H αυριανή συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στην οποία αναμένεται σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις να αποφασίσει την πολυσυζητημένη ποσοτική χαλάρωση, αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη για την Ευρώπη συνολικά, αλλά και για την Ελλάδα ιδιαίτερα.

Είναι ένα πρώτο βήμα, δειλό για πολλούς, με αρκετές αντιδράσεις από την ηγεμονεύουσα γερμανική ελίτ, για να μπορέσουν οι χώρες της ευρωζώνης να απελευθερώσουν πόρους για την πραγματική οικονομία. Ιδιαίτερα για τις χώρες του Νότου που έχουν πληγεί βαρύτατα από την κρίση και έχουν παράλληλα δυσβάστακτο χρέος, η ποσοτική χαλάρωση, αποτελεί ένα όπλο για να μπορέσουν να ανασυντάξουν τις οικονομίες τους, με μεγαλύτερη ασφάλεια από αυτήν που προσφέρουν οι αγορές.

Αυτό το πρώτο σημαντικό βήμα, το οποίο επιδίωκε εδώ και καιρό η Ελλάδα, αντί να αποτελεί την κοινή συνισταμένη όλων των πολιτικών δυνάμεων, έχει εμπλακεί στη μεταξύ τους προεκλογική πολιτική αντιπαράθεση. Αντί να προσπαθούν να διασφαλίσουν ότι η χώρα μας θα βρίσκεται με κάθε δυνατό τρόπο μέσα στο πρόγραμμα, αντί να διεκδικούν τη μεγαλύτερη δυνατή χρηματοδότηση μας από την ΕΚΤ, εξαντλούνται σε ανούσιες και επικίνδυνες συγκρούσεις και εικοτολογίες, προεξοφλώντας ακόμα και τον αποκλεισμό μας, προκειμένου να καταλογίσουν την ευθύνη ο ένας στον άλλο.

Η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ είναι καθοριστικής σημασίας και γιατί θα διασφαλίσει την αναγκαία ρευστότητα, αλλά και γιατί μακροπρόθεσμα διευκολύνει τον επιθυμητό στόχο της ομαλής επανόδου στις αγορές. Οποιοδήποτε άλλο ενδεχόμενο θα αποτελεί στρατηγική ήττα, αφού ουσιαστικά την κατατάσσει σε μέλος β’ κατηγορίας στην ευρωζώνη, με όλες τις πιθανές επιπτώσεις. Είναι υποχρέωση λοιπόν όλων των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, αντί να διαγκωνίζονται σε προεκλογικές επιπολαιότητες, να προσπαθήσουν με όλες τους τις δυνάμεις να διασφαλίσουν ότι η χώρα θα βρίσκεται στο πρόγραμμα που θα εξαγγείλει ο κ. Ντράγκι.

ΤΟ ΒΗΜΑ