Ωτακουστής σε συζήτηση ανάµεσα σε δύο κυρίες στο λεωφορείο, περισσότερο επειδή µιλούσαν δυνατά παρά επειδή µε ενδιέφερε το θέµα τους, άκουσα τη µία να λέει στην άλλη: «Καλά να πάθει! Δεν θα τη λυπηθούµε κιόλας, τόσα λεφτά έχει! Καλά να πάθει!».

Ηταν οι ηµέρες µετά το τραγικό δυστύχηµα του υποβρυχίου µε τους πέντε επιβαίνοντες. Που καταδύθηκε στο ναυάγιο του «Τιτανικού» για να µην αναδυθεί ποτέ ξανά. Και σε αυτή την περίπτωση ακούστηκε πολλάκις το «καλά να πάθουν». Επειδή ήταν πλούσιοι ενώ εµείς δεν είµαστε; Ακούστηκε και το «αντί να δίνουν τα λεφτά τους σε φιλανθρωπίες τα πέταξαν στη θάλασσα» για να ζήσουν µια περιπέτεια που αποδείχθηκε µοιραία για τη ζωή τους.

Οµως, πού ξέρουµε τι αγαθοεργίες έκανε καθένας εξ αυτών; Πού ξέρουµε πόσους ανθρώπους είχαν ή δεν είχαν στηρίξει προτού ριχτούν στην τελευταία περιπέτεια της ζωής τους; Και γιατί θεωρούµε αδιαµφισβήτητη υποχρέωση εκείνων που έχουν οικονοµική άνεση τις αγαθοεργίες και την προσφορά στους µη έχοντες; Η φιλανθρωπία και η αλληλεγγύη είναι προαιρετικές. Οποιος θέλει δίνει (και µπορεί κανείς να µην το µαθαίνει), όποιος δεν θέλει τα κρατάει για τον εαυτό του. Και εµείς µπορούµε να τον θαυµάσουµε ή να τον αντιπαθήσουµε για τη στάση ζωής του.

Ας δούµε και τη δική µας στάση: Δεν µας τιµά ο τρόπος µε τον οποίο εκφραστήκαµε για τους πέντε νεκρούς. Ολη αυτή η ξινίλα, όλο αυτό το (τολµώ να πω) µίσος. Η ευκολία µε την οποία εκστοµίσαµε το απάνθρωπο «καλά να πάθουν», εκφράζοντας ικανοποίηση για το τραγικό τέλος τους. Ακόµα και αν συµφωνήσουµε πως αυτό που έκαναν ήταν λάθος, πως ήταν ανόητο, υπερφίαλο, βλάσφηµο, δεν µπορεί να µη σταθούµε µε λίγη έστω συµπόνια µπροστά σε ένα τόσο τραγικό τέλος. Αστοχη και η σύγκρισή τους µε τους µετανάστες που πνίγονται επειδή προσπαθούν να διασχίσουν τη Μεσόγειο µε σαπιοκάραβα και που, στην περίπτωσή τους, «κανένας δεν ενδιαφέρεται».

Τελικά όταν λέµε πως αγαπάµε και νοιαζόµαστε τον συνάνθρωπο, σε ποιον συνάνθρωπο αναφερόµαστε; Εκείνον που επιλέγουµε ανάλογα µε τη φορολογική δήλωσή του; Που τον συµπονούµε και τον συντρέχουµε στο πρόβληµα και στη συµφορά µόνο αν δεν έχει στον ήλιο µοίρα, δηλαδή αν βρίσκεται σε χειρότερη µοίρα από τη δική µας; Η συµπόνια µας εξαρτάται από οικονοµικά κριτήρια; Λυπόµαστε τον φτωχό αλλά την ίδια στιγµή απεχθανόµαστε τον πλούσιο (που τόσο θα θέλαµε να είµαστε στη θέση του);

Εύκολα ξεχάσαµε ότι την ώρα της δοκιµασίας όλοι οι άνθρωποι είµαστε ίσοι. Μπροστά στην τραγωδία όλοι δικαιούµαστε, αν µη τι άλλο, µια κουβέντα παρηγοριάς, έστω τη σεβαστική σιωπή των λίγων λεπτών που επιβάλλει το πέρασµα µπροστά από ένα φέρετρο. Ανάµεσα στους επιβαίνοντες στο υποβρύχιο ήταν και ένα παλικάρι 19 ετών. Δεν ήθελε, όπως αποκάλυψαν στενοί συγγενείς του, να συµµετέχει στην αποστολή, το έκανε όµως επειδή του το ζήτησε ο επίσης συµµετέχων πατέρας του. Ηθελε, δεν ήθελε – τι σηµασία έχει; – άκλαυτο πήγε και αυτό. Με το «καλά να πάθει» το αποχαιρετήσαµε. Κρίµα για τη ζωή που δεν θα ζήσει. Κρίµα και για εµάς που φανήκαµε τόσο µικρόψυχοι µπροστά στην τραγωδία του.