«Ο αθλητισμός μπορεί να αλλάξει τον κόσμο» δήλωνε ο ιστορικός ηγέτης της Νότιας Αφρικής Νέλσον Μαντέλα στις αρχές του 21ου αιώνα. Οχι όμως πάντοτε με θετικό τρόπο, θα σημείωναν έκτοτε οι σκεπτικιστές.

Αντιμέτωπος με τη θλιβερή διαπίστωση για τις αρνητικές προεκτάσεις του αθλητισμού ήλθε ο γάλλος αθλητικογράφος Κριστόφ Γκλεζ, ο οποίος ταξίδεψε στην Αλγερία τον Μάιο του 2024, στο πλαίσιο ρεπορτάζ του για την ποδοσφαιρική ομάδα JSK (Jeunesse Sportive de Kabylie – Αθλητική Νεολαία της Καβυλίας), με έδρα την πόλη Τιζί Ουζού, 100 χλμ. ανατολικά του Αλγερίου.

Ο 36χρονος ρεπόρτερ δεν υπολόγιζε ότι η προ ετών συνάντησή του με παράγοντα του συλλόγου θα του κόστιζε την ελευθερία του και θα έγραφε νέο κεφάλαιο στις ήδη οξυμένες σχέσεις μεταξύ Παρισιού και Αλγερίου. Και αυτό γιατί ο παράγοντας με τον οποίο συναντήθηκε αποτελεί ηγετική φιγούρα του Κινήματος για την Αυτοδιάθεση της Καβυλίας (MAK), που διεκδικεί την απόσχιση της συγκεκριμένης περιοχής από την Αλγερία και την ανεξαρτητοποίησή της. Ο Γκλεζ καταδικάστηκε πρόσφατα σε επταετή φυλάκιση από την αλγερινή Δικαιοσύνη.

Οι Βέρβεροι της Καβυλίας

H Καβυλία είναι πραγματικό bête noire για το αλγερινό καθεστώς, καθώς η παράκτια και βραχώδης ταυτόχρονα περιοχή, που αποτελεί λιγότερο από το 0,5% των εδαφών της Αλγερίας, κατοικείται από την εθνοτική ομάδα των Βερβέρων, η οποία διαφοροποιείται πολιτισμικά από τους αραβικούς πληθυσμούς.

Αντικείμενο πολλαπλών διώξεων σε επίπεδο εθνικής ταυτότητας, οι Βέρβεροι της Αλγερίας εξεγέρθηκαν ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 κόντρα στην πολιτική καταπίεσης που είχε επιβληθεί από το μετα-αποικιακό μονοκομματικό καθεστώς και μεταξύ άλλων περιλάμβανε την απαγόρευση καλλιτεχνικών εκδηλώσεων αλλά και την άρνηση της αναγνώρισης της βερβερικής γλώσσας Ταμαζίγκτ.

Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στην Αλγερία, μεταξύ της κυβέρνησης και ισλαμιστικών ομάδων, που συγκλόνισε τη χώρα και διήρκεσε δέκα χρόνια (από το 1992 έως το 2002), ο πληθυσμός της Καβυλίας τήρησε στάση μαζικής πολιτικής ανυπακοής, με αποκορύφωμα τις μαθητικές κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του 1994 και διήρκεσαν έως και τον Μάιο του 1995. Η σύγκρουση μεταξύ Καβύλων και κεντρικής κυβέρνησης κορυφώθηκε τη «Μαύρη Ανοιξη» του 2001, όταν ο θάνατος μαθήτριας από αστυνομικούς πυροδότησε σειρά πολιτικών διαμαρτυριών που αντιμετωπίστηκαν βίαια από την αστυνομία, με αποτέλεσμα τον θάνατο 126 διαδηλωτών.

Παρότι τελικά η Ταμαζίγκτ αναγνωρίστηκε το 2002 ως εθνική γλώσσα παράλληλα με τα αραβικά, στο πνεύμα μιας λογικής συμπερίληψης που ακολουθήθηκε με το τέλος του εμφυλίου, οι βερβερικοί πληθυσμοί δεν βίωσαν ποτέ πλήρως την ενσωμάτωση. Ως αποτέλεσμα αυτής της αδυναμίας, το 2001 ιδρύθηκε το ΜΑΚ, που μιλάει ανοικτά για την ανεξαρτησία της Καβυλίας και το οποίο η Αλγερία χαρακτηρίζει τρομοκρατική οργάνωση από το 2021.

Διπλωματικό μπρα ντε φερ

Το ζήτημα της αυτοδιάθεσης της Καβυλίας αναδεικνύεται σε ένα από τα πολλά «αγκάθια» στις σχέσεις Αλγερίας και Γαλλίας και εξηγείται σε μεγάλο βαθμό μέσα από την ανάγνωσή τους. Πολύτιμο διευκρινιστικό στοιχείο: το ΜΑΚ έχει ως έδρα του το Παρίσι, γεγονός που επιτρέπει αφενός μια σχετική ασυλία της ηγεσίας του και αφετέρου μια σχετικά εύκολη επαφή με τους κοινοτικούς θεσμούς (η Ευρωβουλή διοργάνωσε πρόσφατα ακρόαση των εκπροσώπων του κινήματος).

Η τωρινή κρίση θα μπορούσε να ιδωθεί ως δικαστική προέκταση της έντασης που εισήγαγε ο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος το 2021 άνοιξε νέες πληγές, δηλώνοντας ότι οι κυβερνώντες της Αλγερίας ξανάγραψαν την ιστορία του αποικισμού της βασισμένη σε «μια ρητορική μίσους κατά της Γαλλίας». Και τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα όταν o γάλλος πρόεδρος διακήρυξε πως στηρίζει το σχέδιο του Μαρόκου, άσπονδου εχθρού της Αλγερίας, για την αυτονομία της Δυτικής Σαχάρας. Το σχέδιο αντίκειται στην πάγια στήριξη που προσφέρει το Αλγέρι στο αποσχιστικό Μέτωπο Πολισάριο, το οποίο διεκδικεί πλήρη ανεξαρτησία.

Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι της σύλληψης του δημοσιογράφου προηγήθηκε η άρνηση των γαλλικών αρχών να εκδώσουν στην Αλγερία το ηγετικό στέλεχος του ΜΑΚ Ακσέλ Μπελαμπασί, ο οποίος κατηγορείται από την αλγερινή Δικαιοσύνη για την ενορχήστρωση των φονικών πυρκαγιών που κατέκαψαν τη χώρα το 2021, στοιχίζοντας 90 ανθρώπινες ζωές. Νωρίτερα, τον Νοέμβριο του 2024, στο «στόχαστρο» του Αλγερίου είχε μπει ο 75χρονος γαλλοαλγερινός συγγραφέας Μπουαλέμ Σανσάλ, που συνελήφθη μετά από συνέντευξή του σε γαλλικό μέσο, στο πλαίσιο της οποίας αμφισβητούσε τα σημερινά σύνορα της Αλγερίας, ισχυριζόμενος πως οικειοποιήθηκε περιοχές που ανήκαν δικαιωματικά στο Μαρόκο.

Η ισραηλινή παράμετρος

Και τα προβλήματα δεν σταματούν εδώ για το Αλγέρι, αφού πέρα από τη διπλωματική και νομική αψιμαχία με τον πάλαι ποτέ αποικιοκρατικό δεσπότη, έχει απέναντί του και το Ισραήλ. Το Τελ Αβίβ διατηρεί εξαιρετικές σχέσεις με την ηγεσία του ΜΑΚ και αναγνωρίζει την Προσωρινή Κυβέρνηση της Καβυλίας. Αντάλλαγμα; Η διαρκής στήριξη των ισραηλινών θέσεων από πλευράς του αποσχιστικού κινήματος, γεγονός που όπως είναι αναμενόμενο τροφοδοτεί την οργή της αλγερινής κυβέρνησης.

Είναι το δεύτερο «μέτωπο» όπου η Αλγερία βρίσκει μπροστά της Ισραήλ, αφού το Μαρόκο όχι μόνο αποκατέστησε διπλωματικές σχέσεις με το Τελ Αβίβ αλλά συνεργάζεται στενά μαζί του και σε στρατιωτικό επίπεδο, εξέλιξη που δημιουργεί εύλογες ανησυχίες στην άλλη πλευρά των συνόρων.

«Χρειαζόμαστε διεθνή υποστήριξη για να πετύχουμε στον αγώνα μας» υποστήριξε ο Φερχάτ Μεχενί, ηγέτης του ΜΑΚ, σε πρόσφατη συνέντευξή του, απαντώντας και σε κατηγορίες για μυστική χρηματοδότηση των ηγετών του κινήματος από το Μαρόκο. «Στηρίχθηκα πάντοτε στην καλοσύνη των ξένων». Αυτή η φράση, προερχόμενη από την ηρωίδα του Τενεσί Γουίλιαμς, Μπλανς Ντιμπουά, φαίνεται να συνοψίζει τη λογική που διέπει το αποσχιστικό κίνημα της Καβυλίας. Ιδια ισχύ ωστόσο έχει και η ρήση του λόρδου Πάλμερστον ότι στη διεθνή πολιτική «δεν υπάρχουν σταθερές φιλίες, μόνο σταθερά συμφέροντα».