Στάχτη και μαύρος καπνός από άκρη σε άκρη της Ελλάδας κάλυψαν τον ήλιο. Η χώρα μετρά νέες πληγές πριν προλάβουν να κλείσουν εκείνες του Ιουλίου. Στη μακρά λίστα των πυρόπληκτων περιοχών προστέθηκαν το τελευταίο οκταήμερο η Αττική, η Αλεξανδρούπολη (από τις 19 Αυγούστου), ο Εβρος, η Ροδόπη, η Βοιωτία, η Εύβοια, η Καβάλα, η Κύθνος και δεκάδες άλλες. Πολλές διπλοκαμένες και τριπλοκαμένες.

Ο απολογισμός πάνω από τα αποκαΐδια του φετινού καλοκαιριού είναι πικρός: 27 νεκροί, 1,2 εκατ. στρέμματα καμένα, χιλιάδες χαμένες περιουσίες (σπίτια, χωράφια, κτηνοτροφικές μονάδες, βοσκοτόπια), αμέτρητα τα νεκρά ζώα, οικόσιτα και άγρια, πολλές οι απώλειες πολύτιμων φυσικών εκτάσεων, ανάμεσά τους ο Εθνικός Δρυμός της Πάρνηθας και ο μοναδικός βιότοπος της Δαδιάς.

Το 2023 κατατάσσεται ήδη (πριν ολοκληρωθεί η αντιπυρική περίοδος) στην τρίτη θέση της λίστας με τις πιο καταστροφικές χρονιές των τελευταίων δεκαετιών, με μικρή διαφορά από το 2021, οπότε είχαν παραδοθεί στις φλόγες 1,33 εκατ. στρέμματα (η «μαύρη» χρονιά για τη Βόρεια Εύβοια). Στην πρώτη θέση παραμένει το 2007 με 2,7 εκατ. στρέμματα καμένα, πολλά στην πολύπαθη Ηλεία.

Η Ελλάδα πάντα είχε και θα έχει δασικές πυρκαγιές και όπως λένε οι επιστήμονες, ελέω κλιματικής κρίσης θα γίνονται δριμύτερες. Ωστόσο οι αλλαγές στο κλίμα δεν… ανάβουν το φυτίλι στα δάση. Τα κάνουν ωστόσο πιο ευάλωτα. Μια γνώση που έχει τεκμηριωθεί εδώ και δεκαετίες από την επιστημονική κοινότητα και η Πολιτεία όφειλε να είναι προετοιμασμένη, βελτιώνοντας τις διαχρονικές αδυναμίες και τα κενά στη στρατηγική δασοπροστασίας, διαχείρισης και δασοπυρόσβεσης. Η εξάλειψη των πυρκαγιών δεν είναι εφικτή, είναι όμως η αντιμετώπισή τους εάν, όπως αναφέρουν στο «Βήμα» ειδικοί επιστήμονες, αλλάξουν η οργάνωση και ο σχεδιασμός.

Τα πρώτα λεπτά

Πρώτο δίδαγμα από την πολυετή εμπειρία αντιμετώπισης δασικών πυρκαγιών είναι η πρόληψη και η έγκαιρη επέμβαση. «Οι πυρκαγιές πρέπει να αντιμετωπίζονται τα πρώτα λεπτά, στη χειρότερη περίπτωση στο πρώτο μισάωρο, διαφορετικά το παιχνίδι χάνεται» επισημαίνει στο «Βήμα» ο καθηγητής στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας και διευθυντής του Εργαστηρίου Ανάλυσης και Διαχείρισης Ανθρωπογενών και Φυσικών Καταστροφών κ. Δημήτρης Εμμανουλούδης.

Οπως τονίζει ο ίδιος, πρέπει άμεσα να δημιουργηθεί ένα ανεξάρτητο Εθνικό Σώμα Πυροφυλακής, με δομή και παρουσία στο σύνολο της χώρας, το οποίο θα συνεργάζεται με τις δασικές υπηρεσίες και την Πυροσβεστική. Σύμφωνα με τον καθηγητή, τα 13 Περιφερειακά Επιχειρησιακά Κέντρα Πολιτικής Προστασίας που αναμένεται να εξοπλιστούν με ευφυή συστήματα παρατήρησης και πυρόσβεσης, drones κ.λπ. πρέπει να στελεχωθούν με ανθρώπινο δυναμικό, καλά εκπαιδευμένο στις συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής που θα επιτηρούν και θα επιχειρούν. «Η πυρκαγιά είναι η μοναδική φυσική καταστροφή που είναι σημειακή. Ξεκινά από μια σπίθα, έναν θάμνο, ένα δέντρο. Αν την προλάβουν στην αρχή μπορεί να σβήσει, διαφορετικά θα εξελιχθεί σε μεγα-πυρκαγιά» σημειώνει ο καθηγητής.

«Τη θερινή περίοδο μέλημα των πυροφυλάκων θα είναι η διαρκής φύλαξη των δασών της περιοχής ευθύνης τους με περιπολίες σε 24ωρη βάση και η άμεση κατάσβεση οποιασδήποτε μικροεστίας πυρκαγιάς. Εάν δεν καταστεί δυνατή η άμεση κατάσβεση θα συνεπικουρούν τις δυνάμεις της Πυροσβεστικής» υπογραμμίζει ο κ. Εμμανουλούδης.

Στη σημασία της δημιουργίας μιας Πυροφυλακής, αλλά υπό τη Δασική Υπηρεσία, αναφέρεται και ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Δασολόγων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΠΕΔΔΥ) κ. Νίκος Μπόκαρης. «Οσα εναέρια μέσα και πυροσβεστικά οχήματα κι αν διαθέτουμε, εάν η φωτιά πάρει διαστάσεις θα σταματήσει στη… θάλασσα» υποστηρίζει ο δασολόγος. Σύμφωνα με τον ίδιο, η στελέχωση πυροφυλακίων σε όλα τα δάση μπορεί να οργανωθεί καθιερώνοντας τον θεσμό του εθελοντή δασοφύλακα. «Οι εθελοντές θα υπηρετούν υπό τον έλεγχο της Δασικής Υπηρεσίας η οποία θα τους εκπαιδεύει, θα συμμετέχουν στην εποπτεία των δασών μαζί με τους μόνιμους δασοφύλακες. Περίπου 50 εκπαιδευμένοι εθελοντές σε κάθε δασική περιοχή αρκούν για να επιτηρούν με ψεκαστικό μηχάνημα. Εάν υπάρχει παρουσία, δεν καίγονται τα δάση» επισημαίνει.

Κάν’ το όπως η Γαλλία

Η σημασία της επέμβασης τα πρώτα κρίσιμα λεπτά μιας φωτιάς καταδεικνύεται περίτρανα από την πολιτική που εφαρμόζει επιτυχώς η Γαλλία. Η δαπανηρή στρατηγική πυρόσβεσης που υιοθέτησε το γαλλικό κράτος από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 αποδεικνύεται εξαιρετικά αποτελεσματική. Κι αυτό διότι οι εκτάσεις των καμένων έχουν μειωθεί, παρότι ο αριθμός των πυρκαγιών έχει αυξηθεί.

Η στρατηγική τους είναι απλή. Στις ευάλωτες περιοχές (με ξηρασία, υψηλές θερμοκρασίες, ισχυρούς ανέμους) εγκαθιστούν ειδικές αποστολές από πέντε ομάδες επέμβασης (περίπου εκατό άτομα) και δεκάδες οχήματα επέμβασης παντός εδάφους (με δυνατότητα μεταφοράς από 2.000 έως 12.000 λίτρα νερού). Επί του παρόντος, η Γαλλία διαθέτει 3.770 από αυτά τα οχήματα. Ετσι περιορίζεται ο χρόνος προσέγγισης και δράσης.

Μάλιστα, κάθε δεκαπενθήμερο το προσωπικό αλλάζει ώστε να ξεκουράζεται. Οι εθελοντές αντιπροσωπεύουν το 80% των 250.000 πυροσβεστών της χώρας και από το 2024 θα έχουν και «μπόνους» απαλλαγής από εισφορές έως 2.000 ευρώ ετησίως ανά εθελοντή πυροσβέστη. Βέβαια, η αποτελεσματικότητα της στρατηγικής των Γάλλων περιορίζεται όταν οι εστίες πυρκαγιών πολλαπλασιάζονται σε τοπικό επίπεδο.

Οι «μαύρες τρύπες» στο σύστημα δασοπυρόσβεσης

«Το σύστημα δασοπυρόσβεσης που εφαρμόζεται στην Ελλάδα είναι αποτυχημένο και πρέπει να αλλάξει» τονίζει ο δασολόγος κ. Ηλίας Αποστολίδης, συνιδρυτής της μελετητικής εταιρείας «Υλη», ο οποίος είχε συντονίσει τις μελέτες για την αποκατάσταση του δάσους της Βόρειας Εύβοιας μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2021. Οπως αναφέρει, δεν είναι δυνατόν να συμμετέχουν στην κατάσβεση η Πυροσβεστική, οι εθελοντές δασοπυροσβέστες και οι δήμοι και όχι η δασική υπηρεσία.
«Πρέπει να εμπλακούν με διακριτούς ρόλους η Πυροσβεστική και η δασική υπηρεσία, η οποία γνωρίζει καλύτερα την πρόληψη, την προ-καταστολή, την οργάνωση. Θέλει ειδικές γνώσεις για να χαράξεις… ζώνη άμυνας ανάλογα με το ανάγλυφο, τη βλάστηση κ.λπ. Δεν είναι δυνατόν να έχεις μια έμπειρη υπηρεσία και να μην τη χρησιμοποιείς. Απαιτείται σχέδιο επέμβασης ξεχωριστό για κάθε περιοχή» σημειώνει ο ίδιος.

Προβλήματα

Από την πλευρά του, ο κ. Μπόκαρης επισημαίνει ότι οι καταστροφές του τελευταίου δεκαημέρου ανέδειξαν τα προβλήματα στην πρόληψη και στην καταστολή των πυρκαγιών. «Η συζήτηση για σύστημα οργάνωσης, αντιπυρικού σχεδιασμού και εκτέλεσης στο πεδίο πρέπει να ξεκινήσει από μηδενική βάση. Ηταν τεράστιο λάθος ο αποκλεισμός το 1998 της δασικής υπηρεσίας» υπογραμμίζει. Για να βγει όμως από το περιθώριο πρέπει προηγουμένως να ενισχυθεί με προσωπικό και πόρους. «Ξεκίνησε διαδικασία προσλήψεων μέσω ΑΣΕΠ ( 200 δασολόγων, 200 δασοπόνων, 50 δασοφυλάκων και 50 διοικητικών), αλλά δεν έχει προχωρήσει. Εκκρεμεί και η προμήθεια 300 οχημάτων για περιπολίες στα δάση, αλλά για φέτος το χάσαμε το στοίχημα» σημειώνει ο κ. Μπόκαρης.

Στις μεγάλες φωτιές χρειάζονται όλοι, δασικοί, πυροσβέστες και ντόπιοι, προσθέτει. «Οι υπηρεσίες πρέπει να καταγράψουν σε κάθε οικισμό πόσοι πρέπει να το εγκαταλείψουν άμεσα σε περίπτωση φωτιάς (ηλικιωμένοι, άρρωστοι κ.ά.) και πόσοι μπορούν να βοηθήσουν π.χ. κόβοντας δέντρα και δημιουργώντας αντιπυρική ζώνη, συμβάλλοντας στην κατάσβεση με ψεκαστικά, αγροτικά μηχανήματα, υδροφόρες κ.ά.».
Ωστόσο, το «κλειδί» βρίσκεται και στη διαχείριση των δασών. Σύμφωνα όμως με τον κ. Αποστολίδη είναι πλέον οικονομικά ασύμφορη και πρέπει να δοθούν κίνητρα στους δασικούς συνεταιρισμούς για να επιστρέψουν οι άνθρωποι στα δάση.