Ολα ξεκίνησαν το 1990 σχεδόν τυχαία. Ως τοπικός τότε πολιτικός της συνοικίας Στέγκλιτς-Τσέλεντορφ ο Κρίστιαν Γκόινι, γέννημα-θρέμμα του Βερολίνου, προσκλήθηκε σε ταξίδι στον Σοχό, μικρή πόλη έξω από τη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο αδελφοποίησής του με το Στέγκλιτς.
Ο Χριστιανοδημοκράτης πολιτικός που δεν είχε την Ελλάδα στο ραντάρ των τουριστικών του εξορμήσεων, σε αντίθεση με εκατοντάδες χιλιάδες άλλους συμπατριώτες του, κεραυνοβολήθηκε. «Οι άνθρωποι είχαν αυθορμητισμό, ειλικρίνεια, μια εγκάρδια φιλοξενία που δεν είχα βιώσει μέχρι τότε στη Γερμανία» λέει στο «Βήμα» ανακαλώντας στη μνήμη του τα πρώτα του βιώματα από τον λαό και τη χώρα. «Οταν συναντάς κάποιον στη Γερμανία και του λες “να ξαναβρεθούμε όταν έρθεις στη χώρα μου” δεν το πιστεύεις πάντα, αλλά όταν είσαι στην Ελλάδα και σου λένε “την επόμενη φορά που θα ξαναρθείς, πέρασε να με δεις” το εννοούν, το έχω ζήσει πολλές φορές και το βρίσκω πραγματικά ως έναν πολύ ωραίο τρόπο ανθρώπινης συναναστροφής».
«Να μάθουμε από τα λάθη μας»
Από τότε τα ταξίδια του στον Σοχό αλλά και σε άλλες ελληνικές πόλεις πολλαπλασιάστηκαν, οι φιλίες του στη χώρα εδραιώθηκαν και η Ελλάδα μπήκε βαθιά μέσα στην καρδιά του γερμανού πολιτικού. Από πέρυσι τον Σεπτέμβριο ο Γκόινι, βουλευτής από το 2006 της τοπικής Βουλής του Βερολίνου, είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Γερμανoελληνικών Ενώσεων (VDGG). Πρόκειται για έναν οργανισμό-ομπρέλα που αγκαλιάζει περισσότερες από 34 γερμανοελληνικές ενώσεις στη Γερμανία και την Ελλάδα. Από αυτό το μετερίζι και με όχημα την αγάπη του για ό,τι ελληνικό, εργάζεται για να διαλύσει παρεξηγήσεις, να ενισχύσει συνεργασίες και να θέσει σε άλλη βάση, πιο στέρεη, τις διμερείς σχέσεις που τσαλακώθηκαν την περίοδο της ευρωκρίσης. Ο γερμανός πολιτικός παραδέχεται ότι ελήφθησαν αποφάσεις και επιβλήθηκαν μέτρα στην Ελλάδα που πολλοί σήμερα αναρωτιούνται εάν ήταν σωστά.
Στη μακρά συζήτηση που είχαμε μαζί του, αναφέρει ως παράδειγμα τις ιδιωτικοποιήσεις. «Ζητήσαμε από την Ελλάδα να ξεπουλήσει την περιουσία της σε ξένες κρατικές εταιρείες. Αυτό δεν είναι ιδιωτικοποίηση. Αν ο ιδιοκτήτης δεν είναι το ελληνικό κράτος, αλλά το κινεζικό ή το σουηδικό, αυτό δεν έχει καμία σχέση με τα ιδιωτικά κεφάλαια ή την οικονομία. Απλά ένα κράτος πουλά κάτι σε ένα άλλο κράτος. Πάντα το θεωρούσα λάθος».
Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει είναι ότι «εμείς οι Γερμανοί πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε πόσο δύσκολη ήταν εκείνη η περίοδος για πολλούς Ελληνες, να μάθουμε από τα λάθη μας και να δείξουμε ότι μας ενδιαφέρει μια καλή, φιλική ευρωπαϊκή συνεργασία». Και εδώ είναι ένα κομβικό σημείο. Η εντύπωση, που ορισμένες φορές είναι κάτι περισσότερο από εντύπωση, είναι ότι η Γερμανία κλείνει το ένα μάτι στην Τουρκία, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της ότι είναι η Ελλάδα και όχι η Τουρκία εταίρος της στην ΕΕ. Ο Γκόινι πιστεύει ότι οι στενές σχέσεις του καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και η γνωριμία τους από παλαιότερα, ως μελών της ίδιας πολιτικής οικογένειας στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, θα συμβάλουν στην ποιοτική αναβάθμιση των διμερών σχέσεων.
Ελληνογερμανικές σχέσεις, work in progress
Ελπίζει ότι η διεθνής συγκυρία σε συνδυασμό με την πρόθεση του Μερτς να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην Ευρώπη, σε συνεργασία με εταίρους και συμμάχους, προσφέρει ένα επιπρόσθετο πεδίο συνεργασίας. «Δίνεται άλλη μια ευκαιρία να επικοινωνήσουν μεταξύ τους με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και να αναλάβουν δράση σε διεθνές επίπεδο. Η γερμανική πλευρά έχει συμφέρον να εντάξει στενότερα την Ελλάδα ως στρατηγικό εταίρο της στα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης. Πιστεύω ότι η Ελλάδα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην Ευρώπη από πολιτική, στρατηγική, πολιτιστική και ιστορική άποψη, περισσότερο από ό,τι συχνά αντιλαμβάνεται η Γερμανία» υποστηρίζει ο Χριστιανοδημοκράτης πολιτικός.
Ωστόσο η καλή «χημεία» μεταξύ των δύο πολιτικών δεν αρκεί. Το σκοτεινό κεφάλαιο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συνεχίζει να βαραίνει στη συλλογική μνήμη και περιορίζει το οπτικό πεδίο πρόσληψης της σύγχρονης Γερμανίας και των σημερινών Γερμανών. Βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Ελλάδα με τη σβάστικα στο εξώφυλλο αδικεί κατάφωρα αυτό που είναι σήμερα η Γερμανία, μια χώρα με συνείδηση του ιστορικού της χρέους. Ο λαϊκισμός δεν βοηθά. Μήπως άραγε Ελληνες και Γερμανοί θα πρέπει να ξανασυστηθούμε;
Ο Κρίστιαν Γκόινι συμφωνεί ότι οι ελληνογερμανικές σχέσεις είναι work in progress. «Οι νέοι δεν έχουν βιώσει οι ίδιοι συγκεκριμένες ιστορικές εμπειρίες, τις έχουν ακούσει από τους γονείς και τους παππούδες τους και βλέπουν τα πράγματα με διαφορετικό μάτι. Ο διάλογος είναι καθήκον μας, ειδικά όταν κοιτάζουμε την ευθύνη της Γερμανίας για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν στην Ελλάδα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αρα πρέπει να γνωριστούμε καλύτερα και να κατανοήσουμε περισσότερο ο ένας τον άλλον, να μην αποσιωπούμε την ιστορία, αλλά να χτίσουμε πάνω της, να κοιτάξουμε προς το μέλλον και να σκεφτούμε πώς μπορούμε να αποτρέψουμε την επανεμφάνιση προκαταλήψεων, μίσους και επιθετικότητας, ειδικά στη νέα γενιά».
16η Σεπτεμβρίου, ημέρα ελληνογερμανικής φιλίας
Σε αυτό το συναρπαστικό ταξίδι «επαναγνωριμίας», ο Γκόινι διαδραματίζει κομβικό ρόλο. Η προσφορά του είναι μεγάλη και φάνηκε από τη θερμότατη υποδοχή που του επεφύλαξαν Ελληνες και Γερμανοί στη διημερίδα του Συνδέσμου Γερμανoελληνικών Ενώσεων, που πραγματοποιήθηκε τις προάλλες στην Αθήνα στην έδρα του Συλλόγου «Φιλαδέλφεια». Ο Σύλλογος, που ιδρύθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1837 από Βαυαρούς, αποτελεί εργαστήρι οικοδόμησης των νέων σχέσεων με προσανατολισμό το μέλλον. Σε αυτό συμβάλλει καθοριστικά και η γερμανική πρεσβεία στην Αθήνα υπό τον ελληνομαθή πρέσβη Αντρέας Κιντλ. Με πρωτοβουλία του προέδρου του «Φιλαδέλφεια» Βάλεντιν Σνάιντερ ορίστηκε η 16η Σεπτεμβρίου ημέρα των ελληνογερμανικών σχέσεων. Για να αναδειχθεί καλύτερα η παραδοσιακή φιλία και να γίνει πιο ορατή και στις δύο χώρες.
Ο Γκόινι διατηρεί στενούς δεσμούς και με την εξωστρεφή ελληνική κοινότητα του Βερολίνου και καταβάλλει προσπάθειες για να διατηρηθεί η στέγη της κοντά στον Ελληνορθόδοξο Ναό Ανάληψης του Κυρίου. Θα συνεχίσει με μεγαλύτερο ζήλο τις επισκέψεις του στην Ελλάδα για να αναδείξει την αξία της συνεργασίας στην πολιτική, στην οικονομία, στην κοινωνία, στην τοπική αυτοδιοίκηση αλλά και στη νεολαία. «Πρέπει να ξεφύγουμε από το TikTok και τα άλλα μέσα, όπου οι άνθρωποι ανταλλάσσουν προσβολές και βρισιές, και να μάθουμε ξανά να μιλάμε και να συζητάμε μεταξύ μας στην πραγματική ζωή. Κι αυτός είναι ίσως ένας ακόμη λόγος για να έρχομαι πιο συχνά στην Ελλάδα».






