Το φιάσκο της Κούβας
Εξήντα χρόνια πριν, η απόπειρα της κυβέρνησης Κένεντι να ανατρέψει τον Φιντέλ Κάστρο με την απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων κατέληγε σε παταγώδη αποτυχία, η οποία θα επηρέαζε καθοριστικά το μέλλον της περιοχής.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ανάμεσα σε καλλιστεία για κανίς, ακροβάτες, ιρλανδικές μπαλάντες και κωμικούς μονολόγους, 50 εκατομμύρια αμερικανών τηλεθεατών έκαναν την πρώτη γνωριμία τους με τον Φιντέλ Κάστρο το βράδυ της 11ης Ιανουαρίου 1959. Η συνέντευξη που ο κουβανός ηγέτης είχε παραχωρήσει μόλις δύο ημέρες πριν, λίγες ώρες προτού εισέλθει νικητής στην Αβάνα, στον πασίγνωστο παρουσιαστή της εποχής Εντ Σάλιβαν, ο οποίος είχε σπεύσει επιτόπου, προβλήθηκε στην κυριακάτικη ψυχαγωγική εκπομπή του στο CBS ως χαρακτηριστικό δείγμα γραφής μιας «υπέροχης ομάδας νεαρών επαναστατών». Ο 32χρονος τότε Φιντέλ, με τα σπαστά αγγλικά και τη χακί περιβολή του, έμοιαζε έντιμος και ειλικρινής, η προσωποποίηση μιας νέας αρχής, «ένας άξιος και έξυπνος νέος (…), στην παράδοση του Τζορτζ Ουάσιγκτον», όπως συνόψισε ο Σάλιβαν στο τέλος μιας φιλικής συζήτησης. Σε λιγότερο από δύο χρόνια η ευμενής στάση των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης που αρχικά έβλεπαν τον Κάστρο και τους «μπαρμπούδος» του ως εκφραστές μιας ανανεωτικής γενιάς θα είχε μετατραπεί σε όξος και χολή κατά των γενειοφόρων κομμουνιστών, η συμπάθεια της κοινής γνώμης των ΗΠΑ σε καταδίκη των συνοδοιπόρων της ΕΣΣΔ και ένας εξίσου νέος και δημοφιλής ηγέτης θα ρίσκαρε τις πρώτες εβδομάδες της προεδρίας του για να εκθρέψει μια κουβανική αντεπανάσταση. Πώς συντελέστηκε αυτή η μεταβολή και γιατί πριν από 60 χρόνια, στις 17 Απριλίου 1961, ο Τζον Κένεντι επιχείρησε να ανατρέψει τον Φιντέλ Κάστρο με την αποτυχημένη απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων;
Εν μέρει η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί στην οικονομία, εν μέρει να καταγραφεί ως καταστροφική αποτυχία της CIA. Οταν τον Απρίλιο του 1959 ο Κάστρο επισκεπτόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες, η πολιτική του βρισκόταν ακόμη υπό διαμόρφωση και η δημοτικότητά του στη γείτονα χώρα παρέμενε αμείωτη. Στον σιδηροδρομικό σταθμό Πεν της Νέας Υόρκης ο Φιντέλ βρήκε ένα πλήθος να τον υποδέχεται με ιαχές αντάξιες του Ελβις, έκανε 20 λεπτά για να διανύσει τα 90 μέτρα έως το ξενοδοχείο του όντας απασχολημένος με το να σφίγγει χέρια θαυμαστών, επισκέφθηκε το Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ και τον ζωολογικό κήπο του Μπρονξ, χαριεντίστηκε με μια τίγρη, έφαγε ένα χοτ ντογκ σε δημόσια θέα. Καχύποπτος απέναντί του, ο τότε πρόεδρος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ προτίμησε να αποφύγει τη συνάντηση, ο αντιπρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον όμως τον είδε και τον ζύγισε: «Eχει οπωσδήποτε την ακαθόριστη εκείνη ικανότητα που διακρίνει τους ηγέτες. (…) Είναι είτε εξαιρετικά αφελής ως προς το τι εστί κομμουνισμός είτε πειθαρχημένος κομμουνιστής – θα έλεγα το πρώτο. Διακρίνεται για τις λιγότερο ανεπτυγμένες ιδέες ως προς τη διακυβέρνηση και την οικονομία από κάθε άλλη προσωπικότητα που έχω συναντήσει σε 50 χώρες. (…) Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να προσπαθήσουμε να τον προσανατολίσουμε στη σωστή κατεύθυνση». Για τον Κάστρο ωστόσο η «σωστή κατεύθυνση» αποδείχθηκε ότι περιελάμβανε τον έλεγχο των επιχειρήσεων αμερικανικών συμφερόντων (διυλιστήρια, ξενοδοχεία, καζίνα) που κυριαρχούσαν στην οικονομία της Κούβας. Η κυβέρνηση Αϊζενχάουερ επέβαλε εμπάργκο, ο Κάστρο κρατικοποίησε τα πάντα και στράφηκε προς τη Σοβιετική Ενωση. Ενα ιδεολογικό προγεφύρωμα στην πίσω αυλή της Αμερικής αποτελούσε θεόσταλτο δώρο για τη Μόσχα. Για την Ουάσιγκτον είχε εξελιχθεί απότομα σε αγκάθι που έπρεπε να βγει. Αρμόδια για παρόμοιες εξαγωγές ήταν η CIA.
Η κλιμάκωση
Το 1960 ήταν εκλογική χρονιά. Η εξουδετέρωση μιας κομμουνιστικής απειλής έξω από τις ακτές των ΗΠΑ θα εξασφάλιζε για τους Ρεπουμπλικανούς τη διαδοχή του Αϊζενχάουερ από τον Νίξον. Στις 2 Μαρτίου, όπως γράφει ο Τιμ Γουάινερ στο βραβευμένο με National Book Award βιβλίο του «Legacy of Ashes: The History of the CIA» (στα ελληνικά ως «H Ιστορία της CIA: Ερείπια και στάχτες», εκδ. Γκοβόστη), ο επικεφαλής της CIA Αλεν Ντάλες τούς παρουσίασε μια υπεραισιόδοξη επτασέλιδη έκθεση στρατηγικής ενάντια στην Κούβα. Ο Κάστρο θα ανατρεπόταν χάρη σε ένα κίνημα που θα προετοίμαζαν 60 εκπαιδευμένοι αντικαθεστωτικοί, επιλεγμένοι από το πλήθος των αυτοεξορίστων στις ΗΠΑ, τους οποίους η υπηρεσία θα αποβίβαζε μυστικά στο νησί. Σε 6 έως 8 μήνες από την έναρξη της επιχείρησης η κουβανική κυβέρνηση θα έπεφτε. Ο Αϊζενχαουερ, επισημαίνοντας το αυτονόητο («το χέρι μας δεν πρέπει να φανεί»), έδωσε τις ευλογίες του συνοδεύοντάς τες με κονδύλια ύψους 13,1 εκατ. δολαρίων. Ωστόσο, το πλάνο του Μαρτίου ξεπεράστηκε από τις εξελίξεις του Μαΐου. Η κατάρριψη του κατασκοπευτικού αεροπλάνου U-2 κατά τη διάρκεια υπερπτήσης πάνω από τη Σοβιετική Ενωση και η σύλληψη του πιλότου του, Φράνσις Γκάρι Πάουερς, δημιούργησαν ένα μείζον διπλωματικό γεγονός και μια οδυνηρή ήττα δημοσίων σχέσεων η οποία απαιτούσε άμεσο αντίδοτο. Πεντακόσιοι κουβανοί εξόριστοι στις ΗΠΑ στρατολογήθηκαν και οδηγήθηκαν σε ένα στρατόπεδο στη Γουατεμάλα, πλήρως εξοπλισμένο με αεροδρόμιο και πορνείο, προκειμένου να εκπαιδευθούν σε τακτικές ανταρτοπόλεμου. Σύμφωνα με τον Γουάινερ, οι προετοιμασίες καρκινοβατούσαν και τον Σεπτέμβριο του 1960 ο Νίξον έδωσε εντολή η υπόθεση να πάρει αναβολή για μετά τις προεδρικές εκλογές. Στις 8 Νοεμβρίου 1960, ο Τζον Κένεντι κέρδισε για 112.827 ψήφους, με μία από τις μικρότερες διαφορές στην αμερικανική ιστορία, και κληρονόμησε την καυτή πατάτα.
Εν αγνοία τους η επιχείρηση υπονόμευσης του Κάστρο μέσα από μια σειρά όλο και πιο παρακινδυνευμένων σχεδίων εξελισσόταν σε απόπειρα εισβολής. Οι αποστολές όπλων και εφοδίων σε αντικαθεστωτικούς εντός της Κούβας είχαν καταλήξει στα χέρια του κουβανικού στρατού, κάνοντας τη CIA να υιοθετήσει το plan Β: δύναμη άνω των 1.500 εξορίστων θα αποβιβαζόταν πλήρως εξοπλισμένη στο νησί για να εδραιώσει ένα προγεφύρωμα. Πολύ σύντομα όμως και αυτή η δυνατότητα τέθηκε εν αμφιβόλω. Εσωτερικό υπόμνημα με ημερομηνία 15 Νοεμβρίου 1960 ανέφερε ότι «η δεύτερη επιλογή μας (ένα σώμα 1.500 έως 3.000 ανδρών που θα διασφάλιζε μια ακτή και πεδίο προσγειώσεων) τώρα μοιάζει εξίσου ακατόρθωτη, εκτός αν αποβεί κοινή επέμβαση της Υπηρεσίας και του υπουργείου Αμυνας» – με άλλα λόγια, επίθεση με κανονική συμμετοχή του αμερικανικού στρατού. Οταν όμως ο υπεύθυνος μυστικών επιχειρήσεων Ρίτσαρντ Μπίσελ συνάντησε τον Κένεντι από κοινού με τον Αλεν Ντάλες στις 18 Νοεμβρίου προκειμένου να τον ενημερώσει στο πλαίσιο της πάγιας μετεκλογικής διαδικασίας μετάβασης, του παρουσίασε μια εντελώς ρόδινη εικόνα. Ο Κένεντι θα έλεγε αργότερα ότι ο Ντάλες τον είχε διαβεβαιώσει μέσα στο ίδιο το Οβάλ Γραφείο πως η επιτυχία ήταν εγγυημένη: «Κύριε πρόεδρε, ήμουν ακριβώς εδώ, στο γραφείο του Αϊκ (σ.σ.: Αϊζενχάουερ), όταν του είπα ότι ήμουν βέβαιος για την επιτυχία μας στη Γουατεμάλα και, κύριε πρόεδρε, σας λέω ότι οι προοπτικές γι’ αυτό το σχέδιο είναι ακόμα καλύτερες».
Σε αντίθεση με το πραξικόπημα που ανέτρεψε τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση της Γουατεμάλας το 1954, αυτή τη φορά όχι μόνο κυβέρνηση και CIA δεν βρίσκονταν στο ίδιο μήκος κύματος, αλλά η επικοινωνία μεταξύ τους έπασχε και τα στεγανά είχαν διαρραγεί. Δύσπιστος ως προς τα δεδομένα, ο Κένεντι άργησε να δώσει την έγκρισή του και, όταν το έκανε, εξέφρασε αντιρρήσεις για τη συμμετοχή αμερικανικών βομβαρδιστικών με καλυμμένα διακριτικά που θα εξουδετέρωναν την κουβανική αεροπορία. Στις 7 Απριλίου 1961 οι «New York Times» αποκάλυπταν στην πρώτη τους σελίδα ότι μια εισβολή στην Κούβα αναμενόταν «από στιγμή σε στιγμή» αποσιωπώντας μόνο την εμπλοκή της CIA. Δύο ανώτερα στελέχη της επισκέφθηκαν εσπευσμένα στο σπίτι του τον Ρίτσαρντ Μπίσελ το Σάββατο, 8 Απριλίου, προκειμένου να ζητήσουν τη ματαίωση της επιχείρησης γιατί ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Εκείνος τους επισήμανε ότι ο μηχανισμός είχε ήδη τεθεί σε κίνηση, η απόβαση θα γινόταν στον Κόλπο των Χοίρων σε λίγες ημέρες και υποσχέθηκε ικανή αεροπορική κάλυψη. Επειτα, αδυνατώντας να παρακάμψει την οδηγία του προέδρου, ελάττωσε τον αριθμό των βομβαρδιστικών από 16 σε 8. Στις 15 Απριλίου 1961 τα αμερικανικά Β-26 κατέστρεψαν πέντε μόλις αεροσκάφη αφήνοντας την κουβανική αεροπορία ουσιαστικά άθικτη. Οταν ο υπουργός Εξωτερικών Ντιν Ρασκ και ο επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας Μακ Τζορτζ Μπάντι πληροφορήθηκαν καθυστερημένα την αδέξια υπερασπιστική γραμμή που η CIA είχε εισηγηθεί για το ζήτημα στον μόνιμο αντιπρόσωπο των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Εθνη Αντλάι Στίβενσον (για την αεροπορική επιδρομή, υποτίθεται, ευθυνόταν ένας μόνο κουβανός αποστάτης πιλότος), απαγόρευσαν κάθε άλλη ανάμειξη του αμερικανικού στρατού. Καθηλωμένοι από την υπέρτερη ισχύ των δυνάμεων του Κάστρο στον Κόλπο των Χοίρων, οι 1.511 αντικαθεστωτικοί Κουβανοί που αποβιβάστηκαν στις 17 Απριλίου αντιστάθηκαν για τρεις ημέρες προτού παραδοθούν. Οι απεγνωσμένες εκκλήσεις του αρχηγού τους, Πέπε Σαν Ρομάν, για βοήθεια έμειναν αναπάντητες από τους συνδέσμους τους στη CIA. Εκατοντάδες θεωρείται ότι εκτελέστηκαν μετά τη σύλληψή τους.
Μια ορφανή ήττα
Διεθνώς, η απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων δηλητηρίασε τις σχέσεις Κούβας και ΗΠΑ για δεκαετίες, αύξησε κατακόρυφα τη δυσπιστία της Λατινικής Αμερικής προς τη γειτονική της υπερδύναμη, επιβεβαίωσε τις υποψίες των Ευρωπαίων ότι ο νέος πρόεδρος ήταν άπειρος ως προς τους λεπτούς χειρισμούς που απαιτούσαν οι ισορροπίες του Ψυχρού Πολέμου και θόλωσε την εικόνα του ως δυναμικού νεωτεριστή. Κατέστησε φιλοκαστρικούς, αντικαστρικούς και τη μαφία, που ποτέ δεν ανέκτησε τα χαμένα καζίνα της Κούβας, τόσο εχθρικούς έναντι του Κένεντι, ώστε να συγκαταλέγονται μεταξύ των υπόπτων μιας πιθανής συνωμοσίας πίσω από τη δολοφονία του. Κατέδειξε επίσης την ανεπάρκεια των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών αποκαλύπτοντας γραφειοκρατικούς λαβυρίνθους, θεσμικούς ερασιτεχνισμούς, συστηματικές αστοχίες εκτιμήσεων. «Σε έναν πόλεμο, έναν ψυχρό πόλεμο, αν θέλετε, χρειάζεται μια αμοραλιστική υπηρεσία που να δρα καλυμμένα» κατέθετε ο στρατηγός Γουόλτερ Μπέντελ Σμιθ στις ακροάσεις για την απόδοση ευθυνών. «Η CIA έχει εκτεθεί τόσο στη δημοσιότητα που νομίζω ότι οι μυστικές επιχειρήσεις πρέπει να μετακομίσουν σε άλλη στέγη». «Η νίκη έχει εκατό πατέρες, αλλά η ήττα είναι ορφανή» σχολίασε δηκτικά ο ίδιος ο Κένεντι, προχωρώντας στην απόλυση του Ντάλες και στην ανάθεση της άτυπης επίβλεψης της CIA στον αδελφό του, υπουργό Δικαιοσύνης Ρόμπερτ Κένεντι. Πίσω από την αισιόδοξη εικόνα και τη γοητευτική ρητορική του υπήρχε και η αμφιλεγόμενη όψη του JFK, αυτή των 163 μυστικών επιχειρήσεων που κατά τον Τιμ Γουάινερ ενέκρινε σε λιγότερα από τρία χρόνια διακυβέρνησης. Το 1962 η κρίση των πυραύλων της Κούβας διόρθωσε το τρωθέν προεδρικό προφίλ, το φιάσκο όμως δεν διαγράφηκε. Για δεκαετίες, όπως μαρτυρούν μυθιστορήματα σαν το «Αμερικανικό ταμπλόιντ» του Τζέιμς Ελρόι και το «Φάντασμα της «Πόρνης»» του Νόρμαν Μέιλερ, ταινίες όπως ο «Καθοδηγητής» (2006) του Ρόμπερτ Ντε Νίρο ή στίχοι σαν εκείνους του «We Didn’t Start the Fire» του Μπίλι Τζόελ, η απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων επέμενε να στοιχειώνει πολιτισμικά τη συνείδηση της Αμερικής.

