«Αλβανός άρπαξε πρόβατο και εξαφανίστηκε με μηχανάκι χωρίς να φοράει κράνος». Κάπως έτσι μπορεί να περιγραφόταν πριν από καμιά τριανταριά χρόνια η συγκινητική εικόνα που απαθανάτισε ο φωτορεπόρτερ Θανάσης Σταυράκης με τον εθελοντή Ολσιέν Μουτσομπέγκα να σώζει την προβατίνα Μέλπω από τις φλόγες που κατέκαψαν πρόσφατα την Αχαΐα.
Διότι τότε, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, ήταν μια ιδανική ευκαιρία για τον μέσο Ελληνα και τη μέση Ελληνίδα να κάνει εντατικές ασκήσεις στον ρατσισμό του με μειωτικές αναφορές στους αλβανούς μετανάστες και μετανάστριες, με τα γνωστά ανέκδοτα, με τη δεδομένη καχυποψία.
Τα σχόλια
Ψάχνοντας να βρω παραπάνω στοιχεία για τον 33χρονο φιλόζωο έπεσα σε ένα σχετικό διαδικτυακό δημοσίευμα το οποίο συνοδευόταν από σχόλια αναγνωστών της ιστοσελίδας. Σχεδόν τα μισά από αυτά τα σχόλια ήταν ένα μικρό ταξίδι στον χρόνο, ακριβώς εκεί λίγο πριν από την έλευση του 21ου αιώνα. (Κοίταξα λίγο και στις διπλανές στήλες, μήπως υπήρχαν δηλώσεις του Κώστα Καραμανλή κατά της κυβέρνησης Σημίτη.) Επαναλαμβάνονταν στερεοτυπικές αντιλήψεις, απροκάλυπτα κόμπλεξ ανωτερότητας και παλιά ρατσιστικά αστειάκια. Αραγε, τι κάνει ακόμη μια μερίδα της κοινωνίας να αντιμετωπίζει έτσι τους μετανάστες, και μάλιστα τους πιο ενσωματωμένους; Τόσο πολύ αισθανόμαστε απόγονοι του Πλάτωνα που ανησυχούμε μην αλλοιωθεί ο πληθυσμός μας; Το ζωώδες μας ένστικτο που ενεργοποιεί μια αυτόματη επιφύλαξη απέναντι στο διαφορετικό δεν έχει αμβλυνθεί έπειτα από τόσα χρόνια συνύπαρξης;
Εντάξει, ομολογώ ότι οι μετανάστες δεν θα λάβουν επιδοτήσεις από τον ΟΠΕΚΕΠΕ ή δεν θα πάρουν με απευθείας ανάθεση κάποιο έργο του Δημοσίου, οπότε αυτοί και οι οικογένειές τους δεν θα ψηφίσουν κι αναλόγως (όταν και αν αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου). Αλλά ας μη στεκόμαστε μόνο στα ελαττώματά τους. Ισως, σε έναν κόσμο υπό διαμόρφωση σαν αυτόν που ζούμε, θα ήταν καλύτερο να εστιάσουμε σε αυτά που έχουν να προσφέρουν, με πρώτο και καλύτερο ότι όντως μπορούν να αλλοιώσουν τον ελληνικό πληθυσμό. Να τον κάνουν πιο ποικιλόμορφο, να τον μυήσουν σε νέες συνήθειες, να του προτείνουν νέες ενδυμασίες, να τον χορτάσουν με νέες συνταγές. Δηλαδή εκ των πραγμάτων να τον κάνουν μεγαλύτερο. Οσοι κόπτονται – και δικαίως – για το Δημογραφικό και για το Ασφαλιστικό μπορεί να έχουν τη λύση έξω από την πόρτα τους. Και, συνδέοντας Ασφαλιστικό και μετανάστες, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτοί οι άνθρωποι συμπληρώνουν ήδη πολλά κενά του συστήματος στην αγορά εργασίας. Και μάλιστα σε θέσεις απασχόλησης που οι γηγενείς απαξιώνουν επειδή τις θεωρούν δύσκολες ή απλά πολύ κοπιαστικές, όπως στη γεωργία, στην οικοδομή, στην εστίαση. Κάπως σαν τους Ελληνες, όταν μετανάστευαν για μια καλύτερη ζωή στις ΗΠΑ και – κατά το γνωστό στερεότυπο – ξεκινούσαν το κυνήγι του αμερικανικού ονείρου πλένοντας πιάτα.
Ζωή και τέχνη
Αλλά, μεταξύ μας, ακόμα κι αν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό δεν μπορούμε να τα δεχτούμε ως κοινωνία, όλα αυτά τα ξέραμε. Δεν χρειαζόμασταν την εικόνα του συμπαθούς Ολσιέν με την τρομαγμένη Μέλπω για να τα γνωρίσουμε. Αυτό που στην πραγματικότητα μάθαμε είναι ότι στην Ελλάδα της σπαλομπριζόλας, του κοτομπέικον και της συκωταριάς υπάρχουν vegan φάρμες, σε μία εκ των οποίων βρήκε καταφύγιο η προβατίνα. Και σκεφτόμουν την ειρωνεία κάποιοι αγνοί φιλόζωοι να έχουν φτιάξει από το υστέρημά τους ένα μέρος για να επιβιώσουν τα οικόσιτα ζώα και από την άλλη το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης να έχει διοργανώσει (πιθανότατα με τις καλύτερες προθέσεις) μια έκθεση για να προβάλλει την εκμετάλλευση των ζώων, χωρίς να έχει εξασφαλίσει ότι το εστιατόριο στον ίδιο χώρο δεν θα σερβίρει κόκορα και παϊδάκια! Καμιά φορά είναι ωραίο η ζωή να μη μιμείται την τέχνη…





