ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΝΔΙΝΟ

 

 

Το βρετανικό φιάσκο δεν έχει προηγούμενο. Από το 2016 και εντεύθεν η άλλοτε κραταιά και αξιοσέβαστη Μεγάλη Βρετανία χρειάστηκε να αλλάξει τέσσερις πρωθυπουργούς και πλέον αναζητεί πέμπτο.

Η περίπτωση της Λιζ Τρας ωστόσο ξεπέρασε και τους πιο ευφάνταστους. Δεν άντεξε παρά 44 ημέρες – λιγότερο από όσο διήρκεσε η εσωκομματική εκστρατεία για την ανάρρησή της στην ηγεσία των Συντηρητικών – και έφθασε να δηλώσει με αφοπλιστική ειλικρίνεια στο Κοινοβούλιο ότι δεν δύναται, δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τα πρωθυπουργικά της καθήκοντα!

Είχε προηγηθεί το παράταιρο, προς τις διεθνείς και εσωτερικές συνθήκες, πακέτο οικονομικών μέτρων, το οποίο αμφισβητήθηκε εντόνως από τις αγορές και ανάγκασε την Τράπεζα της Αγγλίας να προβεί σε μαζικές αγορές ομολόγων, ξοδεύοντας περισσότερα από 65 δισ. λίρες, προκειμένου να αμβλύνει τις δυσμενέστατες εντυπώσεις, να ελέγξει, κατά το δυνατόν, τη βύθιση της στερλίνας και να αποτρέψει τη χρεοκοπία των ασφαλιστικών ταμείων!

Η ανερμάτιστη πολιτική της Τρας άφησε πίσω της πραγματικό χάος και τη Μεγάλη Βρετανία παραπαίουσα, να αναζητεί ασθμαίνουσα νέα ηγεσία, χωρίς να είναι απίθανο να αποδεχθεί ακόμη και την επανάκαμψη στην πρωθυπουργία του προσφάτως εκδιωχθέντος Μπόρις Τζόνσον.

Ωστόσο, όλες οι επιλογές ηγεσίας των τελευταίων έξι ετών ορίζονται από το στρατηγικό λάθος του Brexit.

Το βρετανικό πολιτικό σύστημα ευθύνεται πλήρως για τη μακρά κρίση στην οποία περιήλθε η μεγάλη αυτή χώρα.

Παρασύρθηκε από τα κύματα λαϊκισμού και συνωμοσιολογίας που επικράτησαν στη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας. Επηρεάστηκε αρχικώς από του Ντόναλντ Τραμπ τις ανιστόρητες τρέλες περί προστατευτισμού, παγιδεύθηκε στη συνέχεια σε εκείνες τις ανεκδιήγητες καμπάνιες του Φάρατζ εναντίον του «πολωνού υδραυλικού» και αργότερα υποτίμησε τη δύναμη και τις δυνατότητες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως και την κάλυψη και την επιβεβαίωση που της προσέφερε η συμμετοχή της στο ευγενέστερο μεταπολεμικό πολιτικό οικοδόμημα του σύγχρονου κόσμου.

Αργότερα γοητεύθηκε από τις αυτοκρατορικού τύπου μεγαλομανίες του Μπόρις Τζόνσον περί αναβίωσης του μεγαλείου της Κοινοπολιτείας και των ειδικών εμπορικών συμφωνιών και σχέσεων με τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, την Ινδία, τη Νότια Αφρική, τον Καναδά και άλλες χώρες.

Τίποτε από όλα αυτά δεν «έτρεξε», ούτε επιβεβαιώθηκε στη διάρκεια της τελευταίας εξαετίας, παρά αντιθέτως φανερώθηκε με ένταση η μεγάλη σημασία της αλληλοσύνδεσης και αλληλεξάρτησης των οικονομιών στον σύγχρονο ανοιχτό και διασυνδεδεμένο κόσμο.

Αυτό είναι και το μέγα βρετανικό στρατηγικό λάθος. Το οποίο προφανέστατα δεν δύνανται να διαχειριστούν πρόσωπα και δυνάμεις που ορίζονται και πιστεύουν σε αυτό.

Κατά βάση η Μεγάλη Βρετανία έχασε τον δρόμο της. Διέρρηξε μια σχέση που της έδινε δυνάμεις, πόρους και αίγλη και τώρα αντιμετωπίζει σε όλες τις εκφάνσεις της οικονομικής και κοινωνικής ζωής την εκδίκηση του «πολωνού υδραυλικού», αλλά και τον μαρασμό του Σίτι και μαζί τη φυγή πανίσχυρων πολυεθνικών σχημάτων που πέραν των άλλων διεκδικούσαν και την ευρωπαϊκή ομπρέλα και ασφάλεια.

Κακά τα ψέματα, η Μεγάλη Βρετανία δεν θα καταφέρει να εξέλθει από την τρέχουσα κρίση χωρίς να επιχειρήσει γενναία στρατηγική στροφή και αλλαγή.

Και αυτό είναι ίσως το μέγα μήνυμα που εκπέμπεται τούτες τις μέρες από το Λονδίνο. Με λαϊκιστικές και συνωμοσιολογικές προσεγγίσεις δεν ερμηνεύεται ο σύγχρονος κόσμος, ούτε τα έθνη και οι λαοί μπορούν να πορεύονται με άλματα στο κενό, χωρίς πυξίδα και σταθερές.

Προς γνώση και συμμόρφωση λοιπόν, γιατί και εδώ επικρατούν, κατά καιρούς, αλόγιστες, αστόχαστες και ανορθολογικές προσεγγίσεις, παρά τις πικρές εμπειρίες του πρόσφατου παρελθόντος.

 

ΤΟ ΒΗΜΑ