύλακας αξιών όσο και κρατικών μυστικών, η ΜΙ5 φρόντιζε να κρατούνται μακριά από «ευαίσθητες περιοχές» –το BBC, για παράδειγμα. Και όχι μόνο για θέσεις εργασίας. Οταν το 1953 ο Χόμπσμπαουμ, καθηγητής ήδη στο Κολέγιο Μπίρκμπεκ, έδωσε μια ομιλία στο κρατικό ραδιόφωνο, οι υπεύθυνοι ειδοποιήθηκαν διακριτικά ότι «είχε κομμουνιστικό ιστορικό από το 1936», ενώ το 1960 και το 1962 προέβη σε αντίστοιχες, πιεστικού χαρακτήρα γνωστοποιήσεις προς τη CIA και το FBI προτού ο ακαδημαϊκός εγκατασταθεί στο Στάνφορντ ως επισκέπτης καθηγητής και ταξιδέψει στη Νότια Αμερική υπό την αιγίδα του Ιδρύματος Ροκφέλερ. Στόχος της Σόντερς είναι όμως τελικά να συσχετίσει το προσωπικό με το κοινωνικό. Οι πρακτικές σιωπηρού αποκλεισμού ευρύτερων κατηγοριών (φιλειρηνιστών, μελών συνδικάτων, αντιπάλων του απαρτχάιντ), το φακέλωμα των ομοφυλοφίλων, οι τηλεφωνικές παρακολουθήσεις υπόπτων, το άνοιγμα της αλληλογραφίας τη φέρνουν προ του συμπεράσματος ότι το βρετανικό κυνήγι μαγισσών επί Ψυχρού Πολέμου μόνο σε δημοσιότητα υστερούσε του αμερικανικού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ