Καβάφης αυτοβιογραφούμενος: αυτή είναι η αφορμή για την επιστροφή του Κωνσταντίνου Τζούμα στη σκηνή. Το αποτέλεσμα είναι η παράσταση για τον Αλεξανδρινό, μέσα από μια σύνθεση κειμένων που υπογράφει ο Γιάννης Φαλκώνης. Μια αποχή που συμπλήρωσε εννέα χρόνια, από το 2005 όταν έπαιξε στο «Εγώ δεν…» του Βασίλη Αλεξάκη. Ενδιαμέσως έκανε καθημερινά ραδιόφωνο, έγραψε τρία βιβλία, σαν μια προσωπική τριλογία, και συνέχισε να περπατά μέσα στην πόλη, παρατηρώντας τις αλλαγές και τους ανθρώπους.
Αλήθεια, κύριε Τζούμα, γιατί άλλος ένας Καβάφης;
«Γιατί είναι αυτοβιογραφικός. Είναι μια ματιά μέσα από το αρχείο που ανήκει πια στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών: οι συναναστροφές του, οι επαφές που είχε σε καθημερινή βάση με επιμελητές, δημοσιογράφους, με την επιμελήτρια του περιοδικού που έβγαζε ιδίοις εξόδοις, την εποχή που δεχόταν λυσσαλέα επίθεση από τους ομότεχνούς του, ένας νοητός διάλογος με τον Οσκαρ Ουάιλντ περί σοβαρότητας και ελαφρότητας. Ο Καβάφης κρατούσε ημερολόγιο, αλλά για άλλα θέματα –τα Ελγίνεια, την κρίση που εύστοχα σχολίαζε ότι θα περάσει».
Τι μας συνδέει με τον Καβάφη;
«Αν έχουμε κάτι κοινό με τον Καβάφη, αυτό είναι οι άγονοι έρωτες. Ενα πρόσωπο, ένα βλέμμα, μια ματιά, μια στιγμή: κάτι έμεινε, κάτι μένει. Η ποίησή του επεμβαίνει στην καθημερινότητά μας. Η ποίησή του δεν αναφέρεται στο εδώ και τώρα, στην ωμότητα της σωματικής πράξης. Είναι κάτι που κάποτε συνέβη και τον έχει στοιχειώσει από τότε. Και ίσως να ήταν πλατωνικό…».
Σε τι συνίσταται η παράσταση;
«Πρόκειται για ένα αναλόγιο-παράσταση: περιλαμβάνει επιστολές, αποσπάσματα από βιβλία, ντοκουμέντα, σκέψεις ανθρώπων που τον γνώριζαν, στίχους και ποιήματα δικά του, μια κρυμμένη αλήθεια εδώ, ένα μυστικό κρυμμένο από την άλλη… Και με όλα αυτά τα στοιχεία έγινε η σύνθεση».
Ο Καβάφης είναι πάνω απ’ όλα τα γυαλιά του;
«Είναι ένα στοιχείο κι αυτό, καθοριστικό. Υπάρχουν κι άλλα στοιχεία που δεν ξέρουμε. Επαιζε κομπολόι –με την έννοια του χρόνου που περνάει. Του άρεσε το ουίσκι, του άρεσε να κάνει φάρσες και αστειάκια. Στοιχεία που δεν αναφέρονται στη ζωή των μεγάλων ανδρών. Κι όμως. Υπάρχει αυτή η άλλη πλευρά. Κι εγώ ήθελα πάντα να ξέρω αν το πρόσωπο που βλέπω είναι μόνο αυτό ή και κάτι άλλο. Η αλήθεια είναι κάτι πολύ ομιχλώδες στην τέχνη».
Πώς σας φάνηκε αυτή η πολυετής απουσία από το θέατρο;
«Για μένα προσωπικά δεν ήταν μεγάλη. Αλλωστε ήταν επιλογή. Γιατί κατά βάση δεν με ενδιέφερε να παίζω ρόλους. Δεν έχω σε μεγάλη εκτίμηση τους ήρωες των θεατρικών έργων, με μόνη εξαίρεση τους ήρωες του Μπέκετ –και είχα την τύχη να παίξω στον «Κραπ», στο «Τέλος του παιχνιδιού», στον «Γκοντό». Είναι ο μόνος συγγραφέας που θα ήθελα να συναντήσω και κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι έχω μια εκλεκτική συγγένεια μαζί του».
Εννέα χρόνια μετά τι άλλαξε γύρω μας;
«Ολον αυτόν τον καιρό παρατηρούσα, διάβαζα, έκανα ραδιόφωνο, έγραφα, περπατούσα, ταξίδευα. Δεν άφησα όμως τον εαυτό μου να τον πάρει από κάτω. Θέλω να συνεχίσω να λέω ότι μπορεί να γίνει πιο υποφερτή η ζωή, σε μια χώρα που η καθημερινότητα είναι δρόμος μετ’ εμποδίων. Γιατί ζούμε σε μια χώρα που δεν έχει λύσει απολύτως τίποτα. Κάθε φορά ξεκινάς από το μηδέν. Από τις σχέσεις σου με τους φίλους ως τις επαγγελματικές. Κάποιοι λένε ότι αυτό είναι συναρπαστικό. Δεν νομίζω ότι είναι έτσι».
Πόσο άλλαξαν οι άνθρωποι;
«Δεν μπορεί να διαχειριστεί κανένας την κρίση, και μάλιστα με σύνεση. Προέκυψαν γκροτέσκα πράγματα, εκθαμβωτικές ασχήμιες… Σήμερα πολλοί, ακόμα και άνθρωποι της εξουσίας, ισχυρίζονται ότι είναι αντεξουσιαστές –και ίσως αυτοί να είναι οι χειρότεροι, γιατί δεν είναι αυθεντικοί. Υπάρχουν σήμερα άνθρωποι που είναι γενικώς εναντίον όλων. Κι αυτό είναι το χειρότερο είδος… Δεν μπορείς να κάνεις καμία συζήτηση. Η ανωνυμία του Διαδικτύου έχει επιτρέψει στον καθένα να λέει ό,τι του καπνίσει. Πριν ακουστεί η άλλη άποψη, εμφανίζεται πλέον ένα υπερτροφικό Εγώ. Σπάνια συναντάς σιωπηλούς ανθρώπους που να αφουγκράζονται».
Εχασαν τον στόχο τους;
«Δεν ξέρω… Τόσοι άνθρωποι που λυσσομανάνε για μια πρωτιά, όταν το καταφέρουν, συνειδητοποιούν ότι κρατά λίγο και μετά μετέωροι γκρεμοτσακίζονται… Φαίνεται πως έτσι έπρεπε να γίνει. Πέφτουν διαρκώς μάσκες… Σαν εκείνον που ανακαλύπτει ξαφνικά ότι ο φιλήσυχος γείτονας ήταν βιαστής μικρών κοριτσιών και δολοφόνος. Μπορούσαμε να το είχαμε πάρει χαμπάρι; Ο ευδαιμονισμός μπορεί να σε τυφλώσει».
Ποιο είναι το σημείο εκκίνησης του ελληνικού ευδαιμονισμού;
«Ολα άρχισαν στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Σήμερα το καινούργιο φρούτο είναι τα παιδιά με τα πολλά διπλώματα, που δεν ξέρουν όμως να κάνουν τίποτα. Και τελικά τη δουλειά τη βγάζουν οι άλλοι. Ο ευδαιμονισμός, επειδή κράτησε κάμποσο, απέκτησε βαθιές ρίζες. Αν μάθεις στα πολλά, λες ότι και το σκοτάδι είναι μακριά. Κλείσε τα μάτια σου και θα το συναντήσεις. Είναι τόσο απλό. Ολοι νομίζουν ότι το καλό είναι για πάντα… Φυσικό είναι, αλλά το θέμα είναι να σκέφτεσαι ότι μπορεί και να μη διαρκέσει για πάντα».
Το λέτε εσείς αυτό, που παραπέμπετε σε μια φιγούρα ευδαιμονίας. Ατσαλάκωτος.
«Κάνω ό,τι μπορώ να μη με επηρεάσει η κρίση. Πρέπει να δείχνω αδιάφορος, σαν την αδιαφορία που επιδεικνύει ο ιστορικός απέναντι στα φαινόμενα. Δεν ιδρώνει το αφτί του εύκολα γιατί έχει δει και έχει ακούσει πολλά. Ασυνείδητα. Εμαθα από μικρός να αμύνομαι και να επιβιώνω. Να σνομπάρω τα αισθήματά μου, να μη δίνω μεγάλη σημασία στα σχόλια των άλλων, να αντιπαρέρχομαι ως ωραίος αδιάφορος, όπως με είχε χαρακτηρίσει ο Ταχτσής. Ολοι πρέπει να κάνουμε ό,τι πιο αληθινό διαθέτουμε. «Μήπως κοιμόμουν όταν οι άλλοι υποφέρανε;» αναρωτιόταν ο Γκοντό. Κι εγώ το έχω σκεφθεί αυτό».

«Δεν τους αναγνωρίζω…»

Πώς σας φαίνονται οι έλληνες πολιτικοί σήμερα;

«Κοιτάξτε, ενώ στην τέχνη, στην επιστήμη, στον αθλητισμό έχουμε ορισμένες περιπτώσεις διεθνούς εμβέλειας, στην πολιτική δεν μας έτυχε το ίδιο –περίεργο πράγμα. Δεν ξέρω ποιοι άνθρωποι πάνε εκεί, ή αν το ίδιο το σύστημα το πελατειακό τόσα χρόνια είναι τόσο σάπιο που δεν αφήνει τίποτα. Εχω συναντήσει ανθρώπους που άφησαν τις δεξιοτεχνίες τους και πήγαν να κάνουν πολιτική, και δεν τους αναγνωρίζω… Ηλπιζα, μου είπαν, ότι κάποια πράγματα θα άλλαζαν, ότι θα κατάφερνα να τα αλλάξω… Κάποιους τους πιστεύω. Αλλωστε ο Μπέκετ πάλι λέει: Να αποτύχεις. Να αποτύχεις ξανά. Να αποτύχεις καλύτερα».

πότε & πού:

Θέατρο Τζένη Καρέζη.
Παραστάσεις ως τις 18 Ιουνίου. Στις 21.00

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

«Κ.Π. Καβάφης, Αυτοβιογραφούμενος».
Σύνθεση κειμένων – σκηνοθεσία: Γιάννης Φαλκώνης.
Μουσική: Γιώργος Ψυχογιός.
Τραγούδι: Σπύρος Σακκάς.
Εικαστικό επί σκηνής: Δημήτρης Αληθεινός.
Σκηνικά: Γιάννης Βλάχος.
Φωτισμοί: Θανάσης Σταυρόπουλος – Γ. Φαλκώνης.
Με τον Κωνσταντίνο Τζούμα.
Παίζουν: Κερασία Σαμαρά, Αλέξανδρος Νταβρής, Λευτέρης Τσάτσης

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ