Κοιτίδα του πολιτισμού και αυτοκρατοριών, η Μέση Ανατολή αποτελεί από αρχαιοτάτων χρόνων το σημαντικότερο σταυροδρόμι ανάμεσα στην Ασία και την Ευρώπη. Είναι μια γειτονιά γεμάτη αντιφάσεις και λυκοφιλίες, σταθερές και ευκαιριακές συμμαχίες, ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο πεδίο ανταγωνισμών, ιδιαίτερα από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν οι ισχυροί της εποχής διαμοίρασαν τα ιμάτια του τούρκου «μεγάλου ασθενούς».

Εκείνη την εποχή η Περσία βρισκόταν ήδη στη βρετανική ζώνη επιρροής και εκμετάλλευσης, με διακριτή από τους Αραβες ιστορία, θρησκευτική και πολιτική ταυτότητα, γεγονός που αποτυπώθηκε στα σύνορα τα οποία σχεδίασαν Βρετανοί, Γάλλοι και Ρώσοι. Τα σύνορα αυτά ισχύουν εν πολλοίς μέχρι σήμερα, με τους πρώην αποικιοκράτες να περιορίζονται σε ρόλους παρατηρητών – ακόμα και κομπάρσων – στον παγκόσμιο ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.

Το πεδίο αναδιατάσσεται έπειτα από τον «Πόλεμο των Δώδεκα Ημερών», όπως περιέγραψε τη σύγκρουση του Ισραήλ με το Ιράν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ σε ρόλο ειρηνοποιού και επιδιαιτητή. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει παραλληλισμός πιο ξεκάθαρος για τους σχεδιασμούς της Ουάσιγκτον στην περιοχή.

Οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί κατά του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος έκλεισαν ένα κεφάλαιο εξίσου σημαντικό με τον «Πόλεμο των Εξι Ημερών», δηλαδή τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1967, στον οποίο το Ισραήλ επικράτησε της Αιγύπτου, της Συρίας και της Ιορδανίας, καταλαμβάνοντας τη Λωρίδα της Γάζας, τα Υψίπεδα του Γκολάν και τη Δυτική Οχθη.

Στον πόλεμο Ισραήλ-Ιράν το ζητούμενο δεν ήταν εδαφικό, αλλά το ξεδόντιασμα του καθεστώτος της Τεχεράνης που διατηρεί στενούς δεσμούς με τη Ρωσία και την Κίνα.

Οι σουνίτες άραβες γείτονες, που διατηρούν – θέλοντας και μη – καλές σχέσεις με το σιιτικό Ιράν, είδαν με τρόμο το βράδυ της περασμένης Δευτέρας τους ιρανικούς πυραύλους μεσαίου βεληνεκούς να αναχαιτίζονται πάνω από το Κατάρ. Παρότι είχε υπάρξει προειδοποίηση από την Τεχεράνη και δεν σημειώθηκαν πλήγματα σε καμία από τις αμερικανικές βάσεις στην ευρύτερη περιοχή, τα καθεστώτα του Κόλπου (από το Κουβέιτ μέχρι τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) εξακολουθούν να ανησυχούν για τη σταθερότητά τους, για τον ρόλο της σιιτικής μειονότητας σε κάθε χώρα, για τον κίνδυνο ενός ντόμινο που θα μπορούσε να τα συμπαρασύρει. Το μέλλον της αποδυναμωμένης Χεζμπολάχ στον Λίβανο, των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη, της εξαγωγής της Ισλαμικής Επανάστασης, θα κριθεί από την επιβίωση ή μη του καθεστώτος των μουλάδων.

Ο Πούτιν επέλεξε να μην ανοίξει τα χαρτιά του

Η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν περιορίστηκε σε εκκλήσεις για αυτοσυγκράτηση, καθώς και σε προσφορά μεσολαβητικών υπηρεσιών που απορρίφθηκαν δημόσια από τον Τραμπ. Παρότι η Μόσχα είχε στηριχτεί στη στρατιωτική βοήθεια από το Ιράν (drones και πυραύλους) για να αντιμετωπίσει την ουκρανική αντεπίθεση, τώρα έσπευσε να διευκρινίσει ότι η διμερής συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας με την Τεχεράνη δεν περιλαμβάνει τη στρατιωτική βοήθεια, διαλύοντας τις όποιες ελπίδες του θεοκρατικού καθεστώτος για δυναμική ρωσική παρέμβαση.

Αποτελεί άραγε η στάση του Κρεμλίνου απόδειξη αδυναμίας μετά και τη στρατηγική ήττα στη Συρία με την πτώση του καθεστώτος Ασαντ; Μήπως ο Πούτιν και ο Τραμπ παζαρεύουν μια «ανταλλαγή οικοπέδων» σε Ουκρανία και Ιράν, που θα περνά από μια συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα με εγγυήσεις ελέγχου;

Ωστόσο αυτό προέβλεπε και η διεθνής συμφωνία από την οποία απέσυρε μονομερώς τις ΗΠΑ ο Τραμπ στην πρώτη θητεία του. Το μοναδικό ιρανικό πυρηνικό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας κατασκευάστηκε στην Μπουσέρ από ρωσικές εταιρείες και παραμένει σε λειτουργία με την επίβλεψη εκατοντάδων ρώσων τεχνικών. Φαίνεται πως ο Πούτιν επέλεξε να μην παίξει τώρα (και να μην κάψει) άλλα χαρτιά.

Οι αποστάσεις του Πεκίνου και το μήνυμα για Ταϊβάν

Ακόμα μεγαλύτερες αποστάσεις από τον πόλεμο κράτησε η Κίνα, η οποία στηρίζει την οικονομική ανάπτυξή της σε μαζικές εισαγωγές φτηνού ιρανικού πετρελαίου. Το 14% του αργού πετρελαίου που εισάγει η Κίνα προέρχεται από τo Ιράν, πάνω από το 50% προέρχεται από τη Μέση Ανατολή. Το Πεκίνο καταδίκασε μεν την επίθεση του Ισραήλ, όμως έδωσε έμφαση στην οικονομική διάσταση και στην ανάγκη να παραμείνουν ανοιχτά τα Στενά του Ορμούζ. Η εξασθένηση των εμπολέμων και η νέα στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ δεν αποτελούν απαραίτητα αρνητικές εξελίξεις για την Κίνα, στον βαθμό που η ίδια παραμένει στο απυρόβλητο και όσο μένουν ανοιχτοί οι δίαυλοι της οικονομικής διείσδυσής της στις χώρες του Κόλπου.

Το Πεκίνο βλέπει την εξωτερική πολιτική «περισσότερο μέσα από έναν φακό στρατηγικού πραγματισμού παρά ιδεολογικής αλληλεγγύης» εκτίμησε στο Al Jazeera η Εβάντζελιν Τσενγκ, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Μεσανατολικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης. Ακόμα και αν η κρίση του Ιράν φανέρωσε τα όρια της κινεζικής δυνατότητας για παρέμβαση, το βέβαιο είναι ότι η Κίνα δεν βιάζεται, ούτε αντιδρά σπασμωδικά. Ωστόσο το αμερικανικό πυραυλικό πλήγμα εναντίον του Ιράν αποτελεί ταυτόχρονα μια προειδοποίηση στο Πεκίνο να κρατήσει τα χέρια του μακριά από την Ταϊβάν. Κατά πόσον αυτό το μήνυμα έγινε αντιληπτό από το Πεκίνο θα το δείξει ο χρόνος.

Γιατί βγαίνει κερδισμένη βραχυπρόθεσμα η Τουρκία

Βραχυπρόθεσμα η Τουρκία βγαίνει κερδισμένη από την κρίση, στον βαθμό που η εξασθένηση του Ιράν ενισχύει περαιτέρω τον δικό της ρόλο ως περιφερειακής δύναμης. Ο βομβαρδισμός όμως των ιρανικών εγκαταστάσεων από τις ΗΠΑ αποτελεί μήνυμα για όλους όσοι έχουν πυρηνικές φιλοδοξίες, ειδικά για εκείνους – όπως η Τουρκία – που στηρίζονται στη Ρωσία για να τις υλοποιήσουν (κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων παραγωγής ενέργειας). Η «οικειότητα» μεταξύ Τραμπ και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα μπορούσε να χαλάσει πολύ γρήγορα εφόσον ο τούρκος πρόεδρος αμφισβητήσει έμπρακτα το μονοπώλιο του Ισραήλ στα πυρηνικά όπλα στη Μέση Ανατολή.

Πάντως βασικό ζητούμενο για τις ΗΠΑ είναι να σταθεροποιηθεί η περιοχή, να αρθούν τα εμπόδια και να λειτουργήσει ο εμπορικός διάδρομος Ινδίας – Μέσης Ανατολής –  Ευρώπης (IMEEC) που θα παρέκαμπτε τη Διώρυγα του Σουέζ και θα λειτουργούσε ως αντίβαρο στην κινεζική Πρωτοβουλία Μία Ζώνη Ενας Δρόμος (BRI) και τα παρακλάδια της.

Σε αυτό το πλαίσιο αναζητείται μια λύση για τη Λωρίδα της Γάζας, τον έλεγχο της οποίας δήλωσε διατεθειμένος να αναλάβει ο Τραμπ για να τη μετατρέψει σε Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής. Οι ΗΠΑ, οι άραβες σύμμαχοί τους και το Ισραήλ καλούνται τώρα να βρουν μια «χρυσή τομή» που – αν και όταν βρεθεί – θα παρουσιαστεί με ανθρωπιστικό  μανδύα, για τη σωτηρία του παλαιστινιακού λαού και την ανοικοδόμηση της περιοχής.

Ως τότε η Γάζα θα συνεχίσει να αιμορραγεί στο όνομα της εξάλειψης της Χαμάς που, με την επίθεσή της στο Ισραήλ την 7η Οκτωβρίου 2023, έβαλε μπουρλότο σε μια περιοχή γεμάτη εύφλεκτα υλικά.