Κατοικώ σ’ ένα σπίτι που αγαπώ πολύ. Το σχεδίασε και το έχτισε ο πατέρας μου το 1976, με όσα χρήματα του περίσσευαν και υλικά της εποχής, στη φιλοσοφία του μοντερνισμού: σιδερένιο σκελετό, κόντρα πλακέ θαλάσσης με μόνωση για τοίχους, ξύλινα κουφώματα. Από τα παράθυρα μπαίνει όλος ο κήπος μέσα, νιώθεις στην αγκαλιά της φύσης. Και είσαι. Είναι ένα κτίσμα εκτεθειμένο στην υγρασία κοντά στη θάλασσα, στις βροχές, στους αέρηδες, στους καύσωνες του καλοκαιριού.

Δεν ήταν σχεδιασμένο να αντέξει περισσότερο από τριάντα χρόνια· μετά θα μπαίναμε στο σχέδιο πόλεως και τη θέση του θα έπαιρνε κάτι εξίσου όμορφο μα λιγότερο ευάλωτο. Ομως τα χρόνια πέρασαν, στο σχέδιο δεν μπήκαμε, ο πατέρας μου αρρώστησε κι ύστερα πέθανε, και φτάσαμε το σπίτι αυτό να μετράει σχεδόν πενήντα αναπάντεχα χρόνια ζωής.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω