Ο μακρόχρονος πόλεμος της επιχειρηματικής Αμερικής για τα ταλέντα μοιάζει αυτόν τον καιρό περισσότερο με πόλεμο κατά των ταλέντων. Εως πριν από λίγο καιρό τα αφεντικά συνήθιζαν να αποθεώνουν τους εργαζομένους τους ως το σημαντικότερο ατού τους, σε βαθμό που κάποιοι έκαναν σωρηδόν νέες προσλήψεις ακόμα κι αν δεν είχαν τι να κάνουν τους νεοπροσληφθέντες.
Σήμερα, που η σκιά της αβεβαιότητας πέφτει βαριά πάνω στην οικονομία, τα στελέχη δεν έχουν καμιά αναστολή να πουν ότι οι εργαζόμενοι οφείλουν να δουλεύουν πιο σκληρά, να παραπονιούνται λιγότερο και να είναι ευχαριστημένοι που έχουν ακόμα δουλειά.
«Η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής είναι δικό σας πρόβλημα» είπε πριν από λίγες μέρες η Eμα Γκρέντε, μία εκ των ιδρυτών της εταιρείας ειδών shapewear, Skims, και διευθύνουσα σύμβουλος της μάρκας ειδών ένδυσης Good American.
Αφού προσφάτως περιέκοψε τις θέσεις εργασίας της εταιρείας κατά 1.000 άτομα, ο CEO της Starbucks, Μπράιαν Νίκολ, είπε ότι το εναπομείναν προσωπικό θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές του και «να αναλάβει την ευθύνη για το αν το μαγαζί θα μεγαλώσει ή όχι».
Ο CEO της JPMorgan, Τζέιμι Ντίμον, σε μια εσωτερική σύσκεψη διανθισμένη με μπόλικες βρισιές, είπε στους υπαλλήλους που θρηνούσαν επειδή πήραν εντολή να επιστρέψουν στο γραφείο ενώ δούλευαν με τηλεργασία ότι δεν τον ενδιαφέρει. «Είμαι ως εδώ με αυτή την κατάσταση» είπε. «Δουλεύω επτά μέρες την εβδομάδα από τον καιρό της πανδημίας και έρχομαι στο γραφείο – και πού είναι όλοι οι υπόλοιποι;».
Μειώσεις στον αριθμό διοικητικών υπαλλήλων
Αυτή η αλλαγή στο ύφος της εργοδοσίας σηματοδοτεί μια αλλαγή στο επίπεδο της εξουσίας τώρα που οι εταιρείες περιορίζουν τον αριθμό των διοικητικών υπαλλήλων. Πλέον είναι δυσκολότερο να βρει κανείς δουλειά και πολλοί εργαζόμενοι βλέπουν ευκαιρίες απασχόλησης να εξαφανίζονται, ενώ παράλληλα τα παράπονά τους δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν από τις εταιρείες.
Το τελευταίο επεισόδιο έλαβε χώρα τον περασμένο μήνα σε μια έντονη συνάντηση του προσωπικού της Uber. Ο κολοσσός των μεταφορικών υπηρεσιών είχε μόλις αλλάξει τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση άδειας ενός μήνα με αποδοχές από πέντε σε οκτώ χρόνια προϋπηρεσίας στην εταιρεία. Διαμαρτυρίες υπήρξαν και για μια απόφαση που απαιτούσε από τους εργαζομένους να εργάζονται από το γραφείο τουλάχιστον τρεις αντί για δύο μέρες την εβδομάδα. Ο CEO Ντάρα Κοσροβσχάχι απάντησε σε όσους δυσαρεστήθηκαν με τις αλλαγές ότι πρέπει να το πάρουν απόφαση. «Αναγνωρίζουμε ότι κάποιες από αυτές τις αλλαγές θα προκαλέσουν αντιδράσεις» είπε σε σχόλια που μετέδωσε πρώτο το CNBC. «Και αποφασίσαμε να πάρουμε αυτό το ρίσκο».
Μέχρι ποιου σημείου θα φθάσει το δικαίωμα των αφεντικών να μιλούν σκληρά στους εργαζομένους; Για παράδειγμα, το 2023 ξεσηκώθηκε θύελλα αντιδράσεων όταν η διευθύντρια της εταιρείας επίπλων MillerKnoll είπε στο προσωπικό που ανησυχούσε για τα μπόνους να σταματήσουν να κλαίγονται διαρκώς («Leave pity city»). Το σχόλιο, που ακούστηκε κατά τη διάρκεια μιας τηλεδιάσκεψης, έγινε αμέσως viral, πυροδοτώντας αντιδράσεις από πλευράς των εργαζομένων, ενώ ήταν πρώτο θέμα στις ειδήσεις επί μέρες. Η CEO της εταιρείας Αντι Οουεν έσπευσε να ζητήσει συγγνώμη και παραδέχτηκε ότι τα σχόλιά της ήταν ανάλγητα.
Υστερα από τη συνάντηση στην Uber, από την άλλη, η προσωπάρχης Νίκι Κρισναμούρτι ενημέρωσε ότι η εταιρεία θα μιλούσε με κάποιους από τους εργαζομένους επειδή είχαν επιδείξει ασέβεια όταν εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους. Κάποιοι εργαζόμενοι, όπως ο Ντόνι Ντάνσελμαν, που μέχρι πρόσφατα εργαζόταν σε μια εταιρεία υπηρεσιών τεχνολογίας, αισθάνεται ήδη τη νέα δυναμική της εξουσίας. Καθώς κάνει αιτήσεις για νέες δουλειές στον χώρο της τεχνολογίας, ο 47χρονος παρατήρησε ότι πολλές εταιρείες τώρα ζητούν από τους υποψηφίους να αναλάβουν τόσο πολλά καθήκοντα, που κάθε θέση ουσιαστικά αντιστοιχεί σε «τρεις δουλειές». «Τα θέλουν όλα» σχολίασε.
Καθώς ψάχνει για δουλειά, προσπαθεί να καταλάβει ποια είναι η κουλτούρα κάθε εταιρείας, γιατί έχει παρατηρήσει πόσο σκληρή γλώσσα χρησιμοποιούν τα διευθυντικά στελέχη και το θεωρεί ανησυχητικό. «Το μόνο που κάνουν είναι να γεμίζουν τους ανθρώπους φόβο και αυτό δεν πρόκειται να τους βγει σε καλό» είπε ο Ντάνσελμαν, που ζει κοντά στο Λέξινγκτον του Κεντάκι.
Πίσω από το απότομο ύφος των διευθυντικών στελεχών κρύβεται ένα χάσμα μεταξύ των εργαζομένων και των ανώτερων στελεχών, παρατηρεί ο Μάικλ ΜακΚάτσον, που διδάσκει Εφαρμοσμένη Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και καθοδηγεί στελέχη επιχειρήσεων. Ορισμένοι εργαζόμενοι λειτουργούν σαν να βρισκόμαστε «ακόμα στο 2021», τότε που μπορούσαν να έχουν απαιτήσεις γιατί υπήρχε έλλειψη προσωπικού και κύμα παραιτήσεων, παρατήρησε. Τώρα τα αφεντικά βρίσκονται αντιμέτωπα με έναν παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο και την κατακόρυφη πτώση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και αισθάνονται ότι πρέπει να ζητήσουν περισσότερα από τους υπαλλήλους τους για να επιβιώσουν. «Είναι θέμα πραγματισμού» είπε ο ΜακΚάτσον.
Ο ρόλος Τραμπ, Μασκ και τεχνητής νοημοσύνης
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ μαζί με τον δισεκατομμυριούχο σύμβουλό του Ιλον Μασκ έχουν συμβάλει στην καθιέρωση αυτού του πιο επιθετικού ύφους της εργοδοσίας καθώς επιχειρούν να κάνουν μεγάλες περικοπές προσωπικού στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες. «Ουδείς αναντικατάστατος» όπως το έθεσε ο Τραμπ λίγο μετά την ανάληψη του αξιώματος. Τον Φεβρουάριο ο Μασκ ζήτησε από τους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους να ενημερώσουν με email για το τι είχαν κάνει την προηγούμενη εβδομάδα και το αποκάλεσε αυτό «έλεγχο του σφυγμού» για να αποδείξουν ότι όντως είχαν δουλέψει.
Η πρόοδος της δημιουργικής τεχνητής νοημοσύνης παίζει επίσης ρόλο. Ο CEO της εταιρείας ηλεκτρονικού εμπορίου Shopify, Τόμπι Λούτκε, ανακοίνωσε πρόσφατα στο προσωπικό ότι η εταιρεία δεν θα κάνει νέες προσλήψεις, εκτός και αν οι μάνατζερ αποδείξουν ότι η δουλειά δεν μπορεί να γίνει μέσω AI. Αλλοι επικεφαλής επιχειρήσεων προειδοποιούν τους υπαλλήλους να αρχίσουν να χρησιμοποιούν περισσότερο την τεχνητή νοημοσύνη – για το καλό τους. «Η τεχνητή νοημοσύνη θα σας πάρει τις δουλειές. Θα πάρει και τη δική μου δουλειά. Σας κρούω τον κώδωνα του κινδύνου» έγραψε τον περασμένο μήνα σε ένα ενημερωτικό σημείωμα προς το προσωπικό ο Μίκα Κάουφμαν, CEO της πλατφόρμας αγοράς και πώλησης υπηρεσιών Fiverr. Οσοι «δεν ξυπνήσουν και δεν κατανοήσουν γρήγορα τη νέα πραγματικότητα είναι, δυστυχώς, καταδικασμένοι».
Οι εργαζόμενοι θα βρεθούν και πάλι στο επίκεντρο κάποια στιγμή, λέει ο Τσαρλς Ο’ Ράιλι, καθηγητής Μάνατζμεντ στο Στάνφορντ. «Οταν γυρίσουν τα πράγματα στην αγορά και υπάρξουν άφθονες ευκαιρίες απασχόλησης, τότε τα διευθυντικά στελέχη θα αρχίσουν να λένε πάλι πόσο σημαντικοί είναι οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενοι θα το εκμεταλλευτούν αυτό» είπε.
Προς το παρόν, όμως, κάποια στελέχη υποστηρίζουν ότι για να λειτουργήσουν καλύτερα οι εταιρείες χρειάζονται λιγότερο και όχι περισσότερο διοικητικό προσωπικό. Την προηγούμενη Πέμπτη, και η Match Group, ιδιοκτήτρια των εφαρμογών γνωριμιών Hinge και Tinder, ύστερα από πολλές άλλες εταιρείες, ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να περιορίσει τον αριθμό των ενδιάμεσων στελεχών στο πλαίσιο ενός σαρωτικού κύματος απολύσεων. Θα καταργηθεί περίπου μία στις πέντε θέσεις μάνατζερ και ο CEO της Match, Σπένσερ Ράσκοφ, δήλωσε στους επενδυτές ότι η εταιρεία εντείνει τις προσπάθειές της να περικόψει τα κόστη και να αναδιοργανώσει την επιχείρηση ώστε να εστιάσει στα προϊόντα της. «Ανάψαμε φωτιές στην ομάδα» είπε ο Ράσκοφ.