Την ανάγκη αλλαγής της νομοθεσίας προς την κατεύθυνση ενίσχυσης του ανταγωνισμού σημειώνει σε νέα της ανάλυση η Eurobank, υπογραμμίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό δε θα ακυρωθούν στην πράξη οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας.
Όπως επισημαίνουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας σε νέα του ανάλυση, εάν δεν προωθηθούν ρυθμίσεις για την εξάλειψη των περιορισμών στον ανταγωνισμό, περιορίζονται σημαντικά οι πιθανότητες εισόδου νέων επιχειρήσεων στην αγορά και προσφοράς νέων θέσεων εργασίας μεσοπρόθεσμα.
Από την άλλη πλευρά στις βασικές προτεραιότητες της κυβέρνησης περιλαμβάνεται η εξασφάλιση μιας βιώσιμης συμφωνίας για τη διατηρησιμότητα των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2013 χωρίς να υποθηκεύονται οι αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας.
Επιπλέον, θα πρέπει να βρεθεί μία λύση μέσα στο 1ο εξάμηνο του 2014 για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους είτε στο πλαίσιο ενός 3ου Προγράμματος Σταθεροποίησης είτε μέσα στα πλαίσια επιτήρησης που θέτει η νέα δομή της Ευρωζώνης.
Όπως εξηγούν οι οικονομολόγοι της Eurobank, απαιτούνται φορολογικά έσοδα τουλάχιστον 0,5 δισ. ευρώ και αποφυγή εκπλήξεων στις δαπάνες για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 0,4% του ΑΕΠ για το σύνολο του 2013.
Η τράπεζα στην ανάλυσή της αναφέρει τα εξής:
«Διανύουμε ήδη την τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου 2014 χωρίς να έχει διαφανεί στον ορίζοντα συμφωνία για τα ανοιχτά θέματα της τρέχουσας αξιολόγησης που θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί ήδη από τον Δεκέμβρη 2013 σύμφωνα με το 2ο Πρόγραμμα Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας (2ΠΣΕΟ). Η επόμενη κρίσιμη ημερομηνία για την ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης είναι η 17η Φεβρουαρίου 2014 (Eurogroup).
Η δυστοκία στην επίτευξη συμφωνίας (ή ακόμη και στην προοπτική συμφωνίας) για το δημοσιονομικό κενό του 2014, η μη-ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συμπεριλαμβάνονταν στα προαπαιτούμενα για την αξιολόγηση του Δεκεμβρίου 2013 και η ολοένα εντεινόμενη εκλογολογία των τελευταίων εβδομάδων αυξάνουν την αβεβαιότητα για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Η αύξηση της αβεβαιότητας αντικατοπτρίζεται τόσο στην αύξηση του κινδύνου της ελληνικής οικονομίας όπως αυτός μετράται από το περιθώριο (spread) μεταξύ των ελληνικών δεκαετών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων όσο και στην πτώση του Γενικού Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών.
Την 28η Ιανουαρίου 2014 το περιθώριο των ομολόγων ήταν στις 685,6 μβ αυξημένο κατά 106 μβ σε σχέση με το ελάχιστο σημείο του περιθωρίου στις 9 Ιανουαρίου 2014 και 58,0 μβ σε εβδομαδιαία βάση. Επισημαίνουμε εδώ ότι στο πρώτο τεύχος του 2014 θεωρούσαμε ότι με δεδομένη την υπευθυνότητα των εμπλεκόμενων στη διαπραγμάτευση θα εξακολουθήσει να μειώνεται ο κίνδυνος της ελληνικής οικονομίας.
Τότε σημειώσαμε ότι η ελληνική οικονομία βρισκόταν «στην αρχή του τέλους της κρίσης». Αντίθετα, ο διάλογος των τελευταίων ημερών δείχνει πως μεγάλο μέρος των συμμετεχόντων νομίζει ότι βρίσκεται στο τέλος της κρίσης. Το τέλος της κρίσης απέχει πολλά χρόνια ακόμη.
Με δεδομένη την επαλήθευση των προβλέψεων για θετικό ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2014 θα χρειαστούν τουλάχιστον 8 χρόνια από την έναρξη της κρίσης ώστε να ανακτηθεί το κατά κεφαλήν εισόδημα που απωλέσθηκε την περίοδο 2008-2013.
Για να γίνει όμως αυτό απαιτείται η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και συνεπώς η πλήρης εφαρμογή του προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο της ανάλυσης
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο της ανάλυσης



