Φωτογραφίες: Σίσσυ Μόρφη

Κέντρο Αθήνας. Οδός Πραξιτέλους. Ενα κατάστημα που θυμίζει το κέντρο μιας άλλης πόλης, τις στιγμές μιας άλλης εποχής. Ο ιδιοκτήτης του επισκευάζει χαλιά. Αριστερά και δεξιά του, δύο μικρά ξενοδοχεία. Λίγο πιο κάτω, στην οδό Σαρρή στου Ψυρρή: τρία ξενοδοχεία σε απόσταση λίγων μέτρων.

Επιστροφή στην οδό Καλαμιώτου, τον δρόμο που παραδοσιακά λειτουργούσαν τα υφασματάδικα. Και σήμερα υπάρχουν μαγαζιά που πωλούν υφάσματα, ωστόσο πολύ πιο λίγα. Δίπλα στα ρολά με τα βαμβακερά, τα τούλια και τα βελούδα, βλέπει κανείς ταμπέλες «Athens suites», «small hotel» ή απλώς «hotel» και πιο πέρα (σε συγκεκριμένες τοποθεσίες) λουκέτα με κωδικούς που «κρύβουν» τα κλειδιά κάποιου διαμερίσματος. Η εικόνα είναι παρόμοια σε όλο το κέντρο της Αθήνας – όχι μόνο στο εμπορικό τρίγωνο αλλά και στην Πλάκα, στην Κουμουνδούρου, στου Μακρυγιάννη.

Ενεργές στο Airbnb 2.018 κατοικίες

Αν μελετήσει κανείς τα διαδικτυακά στοιχεία ανάλυσης, στο εμπορικό τρίγωνο της Αθήνας σήμερα είναι ενεργές 2.018 Airbnb κατοικίες. Σε αυτές θα πρέπει να συνυπολογίσει κανείς τις 349 που καταγράφονται στην περιοχή της Ακρόπολης, τις 88 στο Γκάζι, τις 303 στον Κεραμεικό, τις 601 στην Ακαδημία Πλάτωνος, αν θέλει να μιλήσει για το κέντρο της πόλης. Πολλά σπίτια ωστόσο είναι κλειστά.

Ενδιαφέρον έχει και ο αριθμός των ξενοδοχείων που δημιουργήθηκαν πρόσφατα: Σε ολόκληρο τον κεντρικό τομέα της Αθήνας μέσα στα τελευταία τρία χρόνια (2020-2023) άνοιξαν 118 ξενοδοχεία, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος και με επεξεργασία του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων.

Τι μπορεί να σημαίνει αυτή η αλλαγή για εκείνους που κατοικούν μόνιμα εδώ και χρόνια στο κέντρο; Επιβαρύνει, δυσκολεύει ή διευκολύνει την καθημερινότητά τους; Συζητήσαμε για αυτή τη νέα πραγματικότητα με κατοίκους από την Πλάκα, το εμπορικό κέντρο, του Ψυρρή, την Κουμουνδούρου.

Γνώριμη εικόνα πλέον στην ελληνική πρωτεύουσα οι πολυκατοικίες με ειδικά συστήματα εισόδου για τα καταλύματα

Ομορφαίνει και καθαρίζει ο χώρος

Για όσους ζουν στο εμπορικό κέντρο και κοντά σε αυτό, εκεί που υπήρχε εγκατάλειψη τα τελευταία χρόνια, η αλλαγή βελτίωσε τον περιβάλλοντα χώρο. «Μόνο στο τετράγωνό μου», λέει κάτοικος της πλατείας Κουμουνδούρου, «βλέπω πια 4-5 περιποιημένα κτίρια, όμορφα φωτισμένα εκεί που πριν υπήρχε εγκατάλειψη, βρωμιά και σκουπίδια. Οι νέες τουριστικές υποδομές έτσι, κατά βάση λειτουργούν θετικά».

Η Ολγα Παπαδάκη που ζει στου Ψυρρή με τις δύο κόρες της θεωρεί ότι το κέντρο είναι ένα όμορφο μέρος για να ζει κανείς. «Το κέντρο είναι ένα χωριό, γνωριζόμαστε μεταξύ μας». Οταν ήταν μικρά τα παιδιά της, τα πήγαινε να παίζουν στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού και της Αρχαίας Αγοράς ή στου Φιλοπάππου. Συνυπολογίζει και το ότι παρέχει πολλές ευκαιρίες για τις δραστηριότητές τους (σχολές, δασκάλους κ.λπ.) αλλά και την εύκολη πρόσβαση.

Περιποίηση αλλά και ηχορρύπανση

Την τελευταία τριετία ήταν τεράστια η αύξηση στην Αθήνα των επιχειρήσεων που προσφέρουν φιλοξενία

Στην «επέλαση» του τουρισμού όμως αποδίδει θετικά και αρνητικά. Μιλώντας για τα θετικά αναφέρεται και εκείνη στη μεταμόρφωση των κτιρίων. «Από τον 4ο όροφο έβλεπα τις ταράτσες στα χαμηλά γύρω κτίρια, που ήταν σκουπιδότοποι με παλιοσίδερα. Σήμερα είναι περιποιημένες, καθαρισμένες, με ξαπλώστρες, τζακούζι». Στα θετικά προσθέτει και το γεγονός ότι με τους τουρίστες «ήρθαν» και τα σουπερμάρκετ – τα τελευταία 5 χρόνια άνοιξαν στην ευρύτερη περιοχή τρία.

Από την άλλη, παρατηρεί ότι σιγά-σιγά κλείνουν τα καταστήματα που απευθύνονται σε μόνιμους κατοίκους. «Ο κλειδαράς και το φωτογραφείο έκλεισαν και στη θέση τους άνοιξαν σουβλατζίδικα και brunch, μαγαζιά που απευθύνονται στους τουρίστες δηλαδή. Και όσα μένουν, έχουν γίνει πολύ ακριβά. Μόνο η Αθηνάς έχει μείνει ως δρόμος που δεν έχει μόνο φαγάδικα» λέει. Μιλάει επίσης και για την ηχορρύπανση, την κίνηση και τη δυσκολία στο παρκάρισμα.

Ποια αίσθηση γειτονιάς;

Για τις υψηλές τιμές στα ελάχιστα καταστήματα ειδών διατροφής που δεν έγιναν εστιατόρια ή μπαρ (όπως τα μανάβικα) μας μιλάει και η Ιωάννα Καρυπίδη. Και στην Πλάκα, τη γειτονιά της, άνοιξαν σχετικά πρόσφατα δύο σουπερμάρκετ – «των τουριστών», όπως τα αποκαλεί. «Είναι πανάκριβα και γεμίζουν σε χρόνο-ρεκόρ από ξένους που αγοράζουν τα φαγητά τους από εκεί». Η ίδια είναι γέννημα-θρέμμα της Πλάκας. Εδώ γεννήθηκε, εδώ πήγε σχολείο, εδώ, στην οδό Αδριανού, μένει και τώρα που εργάζεται.

Η «νέα τάξη πραγμάτων» στην Αθήνα έχει οδηγήσει και σε ιδιαίτερες επιχειρηματικές συνυπάρξεις, όπως αυτή του μανάβικου με τις θυρίδες φύλαξης αποσκευών

Το προβλήματα της γειτονιάς της δεν είναι τωρινά. Η ηχορρύπανση, τα τραπεζοκαθίσματα, το θέμα με το πάρκινγκ και την αυξημένη κυκλοφορία είναι χρόνια προβλήματα. «Θα έπρεπε να πεζοδρομηθεί. Είναι η μοναδική παλιά πόλη που δεν έχει κλείσει στα αυτοκίνητα». Οταν τη ρωτήσαμε για την αίσθηση γειτονιάς, γέλασε πικρά. «Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο». Και σε περιοχές που μέχρι πρόσφατα ήταν γειτονιές, η αίσθηση αυτή χάνεται. Για παράδειγμα, όπως μας έλεγε η Ελένη Μαρκοπούλου, κάτοικος Μακρυγιάννη (μιας περιοχής που έχει υποστεί τεράστια αλλαγή): «Τα βράδια του χειμώνα, όταν δεν υπάρχει τουρισμός, επικρατεί απόλυτη ερημιά. Τα καταστήματα (καφέ και εστιατόρια) που απευθύνονται στους τουρίστες είναι κλειστά. Σηκώνεις τα μάτια και κοιτάς τις πολυκατοικίες. Δεν βλέπεις φωτισμένα παράθυρα, όπως παλιότερα, μόνο κατεβασμένα ρολά».

Αισθητική υποβάθμιση

«Παλιά γνωρίζαμε τους γείτονες…»

Εμπορικό κέντρο, σε μια κλασική τεράστια πολυκατοικία της περιοχής, με στοά. Καταστήματα στο ισόγειο, γραφεία, βιοτεχνίες στους ενδιάμεσους ορόφους, 2-3 κατοικίες κοντά στην ταράτσα. Σε μια από αυτές κατοικεί και έχει το ατελιέ της από το 2006 η καλλιτέχνις Μαρία Δημητρίου. Ανεβαίνοντας για να τη συναντήσουμε, παρατηρούμε μια ανακοίνωση της διαχείρισης στον τοίχο του ασανσέρ και την παρατήρηση «γράψτε το και στα αγγλικά» με μαρκαδόρο… «Το έγραψε κάποιος για τα Airbnb που έχουν ανοίξει» μας λέει η κυρία Δημητρίου. «Είμαστε αρκετοί κάτοικοι στην περιοχή. Παλιότερα γνωρίζαμε τους γείτονες, τώρα πια αυτό χάνεται» λέει. Η ίδια εκτιμά ότι όσοι κάτοικοι δεν είναι και ιδιοκτήτες, θα αναγκαστούν να φύγουν από το κέντρο. Μας μιλάει για τις παρόδιες στοές που έχουν κλείσει από τα τραπεζοκαθίσματα, τα πανωσηκώματα που βλέπει κανείς από τις ταράτσες, τα καταστήματα που κλείνουν για να γίνουν σουβλατζίδικα ή μπιραρίες. Αυτό που την απασχολεί ιδιαίτερα είναι η αισθητική υποβάθμιση της περιοχής.