Το 2018 φεύγει αφήνοντας πολλά μεγάλα θέματα ανοιχτά για το 2019. Τη χρονιά αυτή όχι μόνο δεν λύθηκε κανένα παγκόσμιο ζήτημα αλλά δημιουργήθηκαν και καινούργια. Παράδειγμα το Brexit, στο οποίο, αν όλα είχαν εξελιχθεί κανονικά, σήμερα θα υπήρχε μια συμφωνία για την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ ψηφισμένη από τη βρετανική Βουλή. Αντίθετα, όχι μόνο δεν συνέβη αυτό, αλλά και όλα τα ενδεχόμενα είναι πλέον ανοιχτά σε μια Βρετανία πιο ασταθή και απρόβλεπτη από ποτέ. Ασταθής και απρόβλεπτος και ο Ντόναλντ Τραμπ, «ανακάτεψε» σε αρκετές περιπτώσεις τη Μέση Ανατολή – π.χ. με την αιφνίδια απόσυρση των αμερικανών στρατιωτών από τη Συρία και την εμμονική υποστήριξή του προς τον διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας, τον επίσης απρόβλεπτο και ανεξέλεγκτο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Ούτε καν το θέμα των πυρηνικών της Βόρειας Κορέας δεν είναι βέβαιο ότι βαίνει ομαλά. Ο αμερικανός πρόεδρος, μετά την παραίτηση του υπουργού Αμυνας Τζιμ Μάτις, του τελευταίου «ενηλίκου» της κυβέρνησης, έχει μείνει τελείως ανεξέλεγκτος, γεγονός που δεν αποτελεί καλό οιωνό για το 2019.

Στην Ευρώπη, η άνοδος των λαϊκιστών και οι ευρωεκλογές αποτελούν τα σοβαρότερα ανοιχτά ζητήματα. Οι κάλπες στις εκλογικές αναμετρήσεις του 2019 (γενικές εκλογές σε Βέλγιο, Δανία, Φινλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, ενδεχομένως και Ισπανία, για να αναφέρουμε μόνο μερικές) μπορεί να κρύβουν δυσάρεστες εκπλήξεις, όπως συνηθίζουν τα τελευταία χρόνια.

Ούτε στα κρίσιμα παγκόσμια ζητήματα, όπως η κλιματική αλλαγή και η μετανάστευση, δεν υπήρξε πρόοδος το 2018. Πραγματοποιήθηκαν παγκόσμιες διασκέψεις αλλά καμία δεσμευτική συμφωνία και τα ζητήματα παραμένουν ανοιχτά το 2019.

Brexit
Μεταξύ «No Deal» και νέου δημοψηφίσματος

Αν και κανένας δεν το ομολογεί ακόμη ανοιχτά, οι επιλογές γύρω από το Brexit είναι δύο: η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ χωρίς συμφωνία (No Deal) ή ένα δεύτερο δημοψήφισμα. Η νέα χρονιά βρίσκει τη βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι να παριστάνει ότι υπάρχει μόνο η πρώτη επιλογή – καθώς είναι πλέον βέβαιο ότι η συμφωνία αποχώρησης της Βρετανίας που διαπραγματεύθηκε με την ΕΕ δεν αρέσει σε κανέναν και δεν πρόκειται να περάσει από τη Βουλή την εβδομάδα που ξεκινάει στις 14 Ιανουαρίου (όταν θα αρχίσει η αναβληθείσα συζήτηση για το Brexit).

Η περίπτωση ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, που επί καιρό θεωρούνταν ουτοπική, κερδίζει έδαφος, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση ετοιμάζεται για ένα Brexit χωρίς συμφωνία – ήδη διαθέτει 4 δισ. δολάρια για τα απαραίτητα μέτρα αντιμετώπισης των προβλημάτων που θα προκύψουν από την απότομη αποκοπή της χώρας από την ΕΕ, κυρίως στις συγκοινωνίες και στην τροφοδοσία. Εντατικά προετοιμάζεται πλέον και η ΕΕ για ένα Brexit χωρίς συμφωνία.

Αν και επισήμως κανένας δεν έχει βάλει το δεύτερο δημοψήφισμα στο τραπέζι, ο βρετανικός Τύπος αποκαλύπτει ότι παρασκηνιακά γίνονται διαβουλεύσεις τόσο στο Συντηρητικό όσο και στο Εργατικό Κόμμα ανάμεσα σε βουλευτές που είναι υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ για να δουν αν υπάρχει πλειοψηφία που θα το υποστήριζε στη Βουλή.

Ολα θα παιχθούν στη συζήτηση που θα ξεκινήσει την εβδομάδα από 14 Ιανουαρίου, όταν οι βουλευτές θα κληθούν να ψηφίσουν είτε τη συμφωνία που διαπραγματεύθηκε η Μέι με την ΕΕ είτε το «No Deal». Οσοι βουλευτές είναι υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ ελπίζουν ότι θα προσθέσουν και μια τρίτη επιλογή, το δημοψήφισμα. Στην πραγματικότητα, τα στρατόπεδα είναι δύο: το «No Deal», το οποίο υποστηρίζουν πλέον ανοιχτά οι οπαδοί του σκληρού Brexit, και το δημοψήφισμα.

Ο Τζέρεμι Κόρμπιν, ο οποίος προέρχεται από την παραδοσιακά εχθρική προς την ΕΕ αριστερή πτέρυγα των Εργατικών, αγνοεί τη βάση του που επιθυμεί δεύτερο δημοψήφισμα. Δηλώνει ότι επιθυμεί εκλογές για να του δοθεί η ευκαιρία να διαπραγματευθεί ένα άλλο Brexit, πιο ευνοϊκό για τους εργαζομένους. Περιμένει να καταψηφιστεί η συμφωνία της Μέι στη Βουλή για να καταθέσει πρόταση μομφής εναντίον της πρωθυπουργού.

Την ίδια στιγμή, το Συντηρητικό Κόμμα βρίσκεται στα πρόθυρα της διάσπασης και η Βρετανία έχει χάσει μεγάλο μέρος του διεθνούς κύρους της. Οπως έγραψε ο Τόμας Φρίντμαν στους «New York Times», «είναι σαν να παρακολουθούμε μια κάποτε λογική χώρα να γράφει ένα σημείωμα αυτοκτονίας σε μια στιγμή παραλογισμού και μετά να διαφωνεί αδιάκοπα για το πώς θα αυτοκτονήσει – κρεμάλα, δηλητήριο ή με μια σφαίρα στο κεφάλι».

Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το 45% των Βρετανών επιθυμεί ένα δεύτερο δημοψήφισμα, το 35% αντιτίθεται και το 20% δεν έχει γνώμη. Αν ψήφιζαν σήμερα, το Remain (παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ) θα ελάμβανε 55% (είχε λάβει 48,1% στο δημοψήφισμα του 2016).

Ευρωεκλογές
Φιλοευρωπαϊστές εναντίον εθνικιστών

Οι Ευρωπαίοι θα πάνε στις κάλπες στις 23-26 Μαΐου για να εκλέξουν τη νέα Ευρωβουλή και τον νέο πρόεδρο της Επιτροπής, που θα είναι ο «βασικός υποψήφιος» (Spitzenkandidat) του κόμματος που θα λάβει το υψηλότερο ποσοστό πανευρωπαϊκά. Δύο είναι τα κυριότερα στρατόπεδα που έχουν σχηματιστεί στην Ευρώπη, οι ευρωπαϊστές με επικεφαλής τον γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και οι εθνικιστές με επικεφαλής τον ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν και τον ιταλό αναπληρωτή πρωθυπουργό και πρόεδρο της Λέγκας Ματέο Σαλβίνι.

Η προεκλογική περίοδος άνοιξε άτυπα το φθινόπωρο, με το Προσφυγικό – Μεταναστευτικό να είναι το πρώτο θέμα στην ατζέντα, όπως τη θέτουν οι εθνικιστές και λαϊκιστές, γιατί η μετανάστευση είναι ένα πεδίο που τους συμφέρει επειδή τους φέρνει ψήφους. Η εξέγερση των «κίτρινων γιλέκων», όμως, στη Γαλλία άλλαξε προς το παρόν την ατζέντα, φέρνοντας στην κορυφή το κοινωνικό πεδίο. Ο Μακρόν έχει αναθεωρήσει, σύμφωνα με τον γαλλικό Τύπο, τις προτεραιότητές του για την προεκλογική περίοδο, ρίχνοντας το βάρος στην κοινωνική διάσταση και πιο συγκεκριμένα στην προστασία των πιο αδύναμων.
Κεντρικός άξονας στην εκστρατεία των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων στα κράτη-μέλη θα είναι να δείξουν ότι η Ευρώπη μπορεί να αποτελέσει ένα οχυρό απέναντι στις υπερβολές του καπιταλισμού και ότι δεν είναι μόνο μια τεράστια γραφειοκρατία στις Βρυξέλλες. Τα υπόλοιπα κορυφαία θέματα των Ευρωπαίων – η μετανάστευση και ο αγώνας κατά της τρομοκρατίας – προφανώς θα απασχολήσουν την προεκλογική εκστρατεία. Τελευταίως έχει προστεθεί ένα ακόμη μεγάλο ζήτημα που προκαλεί ανησυχία στους Ευρωπαίους, το περιβάλλον και κυρίως η κλιματική αλλαγή.

Η πλευρά των εθνικιστών κατασκευάζει την εικόνα μιας Ευρώπης υπό απειλή να χάσει την ταυτότητά της λόγω των μεταναστών, μιας ΕΕ η οποία είναι απομακρυσμένη από τον λαό και οικοδομημένη γύρω από τις ελίτ. Η εκστρατεία τους θα επικεντρωθεί στην απονομιμοποίηση της ΕΕ.

Το κρισιμότερο ερώτημα των ευρωεκλογών είναι τι ποσοστό θα φέρουν οι ευρωσκεπτικιστές, δηλαδή η ευρύτερη πλευρά Ορμπαν – Σαλβίνι. Σε μεμονωμένα κράτη-μέλη έρχονται πρώτοι στις δημοσκοπήσεις – όπως στη Γαλλία όπου ο Εθνικός Συναγερμός (πρώην Εθνικό Μέτωπο) της Μαρίν Λεπέν φέρνει τελευταίως ποσοστά μεγαλύτερα από το κόμμα του Μακρόν, το LRM (21%-24% έναντι 18-20%) –, αλλά, όπως έχουν οι συσχετισμοί σήμερα, οι ευρωσκεπτικιστές δεν αναμένεται να επικρατήσουν στη νέα Ευρωβουλή. Στόχος τους προς το παρόν είναι να εκλέξουν αρκετούς ευρωβουλευτές ώστε να μπορούν να διαταράξουν τη λειτουργία της ΕΕ.

Το μεγάλο διακύβευμα μετεκλογικά είναι αν θα καταφέρει ο Μακρόν να προωθήσει τη μεταρρύθμιση της ΕΕ, όπως την είχε παρουσιάσει στην ομιλία του στη Σορβόννη τον Σεπτέμβριο του 2017, και ιδιαίτερα την εμβάθυνση της ευρωζώνης. Πολλά εξαρτώνται βεβαίως από τη Γερμανία, όπου η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ, η οποία βαίνει προς τη συνταξιοδότηση, επικρίνεται επειδή δεν υποστήριξε αρκετά τις μεταρρυθμίσεις του Μακρόν για την ΕΕ (και ίσως αυτό αποτελέσει μελανό σημείο στην υστεροφημία της), ενώ η πιθανή διάδοχός της Ανεγκρέτ Κραμπ-Καρενμπάουερ, αν και γαλλόφιλη και ευρωπαΐστρια, δεν έχει δώσει ακόμα ακριβές δείγμα γραφής.

Ντόναλντ Τραμπ
Με την πλάτη στον τοίχο

Στην πόρτα του Λευκού Οίκου βρίσκεται η έρευνα του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ ο οποίος έχει αναλάβει από τον Μάιο του 2017 την έρευνα-μαμούθ σχετικά με τον Ντόναλντ Τραμπ, και συγκεκριμένα κάθε σύμπραξη που υπήρξε ανάμεσα σε πρόσωπα που συνδέονται με την προεκλογική εκστρατεία του και τη ρωσική κυβέρνηση, με στόχο να πλήξει την τότε αντίπαλό του και υποψήφια πρόεδρο του Δημοκρατικού Κόμματος, Χίλαρι Κλίντον, ώστε εκείνος να εξασφαλίσει την προεδρία.

Και δεν είναι μία η υπόθεση που εξετάζει ο Μιούλερ γύρω από τη φερόμενη ρωσική εμπλοκή. Είναι αρκετές, όλες «συγκοινωνούντα δοχεία» σε ένα τοξικό κοκτέιλ που απειλεί να δηλητηριάσει ανεπανόρθωτα τη θητεία του και που σε κάθε περίπτωση αμαυρώνει την εικόνα της χώρας προς τα έξω. Ο ίδιος αρνείται μέχρι σήμερα τα πάντα και μιλάει για κυνήγι μαγισσών, όμως καθώς ξετυλίγεται το κουβάρι και τα στόματα ανοίγουν ο Τραμπ βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο.

Η επιτυχία του Μιούλερ στη διάρκεια του έτους που πέρασε έγκειται στο ότι ξεσκέπασε τους συνεργάτες του Τραμπ, όπως τoν πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Μάικλ Φλιν, τον πρώην επικεφαλής της προεκλογικής του εκστρατείας Πολ Μάναφορτ και τον πρώην διπλωματικό του σύμβουλο Τζορτζ Παπαδόπουλο. Ολοι τους συστηματικά επιδόθηκαν σε σωρεία ψεμάτων για να κουκουλώσουν τις επαφές Τραμπ με ρώσους αξιωματούχους στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας.

Ομοίως και ο προσωπικός δικηγόρος του αμερικανού προέδρου, Μάικλ Κοέν, που κάποτε έπινε νερό στο όνομά του, αναγκάστηκε να ομολογήσει ότι απέκρυψε τις επαφές με τη Ρωσία μεσούσης της προεκλογικής εκστρατείας (για τον λόγο αυτόν καταδικάστηκε σε τριετή φυλάκιση) και επίσης ότι εξαγόρασε τη σιωπή της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς και του μοντέλου Κάρεν Μακντούγκαλ για να μην αποκαλύψουν την ερωτική σχέση με τον τότε επίδοξο πρόεδρο.

Μεταξύ άλλων, ο Τραμπ θεωρείται ύποπτος για παρεμπόδιση Δικαιοσύνης μετά την απόλυση του επικεφαλής του FBI Τζέιμς Κόμεϊ που ηγείτο της έρευνας για τον φερόμενο ρωσικό δάκτυλο και το γεγονός ότι ο ειδικός ανακριτής εξυφαίνει νομικά την εμπλοκή του ιδίου στη σύμπραξη με το Κρεμλίνο ανοίγει διάπλατα τον δρόμο της παραπομπής του. Αμερικανοί δημοσιογράφοι αναφέρουν ότι το 2019 οι αποκαλύψεις του Μιούλερ αναμένονται ακόμα πιο δυνατές και ίσως σηματοδοτήσουν καυτές πολιτικές εξελίξεις.

Η διαδικασία παραπομπής θα μπορούσε να ξεκινήσει από 1ης Ιανουαρίου, οπότε και οι Δημοκρατικοί θα έχουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπως προέκυψε από τις ενδιάμεσες εκλογές. Αν και θεωρείται σχεδόν απίθανο αυτή να τελεσφορήσει, μια και χρειάζεται διακομματική στήριξη, το πιθανότερο σενάριο είναι πως η διαδικασία θα ακυρωθεί στη Γερουσία, εκτός και αν η έρευνα αποκαλύψει κάτι τρομερά ενοχοποιητικό για τον Τραμπ.

Λαϊκισμός
Η παγκόσμια επέλαση των ακραίων

Αν πριν από μερικά χρόνια κάποιος στις Ηνωμένες Πολιτείες έλεγε ότι ο εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος Ντόναλντ Τραμπ θα γινόταν πολύ σύντομα πρόεδρος της χώρας, οι περισσότεροι θα γελούσαν. Η εκλογή του το 2016 υπήρξε αναμφίβολα ανατρεπτική. Οι Αμερικανοί έδειξαν ότι δεν ανέχονται άλλο τις πολιτικές ελίτ που ευνοούν τους πλούσιους έναντι των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, των οποίων τα εισοδήματα και οι θέσεις εργασίας συρρικνώθηκαν σημαντικά στη διάρκεια της κρίσης.

Αν πάλι στη Βραζιλία, όπου ο σοσιαλισμός κυριάρχησε ολοκληρωτικά μετά την πτώση της στρατιωτικής χούντας, έλεγε κανείς ότι θα ερχόταν στην εξουσία ένας νοσταλγός της, μάλλον ως κακόγουστο αστείο θα χαρακτηριζόταν. Το ίδιο συνέβη και με το Brexit. Κανείς, μέχρι αυτό να συμβεί, δεν πίστευε ότι οι Βρετανοί θα ενδώσουν στη γοητεία της αντισυστημικής ρητορικής. Το ίδιο έγινε και στην Ιταλία, όπου σήμερα ένας ετερόκλητος λαϊκιστικός συνασπισμός κυβερνά τη χώρα.

Οι ανά τον κόσμο Τραμπ, Μπολσονάρο και Σαλβίνι επελαύνουν. Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν κέρδισε άλλη μια τετραετή θητεία αυτή την άνοιξη, ενώ το κυβερνών κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη της Πολωνίας φαίνεται έτοιμο να επανεκλεγεί την επόμενη χρονιά.
Οι λαϊκιστές αξιοποιούν τα λάθη των παλιών, ποντάρουν στην αρνητική ψήφο των αντιπάλων και στην οργή των «ξεχασμένων». Και το κύμα που σηκώνουν κινείται απειλητικά προς τις φιλελεύθερες δημοκρατίες, φέρνοντας μνήμες από τις χειρότερες εποχές που πέρασε η ανθρωπότητα τον περασμένο αιώνα.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα σκάνδαλα, η διαφθορά του συστήματος δίνουν το πάνω χέρι στους απανταχού λαϊκιστές. Στο Μεξικό ο Αντρές Μανουέλ Λόπεζ Ομπραδόρ αναφέρει ότι ήρθε για να πολεμήσει τη μαφία της εξουσίας που ο ίδιος νίκησε, αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη ανάμεσα στον λαό και στην κυβέρνηση.

Στη Βραζιλία ο Ζαΐρ Μπολσονάρο κατάφερε να κερδίσει λόγω της κοινωνικής δυσαρέσκειας απέναντι σε ένα πολιτικό σύστημα διεφθαρμένο και αδύναμο να αντιμετωπίσει δομικά προβλήματα της χώρας, όπως η βία και η έλλειψη ασφάλειας, πηγαίνοντας κόντρα στο σύστημα και παίζοντας με το αίσθημα ανασφάλειας και φόβου των συμπατριωτών του.

Στην Ευρώπη ως επί το πλείστον η οικονομική κρίση – και η φτωχοποίηση που αυτή επέφερε – αποτέλεσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τους λαϊκιστές (κυρίως από την Ακρα Δεξιά) να κερδίσουν έδαφος και σε πολλές χώρες να αποκτήσουν ισχυρή πολιτική παρουσία στα εθνικά Κοινοβούλια και στην Ευρωβουλή, όταν μόλις πριν από δύο δεκαετίες βρίσκονταν στο περιθώριο.

Προκρίνοντας ένα μείγμα διχαστικού λόγου και ενίοτε επικίνδυνης ημιμάθειας, οι λαϊκιστές πατούν στην αγωνία των ευπαθών κοινωνικών ομάδων για την ίδια τους την επιβίωση. Στο ψαλίδισμα του κοινωνικού κράτους, στις σκληρές περικοπές των εισοδημάτων, στην κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, ένα επιπλέον στοιχείο ισχυροποιεί τις θέσεις τους. Είναι το Μεταναστευτικό που παρουσιάζεται ως απειλή για την εθνική συνοχή – ταυτότητα και τα κοινωνικά αγαθά κάθε χώρας.

Ηδη οι ομάδες των ευρωσκεπτικιστών έχουν αρχίσει να επεξεργάζονται στρατηγικές για να ενισχύσουν την παρουσία τους εν όψει των ευρωεκλογών, γεγονός που θα μπορούσε να περιπλέξει τη διαδικασία εκλογής του προέδρου σε Κομισιόν, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και ΕΚΤ, και να επιβάλουν την ατζέντα τους για την ΕΕ.

Κλιματική αλλαγή
Οι καταστροφές αυξάνονται, η συμφωνία τορπιλίζεται

Μια από τις μεγαλύτερες συζητήσεις τη χρονιά που πέρασε ήταν η κλιματική αλλαγή – και διόλου τυχαία. Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έσπασαν κάθε ρεκόρ, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι στη Γη – από την Καλιφόρνια στις Ηνωμένες Πολιτείες ως τη Σουηδία στην Ευρώπη, που γνώρισαν τις χειρότερες πυρκαγιές στην ιστορία τους, και την Αυστραλία στο νότιο ημισφαίριο με την άνευ προηγουμένου ξηρασία – βίωσαν ξεκάθαρα τις επιπτώσεις των κλιματικών καταστροφών.

Το κλίμα της Γης τους τελευταίους 406 μήνες ήταν θερμότερο από τον μέσο όρο του 20ού αιώνα και το 2019 θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η ανθρωπότητα θα βιώσει το πιο καυτό έτος που έχει γνωρίζει ποτέ. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα γίνουν ακόμη πιο αισθητές καθώς οι θερμοκρασίες θα συνεχίσουν να αυξάνονται, όπως αναφέρει πρόσφατη μελέτη του περιοδικού «Geophysical Research Letters».

Στην Πολωνία, στις πρόσφατες συνομιλίες της Συνόδου COP24 του ΟΗΕ, 200 χώρες και οργανισμοί από όλον τον κόσμο για δύο εβδομάδες επιχείρησαν να βρουν τρόπους για την αναστροφή της κλιματικής αλλαγής. Να δώσουν δηλαδή σάρκα και οστά στον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού για να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου.

Οι συζητήσεις υπήρξαν επίπονες, κυρίως σχετικά με τις τεχνικές λεπτομέρειες, ενώ για άλλη μια φορά τονίστηκε ότι δεν υπάρχει κανένα χρονικό περιθώριο καθώς η κλιματική αλλαγή συντελείται εδώ και τώρα, όπως έδειξε επιστημονική έρευνα που παρουσιάστηκε στη διάρκεια των συνομιλιών. Σε θεωρητικό επίπεδο θα έλεγε κανείς ότι η Σύνοδος ήταν επιτυχής. Στον διεθνή Τύπο, μάλιστα, το κλείσιμο των εργασιών για το κλίμα συνοδεύτηκε από φράσεις όπως «λευκός καπνός» ή «επίτευξη ενότητας» των αντιπροσωπειών.

Ωστόσο, παρά το σήμα κινδύνου, η συζήτηση για το πώς οι στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων θα επιτευχθούν αναβλήθηκαν για το προσεχές μέλλον. Συγκεκριμένα, στο τελικό ανακοινωθέν οι αντιπροσωπείες επανέλαβαν απλώς το αίτημα για ανανέωση των στόχων μέχρι το 2020, όπως είχε διατυπωθεί και στη Συμφωνία του Παρισιού, ενώ δεν υπήρξε καμία διατύπωση συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος για την αναπροσαρμογή των στόχων.

Την ίδια ώρα, οι υφιστάμενες δεσμεύσεις τορπιλίζονται τόσο από την παρουσία του Τραμπ στον Λευκό Οίκο που απορρίπτει τη Συμφωνία του Παρισιού, όσο και από την εμφάνιση και άλλων λαϊκιστών ηγετών ανά τον κόσμο που ενστερνίζονται τις απόψεις του αμερικανού προέδρου. Μέχρι σήμερα όλες οι διεθνείς προσπάθειες για την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής έχουν πέσει στο κενό και όπως φαίνεται δεν υπάρχει πρόθεση αυτό να αλλάξει στο προσεχές μέλλον.

Μέση Ανατολή
Κερδισμένοι Ρωσία, Ιράν και Ασαντ

Η αιφνίδια απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία ενέτεινε τις ανησυχίες για ανασύνταξη του Ισλαμικού Κράτους, το οποίο είχε σχεδόν ηττηθεί. Ο Τραμπ θα αποσύρει και τα μισά αμερικανικά στρατεύματα από το Αφγανιστάν, όπου οι Ταλιμπάν κερδίζουν έδαφος και ελέγχουν μεγάλα τμήματα της χώρας.

Οι Κούρδοι, οι οποίοι, μαζί με τους Αμερικανούς, πολεμούσαν τους τζιχαντιστές στη Συρία και στο Ιράκ, είναι οι μεγάλοι χαμένοι από την απόφαση του αμερικανού προέδρου για τη Συρία. Κερδισμένη είναι η Τουρκία που αναμένεται να κάνει επιθετικές ενέργειες στη Βορειοανατολική Συρία, ύστερα από την αποχώρηση των Αμερικανών – όπως είχε κάνει με το ένα κουρδικό καντόνι (από τα τρία), το Αφρίν, το οποίο σήμερα κατέχει ο τουρκικός στρατός.

Η μεγάλη κερδισμένη από την απόφαση Τραμπ είναι η Ρωσία, καθώς μένει μόνη της κυρίαρχη στην περιοχή και μπορεί να επιβάλει τη δική της ατζέντα για την επόμενη μέρα στη Συρία, η οποία θα επηρεάσει ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Μαζί με τη Μόσχα κερδισμένοι είναι και οι σύμμαχοί της στη Συρία: ο Μπασάρ αλ Ασαντ και το Ιράν. Η αμερικανική απόσυρση αναμένεται να δρομολογήσει εξελίξεις στην περιοχή.
Το Ισραήλ είναι δυσαρεστημένο από την αμερικανική απόσυρση επειδή ανοίγει τον δρόμο στο Ιράν για να εδραιώσει την παρουσία του στη Συρία. Ο πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου (φωτογραφία) έχει στρίψει το Ισραήλ πολύ δεξιά, αποξενώνοντας ακόμα και εβραϊκές οργανώσεις της Αμερικής. Η σχέση με τους Παλαιστινίους είναι δυνητικά εκρηκτική, καθώς σιγοβράζει μια ανάφλεξη στα παλαιστινιακά εδάφη, ιδιαίτερα στη Γάζα. Η μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ πριν από λίγους μήνες έθαψε τις όποιες ελπίδες για λύση δύο κρατών, Ισραήλ και Παλαιστίνης, και έριξε λάδι σε μια ήδη εκρηκτική περιοχή. Το ίδιο και η απόσυρση των ΗΠΑ από τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, την οποία προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανή οι Ευρωπαίοι.

Η Σαουδική Αραβία, η οποία φαινόταν κερδισμένη στον ανταγωνισμό με το Ιράν για περιφερειακή κυριαρχία ύστερα από την απομόνωση της Τεχεράνης από την Ουάσιγκτον, βλέπει την παγκόσμια κοινή γνώμη να στρέφεται εναντίον της, ιδίως ύστερα από τη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι έπειτα από διαταγή του διαδόχου του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν.

Ακόμα και το παραδοσιακά φιλικό προς τη Ριάντ, λόγω πετρελαίου, αμερικανικό Κογκρέσο εισήγαγε νομοσχέδιο για την απαγόρευση της πώλησης όπλων στη Σαουδική Αραβία, ενώ άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, ήδη την εφαρμόζουν. Αφορμή η δολοφονία του Κασόγκι που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει εναντίον του Μπιν Σαλμάν και αιτία ο πόλεμος που διεξάγει στην Υεμένη, ο οποίος έχει προκαλέσει τεράστια ανθρωπιστική κρίση.

Μετανάστευση
Αλληλεγγύη μόνο στα λόγια

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η πολυπόθητη συμφωνία για τη δίκαιη κατανομή των αιτούντων άσυλο ανάμεσα στα κράτη-μέλη, για την αναμόρφωση του κανονισμού του Δουβλίνου και για το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου παραμένει τόσο αμφίβολη όσο ποτέ. Ορισμένα κράτη-μέλη, όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, παραμένουν ανένδοτα στο να δεχτούν έστω και έναν πρόσφυγα στο έδαφός τους και οι Βρυξέλλες αδυνατούν να επιβάλουν τόσο την αλληλεγγύη ανάμεσα στα κράτη-μέλη όσο και κυρώσεις σε όσους δεν συμμορφώνονται.

Η Γερμανία έχει ήδη αρχίσει από την αρχή του 2018 να συνάπτει διμερείς συμφωνίες με τρίτες χώρες, όπως η Τυνησία, για επιστροφές μεταναστών. Τον Δεκέμβριο η Ελλάδα πρότεινε να δημιουργηθεί μια συμμαχία των προθύμων για να ξεμπλοκαριστεί το αδιέξοδο στην ΕΕ. Σύμφωνα με την ελληνική πρόταση, θα δημιουργηθεί ένας μεταβατικός ευρωπαϊκός μηχανισμός που θα διαχειρίζεται το Προσφυγικό και στον οποίο η συμμετοχή των κρατών-μελών θα είναι εθελοντική, με την προϋπόθεση να αποδέχονται την κατανομή των προσφύγων.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η υιοθέτηση του Συμφώνου για την Ασφαλή, Ομαλή και Τακτική Μετανάστευση στη Διάσκεψη του Μαρακές από τα 164 – σε σύνολο 193 – μέλη του ΟΗΕ χαιρετίστηκε από τις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ομως οι ΗΠΑ είναι ανάμεσα στις χώρες που δεν υιοθέτησαν το Σύμφωνο, το οποίο πάντως δεν είναι δεσμευτικό και δεν αφήνει πολλές ελπίδες για λύση του ζητήματος.

Η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ υιοθέτησε και το Σύμφωνο για τους Πρόσφυγες, το οποίο επίσης δεν είναι δεσμευτικό και είχε λιγότερες διαρροές: μόνο οι ΗΠΑ και η Ουγγαρία αντιτάχθηκαν.

Περισσότεροι από 68,5 εκατ. άνθρωποι έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τη χώρα τους παγκοσμίως, ανάμεσά τους πάνω από 25,4 εκατ. πρόσφυγες (δεν υπολογίζονται οι εσωτερικά εκτοπισμένοι). Στην Ελλάδα ζουν περίπου 550.000 μετανάστες, που έφτασαν πριν από το 2010, συν περί τους 65.000 πρόσφυγες. Οι αριθμοί αυξάνονται παγκοσμίως.

Εμπορικός πόλεμος Κίνας – ΗΠΑ
Θα κλιμακωθεί η σύγκρουση;

Το έτος που πέρασε Ηνωμένες Πολιτείες και Κίνα επέβαλαν δασμούς σε αγαθά που διακινούνται μεταξύ των δύο χωρών αξίας 360 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μολονότι ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Σι Τζινπίνγκ αποφάσισαν να αναστείλουν την επιβολή νέων επιπρόσθετων δασμών στο περιθώριο της πρόσφατης Συνόδου του G20 στο Μπουένος Αϊρες για 90 ημέρες, οι δασμοί που είχαν ήδη επιβληθεί παραμένουν στη θέση τους και ο εμπορικός πόλεμος δεν αναμένεται να αποκλιμακωθεί.

Την ίδια ώρα, η σύλληψη στον Καναδά της Μενγκ Ουάνγκζου, ανώτερου στελέχους της κινεζικής εταιρείας υψηλής τεχνολογίας Huawei – μια από τις σημαντικότερες στην κινεζική και στην παγκόσμια οικονομία –, και η επικείμενη έκδοσή της στις ΗΠΑ με την κατηγορία παραβίασης αμερικανικών κυρώσεων προς το Ιράν δεν αποκλείεται να θέσουν για μια ακόμη φορά σε κίνδυνο τη διεθνή οικονομία.
Οι οίκοι αξιολόγησης προβλέπουν ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί το 2019, ενώ, όπως προειδοποίησε ο πρώτος αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΔΝΤ Ντέιβιντ Λίπτον, αν εφαρμοστούν όλοι οι δασμοί που έχουν ανακοινωθεί από Ουάσιγκτον και Πεκίνο, ως το 2020 το 0,75% του παγκόσμιου ΑΕΠ θα εξανεμιστεί.

Στο στόχαστρο του αμερικανού προέδρου μπήκε και η πρωτοβουλία Made in China 2025 που είχε στόχο να καταστήσει την Κίνα ηγέτιδα δύναμη στην καθαρή ενέργεια και στη ρομποτική. Ομως, όπως αποκάλυψε σε πρόσφατο δημοσίευμά της η «Wall Street Journal», το Πεκίνο, αντιλαμβανόμενο ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί στον εμπορικό πόλεμο, αλλάζει ρότα και εξετάζει νέα στρατηγική με στόχο να δώσει μεγαλύτερη πρόσβαση στις ξένες επιχειρήσεις στην τεράστια αγορά της.

Η ετήσια πρόβλεψη του Stratfor πάει ένα βήμα παραπέρα: ο ανταγωνισμός ΗΠΑ – Κίνας θα κλιμακωθεί σχεδόν σε όλα τα μέτωπα, με την Ουάσιγκτον να χρησιμοποιεί κυρώσεις ακόμη και για ζητήματα όπως οι κυβερνο-επιθέσεις και η καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Την ίδια ώρα, διεθνείς οργανισμοί προειδοποιούν: η σινο-αμερικανική διένεξη θα πυκνώσει τις εστίες αβεβαιότητας το έτος που έρχεται.

Πυρηνικά Β. Κορέας
Η ένταση έφυγε, οι φόβοι παραμένουν

Πριν ακριβώς από έναν χρόνο για πρώτη φορά η προοπτική ενός περιορισμένου αμερικανικού πλήγματος κατά της Βόρειας Κορέας αποτελούσε το επίκεντρο συζητήσεων στους διπλωματικούς κύκλους, ενώ οι φόβοι για μια πυρηνική σύγκρουση είχαν αναζωπυρωθεί. Το απομονωμένο καθεστώς είχε επιταχύνει την κούρσα εξοπλισμών πυρηνικών όπλων, ενώ φαινόταν αμετακίνητο στο να αποκηρύξει το βαλλιστικό του πρόγραμμα.

Λίγους μήνες μετά ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλάζοντας πλήρως τακτική και με ύφος που δεν θύμιζε σε τίποτα τις δηλώσεις περί «φωτιάς και οργής» και «μικρού πυραυλάνθρωπου», προχώρησε σε μια αναπάντεχη επίθεση γοητείας προς το βορειοκορεατικό καθεστώς. Ακολούθησε πυρετός διαβουλεύσεων από ανώτατους αξιωματούχους των δύο χωρών και μέχρι τα τέλη Μαΐου ο Τραμπ είχε αποδεχθεί την πρόσκληση του Κιμ Γιονγκ Ουν, με αναλυτές να εκφράζουν ανησυχίες για μια στρατηγική υψηλού ρίσκου, δεδομένου του απρόβλεπτου χαρακτήρα των δύο ηγετών.

Κόντρα στους φόβους και στις επιφυλάξεις, η σύνοδος κορυφής που ακολούθησε τον Ιούνιο στέφθηκε με επιτυχία και επισφραγίστηκε με το τέλος των δοκιμών πυρηνικών όπλων από την Πιονγκγιάνγκ. Ακολούθησε μια δεύτερη φάση διαβουλεύσεων, με τους ηγέτες Βόρειας και Νότιας Κορέας να επικεντρώνονται στην προοπτική πυρηνικού αφοπλισμού της πρώτης.

Αναμφίβολα, έναν χρόνο μετά η ένταση στην κορεατική χερσόνησο βρίσκεται σε τροχιά ύφεσης, όμως η Βόρεια Κορέα όχι μόνο διατηρεί τις πυρηνικές της δυνάμεις, αλλά και τις επεκτείνει.

Στις αρχές Δεκεμβρίου δορυφόρος τράβηξε φωτογραφίες από περιοχή στη Βόρεια Κορέα η οποία δεν είχε ενταχθεί στη λίστα των πυρηνικών εγκαταστάσεων που είχε δώσει η Πιονγκγιάνγκ ως υποψήφιες για καταστροφή, με τον κίνδυνο της ακύρωσης συμφωνίας που επετεύχθη τον περασμένο Ιούνιο να επιστρέφει και πάλι στην ατζέντα.

Την ίδια ώρα η Βόρεια Κορέα προειδοποιεί για επιστροφή στην πολιτική των πυρηνικών δοκιμών, εξοργισμένη από το γεγονός ότι οι ΗΠΑ εξακολουθούν να της επιβάλλουν εμπορικές κυρώσεις με το επιχείρημα καταπάτησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παρότι η Ουάσιγκτον συνεχίζει να εργάζεται με γνώμονα τη δέσμευση του Κιμ για την αποπυρηνικοποίηση και ελπίζει στη διεξαγωγή μιας δεύτερης συνόδου κορυφής λίγο μετά την Πρωτοχρονιά, κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι οι εξελίξεις θα οδηγηθούν προς αυτή την κατεύθυνση.