«Αν στον Ουρανό υπάρχει Παράδεισος, στη Γη είναι το Σουτσόου» έλεγαν για τη «Βενετία της Ανατολής». Και δεν ήταν μόνο οι περίφημοι κήποι που εντυπωσίαζαν τους ταξιδευτές εμπόρους, αλλά και οι πανέμορφες μελιστάλαχτες γυναίκες που έκαναν τον Μάρκο Πόλο να γράφει με ενθουσιασμό για τα αρωματικά λουτρά που έπαιρναν γυμνοί, άνδρες και γυναίκες μαζί.

Τότε το πλούσιο Σουτσόου είχε τείχη μήκους 23 χλμ. και εξωτερική τάφρο γεμάτη νερό, 350 γέφυρες, 12 μεγάλες παγόδες και 50 ιερά. Οι πύλες του είχαν 6 εισόδους: Βορρά-Νότο, δύο στη Δύση και δυο στην Ανατολή. Διασχιζόταν από 6 κανάλια από Βορρά προς Νότο και 14 Ανατολής-Δύσης. Σήμερα η πόλη έχει διατηρήσει την αρχαία ρυμοτομία της, όπου τα πεζοδρόμια είναι παράλληλα στα κανάλια και τα μικρά ασπρισμένα σπίτια βλέπουν μπροστά στο νερό όπου πλέουν μικρά βαρκάκια.

Σίγουρα η μοντέρνα πόλη θα σας αφήσει αδιάφορους. Αφήστε λοιπόν πίσω σας το άχαρο κομμάτι και παρασυρθείτε από τη γοητεία του ιστορικού της κέντρου. Τότε θα περιηγηθείτε τους πανέμορφους κήπους με τα ρομαντικά ονόματα, θα περπατήσετε στα δρομάκια με τις δενδροστοιχίες και τους ποδηλάτες, θα περάσετε πάνω από παλιές γέφυρες για να χαζέψετε τους βαρκάρηδες, θα ανακαλύψετε θησαυρούς από τις κεντήστρες των λεπτεπίλεπτων μεταξωτών και τους καλλιτέχνες των χειροτεχνημάτων.

Οι Κήποι την περίοδο της άνοιξης και του φθινοπώρου
Αν ρωτήσεις κάποιον Κινέζο, σίγουρα θα σου πει ότι οι ομορφότεροι κήποι της Κίνας βρίσκονται στο Σουτσόου. Και ήταν ο βασιλιάς του κρατιδίου Βου που έκτισε πρώτος εδώ έναν βασιλικό κήπο την περίοδο της άνοιξης και του φθινοπώρου (770-476 π.Χ.). Ανάμεσα στους πρώτους ιδιωτικούς κήπους της πόλης ήταν και ο Πιγιάνγκ που κτίστηκε στην πρώιμη περίοδο της δυναστείας Τσιν (317-420).

Ομως οι πιο πετυχημένοι κήποι δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο των Μινγκ (1368-1644) και της τελευταίας δυναστείας Τζινγκ (1644-1911) τότε που το Σουτσόου ήταν κέντρο εμπορίου και πολιτισμού. Λέγεται ότι την περίοδο εκείνη υπήρχαν περισσότεροι από 200 κήποι και αρκετοί βρίσκονται σήμερα σε καλή κατάσταση. Η τέχνη των κινεζικών κήπων σχετίζεται άμεσα με την κινεζική λογοτεχνία και ζωγραφική.

Επηρεάστηκε από τα τοπία ζωγραφικής της δυναστείας Τανγκ (618-907) και Σονγκ (960-1279) και οι κηπουροί-καλλιτέχνες συνδύασαν κουλτούρα και τέχνη. Ετσι, η καλλιγραφία, η ζωγραφική, τα ανάγλυφα, κάθε διακοσμητικό στοιχείο, που συμπλήρωσαν περίπτερα και δάπεδα, διαδρόμους και γεφυράκια, δεν ήταν απλά στολίδια-συμπληρώματα των κήπων, αλλά επιπλέον υπηρέτησαν ιστορικά και πολιτιστικά στοιχεία.

Δημιούργησαν γωνιές ποίησης, ζωγραφικής και φιλοσοφικών αναζητήσεων. Εδωσαν ποιητικά ονόματα στα κτίσματα ώστε ο νους να καλπάσει αφήνοντας το πνεύμα να πλανηθεί σε άλλους ορίζοντες. Ο Ζι Τσενγκ στη μελέτη του για την τέχνη των κήπων στα 1573 γράφει για αρμονία σχημάτων, φυσικά υλικά και πάνω απ’ όλα μυστήριο.

Βεβαίως πρωταρχικό ρόλο κατέχει η αρμονία με τον περιβάλλοντα χώρο, όπου τα περίπτερα με παράθυρα διακοσμημένα με χρωματιστά τζάμια και κορνίζες περίτεχνες που θυμίζουν δαντέλες συνδυάζονται με ταράτσες με θέα σε βράχια, νερά, λουλούδια, δέντρα, δημιουργώντας την εικόνα εξοχής.

Ακόμη και τα δάπεδα στις εσωτερικές αυλές είναι στρωμένα με βότσαλα σε διάφορα χρώματα σε σχέδια λουλουδιών. Οι κήποι υπέστησαν καταστροφές στην επανάσταση του 1870, έγιναν προσπάθειες ανακατασκευής το 1950, ενώ το 1979 δημιουργήθηκε ο Οργανισμός Κήπων Σουτσόου, με σκοπό την ανακατασκευή και προστασία τους. Το 1997 συμπεριελήφθησαν στη λίστα των Μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Η πρωτεύουσα του βασιλιά Χε Λου
Το Σουτσόου βρίσκεται στις όχθες της λίμνης Τάιχου, στα νοτιοανατολικά της επαρχίας Τζιανγκσού. Η πόλη ιδρύθηκε ως πρωτεύουσα του βασιλιά Χε Λου του κρατιδίου Βου το 514 π.Χ. Με την ολοκλήρωση της κατασκευής του Μεγάλου Καναλιού, επί δυναστείας Σούι (589-618) το Σουτσόου βρέθηκε σε στρατηγικό σημείο στον Κίτρινο Ποταμό και έγινε μεγάλο εμπορικό κομβικό σημείο.

Απεσταλμένος του Κουμπλάι Χαν, ο Μάρκο Πόλο περνάει από το Σουτσόου και γράφει στα «Ταξίδια» του: «Οι κάτοικοι είναι ειδωλολάτρες, είναι υποταγμένοι στο Μέγα Χαν και για τις συναλλαγές τους μεταχειρίζονται χαρτονόμισμα. Ζουν από το εμπόριο και τη βιοτεχνία. Παράγουν μετάξι σε μεγάλες ποσότητες και κατασκευάζουν πολλά μεταξωτά υφάσματα. Εδώ υπάρχουν έμποροι πλούσιοι πολύ υπολογίσιμοι. Η πόλη είναι πολύ μεγάλη – φανταστείτε πως η περιφέρειά της είναι κάπου σαράντα μίλια. Οι κάτοικοί της είναι τόσο πολλοί ώστε κανένας ως τώρα δεν μπόρεσε να υπολογίσει τον αριθμό τους. Σε αυτή την πόλη υπάρχουν 6.000 πέτρινες γέφυρες, όπου ένα ή δύο κάτεργα (είδος πλοίου) θα μπορούσαν να περάσουν άνετα κάτωθέ τους. Η πόλη έχει έλεγχο πάνω σε δεκαέξι άλλες πόλεις, όλες μεγάλες και πολυάσχολα κέντρα εμπορίου και βιοτεχνίας. Πρέπει να μάθετε πως το όνομα της Σου-τσάου σημαίνει στη γλώσσα μας «Γη» και μια άλλη πόλη όχι πολύ μακριά λέγεται «Ουρανός». Τους δόθηκαν αυτά τα ονόματα σε αναγνώριση του μεγαλείου τους».

Το Σουτσόου άνοιξε τις πύλες στο διεθνές εμπόριο το 1896 και κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατακτήθηκε από τους Γιαπωνέζους, και στη συνέχεια από το Γκουόμιταγκ του αντιπάλου του Μάο, Τσαγκ Κάι Τσεγκ. Κατά περίεργο τρόπο κατάφερε να διασωθεί από την Πολιτιστική Επανάσταση και έτσι βλέπουμε όλους αυτούς τους Κήπους. Σήμερα στην πόλη ζουν πάνω από 600.000 κάτοικοι που ασχολούνται κυρίως με το εμπόριο.

Ο Κήπος του «ταπεινού αξιωματούχου»
Ο Βανγκ Σιάνσεν ήταν ένας αυτοκρατορικός αξιωματούχος των Μινγκ και λέγεται ότι στα 1500 στάλθηκε να υπηρετήσει στο Σουτσόου. Για πολλούς αυτή η μετάθεση θεωρήθηκε δυσμενής, όμως ο Βανγκ Σιάνσεν αποφάσισε να φτιάξει την κατοικία του μέσα σε έναν τεράστιο κήπο.

Οι κακές γλώσσες είπαν ότι τα χρήματα για τον κήπο εξασφαλίστηκαν από εκβιασμό, ενώ αργότερα είπαν ότι έχασε τον κήπο από ένα χρέος του γιου του στον τζόγο. Ο ιδιωτικός κήπος του αυτοκρατορικού αξιωματούχου δημιουργήθηκε σε μια έκταση 5 εκταρίων, με επίκεντρο μια όμορφη λίμνη. Κτίστηκαν περίπτερα και μικρά νησάκια από μπαμπού που συνδέονται μεταξύ τους με γέφυρες και ανοιχτούς διαδρόμους.

Ο κήπος χωρίζεται σε ανατολικό, μεσαίο και δυτικό τμήμα, και το μεσαίο είναι το ομορφότερο. Η λίμνη είναι γεμάτη από λωτούς και κάθε κτίσμα, που χαρακτηρίζεται από τη ζωγραφική τέχνη της Νότιας Κίνας, έχει ένα ρομαντικό όνομα: η Γέφυρα του Ουράνιου Τόξου, το Ευωδιαστό Νησάκι, ο Αιωρούμενος Διάδρομος, το Περίπτερο του Ηχου της Βροχής, του Αρωματισμένου Χιονιού κ.ά.

Οι θαυμαστοί κήποι της ποίησης
Φύση, αρχιτεκτονική, ποίηση και ζωγραφική εναρμονίστηκαν για να αγαλλιάζει η ψυχή, αντανακλώντας το προσωπικό γούστο του κάθε ιδιοκτήτη. Οι κλασικοί αυτοί κήποι δημιουργήθηκαν την περίοδο ακμής της πόλης, και παρουσιάζουν εθνικά χαρακτηριστικά και καλλιτεχνικά στοιχεία της κινεζικής αρχιτεκτονικής των κήπων. Ποτέ δεν έγιναν βαρετοί καθώς έκρυβαν αυτό το «μυστήριο».

Με βασικά στοιχεία-«κλειδιά» τα βράχια και το νερό, δεν δημιουργήθηκε κήπος χωρίς ναό, περίπτερα, ανάγλυφες παραστάσεις σε βράχους, μικρογραφίες της φύσης με βουνά, ποτάμια και στοιχεία από shan-shui, ή καλλιγραφίες που σήμερα αποτελούν πολύτιμα έργα τέχνης μεγάλης αξίας και ακαδημαϊκής έρευνας. Κάθε εποχή του χρόνου άλλαζε η εικόνα τους καθώς διαφορετικά λουλούδια άνθιζαν, φύλλα κιτρίνιζαν, κλαδιά γυμνώνονταν και κάθε γωνιά ξεδίπλωνε και έναν θρίαμβο της φύσης.

Σήμερα πάνω από είκοσι είναι οι επισκέψιμοι κήποι, και αντανακλούν την αγάπη των κατοίκων της πόλης για τη φύση και την ανάγκη να ομορφύνουν τις ζωές τους. Οι Κινέζοι έρχονται για περίπατο, για να ζωγραφίσουν, να πιουν ένα φλιτζάνι τσάι στο τεϊοποτείο, να ακούσουν μουσική ή ποίηση, ή απλά να διαβάσουν εφημερίδα. Αρκετές φορές γίνονται καλλιτεχνικές εκδηλώσεις με συναυλίες μουσικής και αφήγηση ποιημάτων και παραμυθιών.

Ο Κήπος του Ψαρά ή του «Δεξιοτέχνη των Διχτυών»
Η πρώτη εικόνα του επισκέπτη μόλις εισέλθει στον κήπο είναι τα χαρακτηριστικά κόκκινα κινεζικά φαναράκια που κρέμονται από το ακροκέραμο της στέγης του περιπτέρου του Φεγγαριού. Ο μικρότερος κήπος του Σουτσόου – μόλις το ένα δέκατο συγκριτικά με εκείνον του «Ταπεινού Αξιωματούχου» – δημιουργήθηκε κατά τον 12ο αιώνα από έναν μανδαρίνο που λέγεται ότι στο τέλος της ζωής του έγινε μοναχός εγκαταλείποντας το παλάτι του μαζί με τον κήπο.

Κατά τον 18ο αιώνα αποτέλεσε τμήμα κατοικίας συνταξιούχου αξιωματούχου και ανασυστάθηκε. Λέγεται ότι ο αξιωματούχος αυτός είχε τόσο πολύ απαυδήσει από τη γραφειοκρατία ώστε διαλαλούσε ότι θα προτιμούσε να ήταν καλύτερα ένας απλός ψαράς – εξ ου και το όνομα. Το ανατολικό κομμάτι του κήπου ανήκει στην κατοικία με πλαϊνά δωμάτια με τα φορεία μεταφοράς και τα δωμάτια των υπηρετών, τα δωμάτια υποδοχής επισκεπτών και τα ιδιαίτερα διαμερίσματα της οικογένειας.

Το κεντρικό τμήμα είναι ο κύριος κήπος, ενώ το δυτικό τμήμα αποτελείται από τον εσωτερικό κήπο όπου η αυλή περιλαμβάνει και το περίπτερο μελέτης του τότε ιδιοκτήτη. Το κομμάτι αυτό, μαζί με τα κόκκινα φαναράκια και τα έπιπλα περιόδου Μινγκ, αντιγράφηκε και παρουσιάστηκε στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης το 1981.

Μια αντίστοιχη μικρογραφία με πραγματικά υλικά – όπως βράχια, μετάξι, ακόμη και σπάνια φυτά, δημιουργήθηκε για το Κέντρο Πομπιντού του Παρισιού το 1982. Ο κήπος του Ψαρά με επίσης ποιητικά ονόματα στα κτίσματά του είναι λιγότερο φασαριώδης από πλευράς επισκεπτών συγκριτικά με άλλους, γι’ αυτό και τον προτιμούν αρκετοί σπουδαστές της σχολής Καλών Τεχνών, αλλά και νεαροί καλλιτέχνες που θα συναντήσετε σε απομονωμένες γωνιές να σκιτσάρουν.

Ο Κήπος Λιουγιουάν – της Αιωνιότητας
Στον κήπο, που απέχει περίπου ένα χιλιόμετρο δυτικά από τα τείχη της παλιάς πόλης, θα περπατήσετε σε διαδρόμους με αυλές διαφορετικών μεγεθών που οδηγούν σε όμορφα διακοσμημένα κτίρια, όλα εναρμονισμένα με τη φύση. Καταλαμβάνοντας έκταση 3 εκταρίων, ο Κήπος της Αιωνιότητας ανήκει στους μεγαλύτερους.

Χρονολογείται από τη δυναστεία των Μινγκ και ως εκ θαύματος διασώθηκε από την καταστροφή κατά την επανάσταση των Τάιπινγκ. Ενας σκεπαστός διάδρομος 700 μ., διακοσμημένος με καλλιγραφήματα διάσημων καλλιγράφων, συνδέει τα κυριότερα όμορφα περίπτερα των οποίων τα παράθυρα έχουν τοποθετηθεί προσεκτικά με γνώμονα τη θέα του κήπου που είναι πλούσιος σε βλάστηση.

Και αν διαθέτετε λίγο επιπλέον χρόνο, επισκεφθείτε τον «Κήπο Χουανσιού – Αγκαλιασμένος με την ομορφιά». Πρόκειται για τη Βίλα του Βουνού που είναι διάσημη για τα βράχια του κήπου που μοιάζουν από μακριά με βραχώδη λόφο και περιλαμβάνει επίσης πολλές σπηλιές.

Ο Ναός του Μυστηρίου Χουάν Μιάο Γκουάν
Ο ταοϊστικός ναός του Μυστηρίου δημιουργήθηκε τον 3ο αιώνα κατά τη δυναστεία Τζιν (275-279 μ.Χ.) και είναι αφιερωμένος στις τέσσερις προστάτιδες δυνάμεις του νόμου του ταοϊσμού. Επί δυναστείας Σονγκ (960-1279) επεκτάθηκε αρκετά, ενώ επί Τζινγκ δημιουργήθηκε η αγορά γύρω από τον ναό με πλανόδιους πωλητές που εξυπηρετούσαν κυρίως τους ταξιδιώτες εμπόρους που έρχονταν για ένα προσκύνημα, αλλά και τους μάγους που προέβλεπαν το μέλλον του ταξιδιού.

Η κύρια αίθουσα Σανσίνγκ Ντιάν υποστηρίζεται από 60 κολόνες και μια διπλή στέγη που χρονολογείται από το 1181. Στα χρόνια που ακολούθησαν ο ναός κάηκε και υπέστη σοβαρές καταστροφές ώσπου ξανακτίστηκε το 1811 για να στεγάσει τα αγάλματα των θεοτήτων που χρονολογούνταν από τη δυναστεία Σονγκ.

Κατά την Πολιτιστική Επανάσταση οι Ερυθροφρουροί εγκαταστάθηκαν εκεί και βεβαίως τα κατέστρεψαν ενώ σήμερα έχουν τοποθετηθεί καινούργια αντίγραφα. Αργότερα ο ναός μετετράπη σε βιβλιοθήκη. Γύρω από τον ναό θα βρείτε πολλά καταστήματα με αναμνηστικά, παπουτσάδικα και ραφτάδικα για παραγγελίες έτοιμες σε 24 ώρες, αλλά και χώρους στάθμευσης ποδηλάτων, αν αποφασίσετε να περιηγηθείτε στα αξιοθέατα με ποδήλατο.

Στο εργοστάσιο μετάξης
Από τον 14ο αιώνα η πόλη είχε τη μεγαλύτερη παραγωγή μεταξιού σε όλη τη χώρα. Κατά τον 20ό αιώνα το πρώτο εργοστάσιο κτίστηκε στην πόλη το 1926, και ήταν της εταιρείας WuAi με μετάξι που παρήγαν από μουριές. Αρκετά σήμερα είναι τα εργοστάσια μετάξης και παράγουν είδη σπιτιού – κυρίως παπλώματα και μαξιλάρια από μετάξι -, ένδυσης, υφάσματα, και εξάγουν σε όλον τον κόσμο. Πέρα από τις εγκαταστάσεις του εργοστασίου σχεδόν όλα διαθέτουν και ένα μουσείο το οποίο παρουσιάζει την ιστορία των 5.000 ετών του μεταξιού, την καλλιέργεια του δέντρου της μουριάς, τη διαδικασία παραγωγής της μετάξης, και φυσικά κατάστημα και καφετέρια.

Στην αγορά
Ο κεντρικός δρόμος της πόλης Guanqian Jie με τα γύρω στενά είναι και η δημοφιλέστερη εμπορική ζώνη καθώς εκεί βρίσκονται όχι μόνο τα περισσότερα καταστήματα, αλλά και θέατρα, εστιατόρια, υπαίθρια φαγάδικα, σαλόνια ομορφιάς, δημιουργώντας μια ασταμάτητη δραστηριότητα.

Αγοράστε μεταξωτά κεντήματα, παπλώματα μεταξωτά και υφάσματα μεταξωτά με το μέτρο, πίνακες ζωγραφικής, σύνεργα και πίνακες καλλιγραφίας, μουσικά όργανα, κοσμήματα και διακοσμητικά από ζαντ (θυμηθείτε ότι πρόκειται για πανάκριβη πέτρα και θα πρέπει να προσέξετε να μην πληρώσετε απομιμήσεις). Ξυλόγλυπτα από σανταλόξυλο (προσοχή στα αρωματισμένα με εσάνς ξύλα) αλλά και πήλινα διακοσμητικά.

ΠΡΟΣΒΑΣΗ:
Η οικονομικότερη επιλογή είναι η αεροπορική εταιρεία Emirates που πετά για Σανγκάη μέσω Ντουμπάι – και με τη μικρότερη διάρκεια πτήσης. Αν και υπάρχει εσωτερική πτήση πολύ μικρής διάρκειας για Σουτσόου, είναι προτιμότερο να επιλέξετε λεωφορείο που συνδέει τη Σανγκάη με την πόλη Σουτσόου ή τρένο που κάνει λιγότερο από μία ώρα. Μπορείτε να περιηγηθείτε την πόλη με ποδήλατο, με τα πόδια, αλλά και με τουριστικό πλοιάριο από το ποτάμι.

ΔΙΑΜΟΝΗ:
Το πολυτελές «Crown Plaza Suzhou» (168 Xinggang Str, Suzhou Industrial Park, τηλ.: +86512 6761.6688, www. crowneplaza.com), κοντά στη λίμνη Τζίντζι, είναι σχεδιασμένο ως κρουαζιερόπλοιο, ενώ το ίδιο ναυτικό θέμα κυριαρχεί στην εσωτερική διακόσμηση των δωματίων που βλέπουν στη λίμνη.

Το επίσης πολυτελές «Sheraton Suzhou Hotel & Towers» (259 Xinshi Lu, τηλ.: +86512 6510.3388, www. sheraton.com/suzhou) έχει ενσωματώσει πολλά στοιχεία κινεζικής αρχιτεκτονικής και αρκετά του κτίρια θυμίζουν τα ρομαντικά περίπτερα των Κήπων.

Το «Garden Hotel» (No 99 Daichengqiao Road, Canglang District) βρίσκεται κοντά στον Κήπο του Ψαρά και στον εμπορικό δρόμο. Είναι κτισμένο σε πολυτελές στυλ εξοχικής κινεζικής βίλας με αρχιτεκτονική κήπων με μεγάλα δένδρα και βράχια και αποτέλεσε πρώην κατοικία επιφανών αξιωματούχων της πόλης. Από το 1952 που έγινε ξενοδοχείο φιλοξένησε πολλές προσωπικότητες και αρχηγούς κρατών, όπως τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Τζίμι Κάρτερ, τη Μάργκαρετ Θάτσερ, τον Τσου Εν Λάι κ.ά.

ΦΑΓΗΤΟ:
Στο Σουτσόου επικρατεί η ανατολική κουζίνα της Σανγκάης, που φημίζεται για τις σούπες και τα ψαρικά. Δοκιμάστε σούπα με υδρόβια φυτά της λίμνης Τάιχου, βραστές μεγάλες γαρίδες, χέλι σιγοψημένο, ψάρι καπνιστό και τα τεράστια καβούρια που γίνονται βραστά με σάλτσα σόγιας και πιπερόριζα.

Μάλιστα, ο Μάρκο Πόλο ανέφερε: «Στα γειτονικά βουνά το ραβέντι και η πιπερόριζα φυτρώνουνε μόνα τους και μάλιστα σε τέτοιες ποσότητες ώστε ένα βενέτικο γκροτ θα μπορούσε να αγοράσει 16 κιλά φρέσκια πιπερόριζα εξαιρετικής ποιότητας». Φυσικά θα βρείτε και πάπια πικάντικη ή πάπια με αμύγδαλα, καθώς και χοιρινό με κουκουνάρι.

Σπεσιαλιτέ της περιοχής είναι και το μεθυσμένο κοτόπουλο και το «σιουλόνγκ μπάο» που αποτελείται από μικρά κομματάκια βραστού χοιρινού κρέατος τυλιγμένα σε ζύμη. Ανάλογα με την εποχή θα απολαύσετε φρέσκα λαχανικά, εξωτικά φρούτα, αλλά και παραλίμνιες φράουλες. Με το γεύμα πιείτε όπως οι ντόπιοι τσάι τοπικής παραγωγής, γιασεμί και πράσινο «Biluochun Green».

Διαλέξτε το εστιατόριο με τον περισσότερο κόσμο – αν και θα αργήσετε να σερβιριστείτε σίγουρα είναι καλό, ενώ αν έχει και πολλή φασαρία σημαίνει ότι οι πελάτες είναι πολύ ευχαριστημένοι. Από γλυκά υπάρχουν τουλάχιστον 170 διαφορετικά είδη πάστας και ζαχαρωμένα φρούτα.

Πιο παραδοσιακά τα γλυκά ντάμπλινγκς και οι πάστες με βάση το ρύζι. Το «The Songhelou Restaurant» είναι το παλαιότερο εστιατόριο (1875) και το δημοφιλέστερο. Το όνομά του σημαίνει «γερανός πάνω σε κλαδί πεύκου», που είναι σύμβολο μακροζωίας. Η φήμη λέει ότι ακόμη και ο αυτοκράτορας Τζιανλόνγκ είχε φάει εδώ. Δοκιμάστε τη σπεσιαλιτέ «γλυκόξινο ψάρι μανταρίν», φρέσκες γαρίδες και «τόφου με καβούρι».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ