Ο πατήρ Ευάγγελος Γκανάς εκπονεί την πολυδαίδαλη οδοιπορία όποιου δεν αρκείται στη θεωρητική αντίληψη του καλέσματος. Στο βλέμμα του διακρίνεις μια τρυφερή περίσκεψη, που ωθεί να κουβεντιάσεις μαζί του για το νόημα της λέξης «Θεός» σήμερα. «Επί αιώνες οι άνθρωποι έφτιαχναν εικόνες του Θεού κατ’ εικόνα του ανθρώπου. Αργότερα η σχολαστική σκέψη έπλασε τον αφηρημένο Θεό της μεταφυσικής και στις μέρες μας εμφανίστηκε ο μεγάλος Αλλος της ψυχανάλυσης.
Σε αυτούς δεν μπορούσες να γονατίσεις και να προσευχηθείς» λέει. «Ο Θεός της Βίβλου ήταν διαφορετικός. Αν και στις σελίδες της δεν είναι πάντα διακριτό τι συνιστά θεϊκή ενέργεια και τι ανθρώπινη αντίληψη περί θεϊκού, γίνεται φανερό πως είναι ο Θεός που παίρνει την πρωτοβουλία να συναντήσει τον άνθρωπο. Ετσι θεωρώ προσφυή την περιγραφή ενός σύγχρονου θεολόγου: “Θεός είναι αυτός που ανέστησε τον Ιησού εκ νεκρών έχοντας πριν εγείρει τον Ισραήλ εξ Αιγύπτου”. Εδώ ονοματίζονται τα δεινά από όπου θέλει να λυτρωθεί ο άνθρωπος: ο θάνατος και οι εγκόσμιες μορφές σκλαβιάς.
Η Βασιλεία του Θεού δεν είναι ούτε αθανασία πνευμάτων ούτε εγκόσμια αποκατάσταση της τάξης. Είναι νέα δημιουργία, πέρα από κάθε ανθρώπινη επινόηση και φαντασία, με αποκαταστημένο τον ενσώματο άνθρωπο, με δικαιοσύνη και αγάπη να διέπουν τις ανθρώπινες σχέσεις. Αυτή τη νέα δημιουργία συναντούν οι μαθητές στις μεταναστάσιμες εμφανίσεις του Ιησού. Μια μαρτυρία για την οποία κανείς δεν μπορεί να μαρτυρήσει παρά μόνο ο αυθεντικός μάρτυρας, εκείνος που είδε κάποτε αυτά που μάτι ανθρώπου δεν βλέπει και ανθρώπινο αφτί δεν άκουσε, όσα ετοίμασε ο Θεός γι’ αυτούς που τον αγαπούν. Μια εκκλησία χωρίς σύγχρονους μάρτυρες της Αναστάσεως δεν θα ήταν η Εκκλησία του Χριστού. Μόνο αυτοί μπορούν να μας πουν ποιος είναι ο Θεός».
Υπηρετεί στον Οσιο Μελέτιο Σεπολίων, μια ιστορικά εργατική συνοικία. Ποια είναι, άραγε, η μαρτυρία του ποιμνίου του; «Η εμπειρία μου με τους ανθρώπους των Σεπολίων (και όχι μόνο) επιβεβαίωσε μιαν άποψη όπου έφτασα μέσα κι από άλλους δρόμους. Οι μεγάλες ανθρώπινες εμπειρίες είναι κοινότοπες, είναι δηλαδή μοιρασμένες σε όλους δίχως διάκριση: γέννηση, παιδική ηλικία, ενηλικίωση, εργασία, έρωτας, (πατρότητα/μητρότητα), φθορά, θάνατος.
Κάποιοι βιώνουν αυτή τη συνθήκη ως δωρεά ενός αγαθού δημιουργού και άλλοι ως βάσανο ενός κακού δημιουργού ή της τυχαιότητας. Η εμπειρία στα Σεπόλια μού φανέρωσε επίσης την ταξική προκατάληψη όπου έχει μερίδιο και ο εκκλησιαστικός κόσμος. Μου έδειξε τον κίνδυνο της συγκατάβασης έναντι των αναγκεμένων ανθρώπων. Τον κίνδυνο αν υποκύψουμε στον πειρασμό να αντιστρέψουμε την ευαγγελική μαρτυρία ότι οι έσχατοι έσονται πρώτοι.
Στην περίπτωση αυτή ο στεναγμός των πενήτων δεν αγγίζει τους ανθρώπους που γοητεύονται από τη λογική της εγκόσμιας ισχύος. Ολοι οι άνθρωποι θέλουν να αγαπήσουν και να αγαπηθούν, να δημιουργήσουν κάτι που θα αφήσει ένα ελάχιστο αποτύπωμα σ’ αυτόν τον τετραπέρατο κόσμο. Κάθε Γιάννης των Σεπολίων που αγγίζει ένα εγκόσμιο όνειρο και δωδεκάχρονη του Κολωνού που βιώνει τη φρικτή εμπειρία της ανθρώπινης διαστροφής, αλλά και κάθε άνθρωπος των απανταχού βορείων και νοτίων προαστίων έχει εξίσου ανάγκη τη λύτρωση από την τραγική πλευρά της ζωής.
Για όλους ισχύει ο στίχος του Μόντη: “Κουράγιο κωπηλάτες. Υπομονή κωπηλάτες» ή με βιβλικούς όρους “ο υπομείνας εις τέλος ούτως σωθήσεται”. Αυτή τη λύτρωση που μόνο ένας εσταυρωμένος Θεός μπορεί να προσφέρει».
Η σύγκλιση ποίησης και Ευαγγελίου μάς αφήνει με την ελπιδοφόρα παραδοχή ότι η ανθρωπινότητα δεν προσεγγίζεται μονομερώς. Πρώτος Ποιητής ήταν εκείνος των «ορατών και αοράτων». Οι επίγονοι δεν έχουν παρά να χτίσουν πάνω στο τραγούδι Του.





