Οι διαδοχικοί καύσωνες, οι ανελέητες πυρκαγιές του Ιουλίου που ακολούθησαν σε Αττική, Ρόδο, Κέρκυρα, Εύβοια και αλλού, το πλήθος των καταστροφών που άφησαν πίσω τους και η απώλεια δυο νέων πιλότων της Πολεμικής Αεροπορίας, ηλικίας 27 και 34, στην Κάρυστο δοκίμασαν και θα δοκιμάσουν με τα πιθανά νέα πλήγματα στις καυτές και θυελλώδεις μέρες του Αυγούστου τις αντοχές της νέας κυβέρνησης Μητσοτάκη και έθεσαν, εκ των πραγμάτων, τις δικές τους προτεραιότητες από την αρχή της δεύτερης τετραετίας. Χωρίς αμφιβολία σε συνθήκες αφρικανικού καύσωνα τα πύρινα μέτωπα εξελίσσονται δυναμικά και δεν αφήνουν πολλά περιθώρια επιλογών και αντιδράσεων, πέραν των διασωστικών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν και ανθρώπινες απώλειες.
«Γενναίες και γρήγορες προσαρμογές»
Ο αρμόδιος νέος υπουργός Ενέργειας, Χωροταξίας και Περιβάλλοντος, κ. Θ. Σκυλακάκης, δεν τρέφει αυταπάτες. «Ολα τα ακραία φαινόμενα του καιρού είναι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής», τονίζει χαρακτηριστικά και επιμένει εμφατικά πως «όταν οδεύουμε προς αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά δυο με τρεις μονάδες, είναι φανερό πως το κλιματικό φαινόμενο είναι εδώ και θα μας απειλεί όλες τις εποχές του χρόνου, επιβάλλοντας γενναίες και γρήγορες προσαρμογές για την αντιμετώπισή του».
Ο κ. Σκυλακάκης δεν κρύβει ότι οι προσαρμογές, εξαιτίας του βάρους και του βάθους του προβλήματος, επιβάλλεται να είναι ευρύτατες και συνδυασμένες σε όλα τα μέτωπα, τόσο του αστικού όσο και φυσικού περιβάλλοντος. «Οι πόλεις μας πρέπει να αλλάξουν γιατί η ζωή σε αυτές θα γίνει αφόρητη, τα δάση θα χρειάζονται άλλου είδους προστασία και πρόνοιες ξεχωριστές, η χωροταξία μας επιβάλλεται να θέσει νέες προτεραιότητες, τα νησιά και οι θάλασσές μας επίσης χρήζουν πολύ διαφορετικής αντιμετώπισης», σημειώνει χαρακτηριστικά, μην κρύβοντας ότι «θα χρειαστούμε νέους σημαντικούς πόρους, πάμπολλα νέα μέσα και καινούργια εργαλεία πολιτικής για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά την κλιματική κρίση που δεν χωρεί αμφιβολία ότι μας απειλεί ευθέως πια».
Και όλα αυτά, κατά τον κ. Σκυλακάκη, «οφείλουμε να τα δούμε υπό το πρίσμα της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και της ενεργειακής μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τίποτε πια δεν είναι αδιάφορο, τίποτε δεν μπορεί να αφήνεται στην τύχη του…» επισημαίνει θέτοντας και την παράμετρο της κατανομής του πληθυσμού στην επικράτεια της χώρας. Ειδικά για την προστασία των δασών, επισημαίνει τον παράγοντα της μείωσης του πληθυσμού στην ύπαιθρο χώρα. «Στις πολλές προηγούμενες δεκαετίες τα χωριά έσφυζαν από ζωή, οι κάτοικοι της υπαίθρου είχαν άλλη στάση και συμπεριφορά απέναντι στα δάση, δούλευαν εντός αυτών και αξιοποιούσαν τα αγαθά τους, διακρίνονταν από αισθήματα αυτοσυντήρησης και προστασίας καθώς γνώριζαν ότι αποτελούσαν κρίσιμο κομμάτι της ύπαρξης και των δραστηριοτήτων τους. Τώρα ακόμη και τα περιαστικά δάση», επισημαίνει, «είναι παρατημένα και αφρόντιστα, έτοιμα να γίνουν παρανάλωμα της πρώτης πυρκαγιάς που θα ξεσπάσει στα όριά τους».
«Αναζητούμε εμπειρίες σε συγγενείς χώρες»
Ο κ. Σκυλακάκης δεν κρύβει ότι «είναι ανάγκη να οδηγηθούμε σε ενεργητική διαχείριση των δασών μέσω τοπικών συνεταιρισμών και με τη συνεργασία του ιδιωτικού τομέα να αξιοποιήσουμε τη συσσωρευμένη βιομάζα, ενισχύοντας την προσβασιμότητα με αντιπυρικές ζώνες και δασικούς δρόμους που θα επιτρέπουν την έγκαιρη επέμβαση των πυροσβεστικών δυνάμεων». Οταν ερωτάται πώς θα γίνει κάτι τέτοιο, δεν κρύβει τα πολλά εμπόδια και τις ακόμη περισσότερες δυσκολίες. «Αναζητούμε λύσεις και εμπειρίες σε συγγενείς χώρες της Μεσογείου, όπως το Ισραήλ που ταιριάζει πιο πολύ σε εμάς, αλλά δεν είμαστε ακόμη έτοιμοι για την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου σχεδίου, ικανού να μας προστατεύσει από τις πολλές συνέπειες της κλιματικής κρίσης». Ωστόσο επισημαίνει ότι υπάρχουν εδώ και χρόνια αναξιοποίητες, καταχωνιασμένες στα συρτάρια των υπουργείων και των περιφερειών, μελέτες διαχείρισης των δασών με πλήθος μέτρων και ενεργειών που ουδέποτε εφαρμόστηκαν. «Θα αξιοποιήσουμε κατ’ αρχήν αυτές και θα αναζητήσουμε εμπειρίες από άλλες χώρες» σημειώνει χαρακτηριστικά. Επιπλέον υπογραμμίζει ότι άλλη είναι η αντιμετώπιση δασών με υψηλά επίπεδα υγρασίας που συναντώνται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα και άλλη στα ξηρά της νησιωτικής και νότιας χώρας.
«Να τα δούμε από την αρχή»
Οπως και να έχει, όπως λέει ο υπουργός Ενέργειας, Χωροταξίας και Περιβάλλοντος, «όλα επιβάλλεται να τα δούμε από την αρχή υπό το πρίσμα του πολύπλοκου και απαιτητικού φαινομένου της κλιματικής αλλαγής και βεβαίως να αναλάβουμε ως κοινωνία το μεγάλο κόστος, το οποίο μόνο αδιάφορο δεν είναι σε ένα περιβάλλον δημοσιονομικών και άλλων περιορισμών». Είναι φανερό ότι θα χρειαστεί να δεσμευτούν νέοι πόροι για τον σκοπό αυτόν, να ανακατευθυνθούν άλλοι, να χρησιμοποιηθούν πολύ περισσότεροι άνθρωποι και βεβαίως να εκσυγχρονιστούν τα μέσα πυρόσβεσης, να αντικατασταθούν τα πεπαλαιωμένα πυροσβεστικά αεροσκάφη, όπως φανέρωσε η τραγική πτώση του Καναντέρ στην Κάρυστο και να διατεθούν πολύ περισσότερα κονδύλια για την προστασία των δασών. Επίσης, το πλήθος των νέων πόρων δεν μπορεί να αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια των δήμων και των περιφερειών να μη σπαταλώνται σε αλλότριους σκοπούς, παρά να ελέγχεται η χρήση τους. Το έργο αυτό ήδη ανατέθηκε στον υφυπουργό Εσωτερικών, κ. Θ. Λιβάνιο, ο οποίος θα φέρει και την ευθύνη διάχυσης, συντονισμού και παρακολούθησης χρησιμοποίησης των νέων πόρων στους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Λύσεις συνδυαστικές και ολιστικού χαρακτήρα
Σε κάθε περίπτωση έχουμε εισέλθει σε άλλη εποχή και οι λύσεις δεν μπορεί παρά να είναι συνδυαστικές και ολιστικού χαρακτήρα. Ενεργειακές, χωροταξικές και περιβαλλοντολογικές πολιτικές επιβάλλεται να συνυπάρξουν και προφανώς δεν μπορούν να συμβιβάζονται με συνωμοσιολογικού τύπου αντιδράσεις για την εγκατάσταση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στα βουνά και στις θάλασσές μας. Η κλιματική κρίση θέτει πλέον υπαρξιακού τύπου θέματα στην κοινωνία μας.