Δεν είναι μόνο η συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζιδάκι εκείνο που δίνει στο 2025 μια νότα επετειακή.

Καθώς τις νότες μπορούμε να τις βρούμε και σε τέχνες διαφορετικές από τη μουσική, και επειδή η ποίηση από κτίσεώς της ορίζεται, και σωστά, ως μουσική των λέξεων, δεν θα ήταν άσκοπο να μιλήσουμε και για την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννηση του Μανόλη Αναγνωστάκη· ιδέα εύλογη αν σκεφτούμε τη σημασία του έργου αυτού του ποιητή, ο οποίος ανήκει στην ίδια ηλικιακή γενιά με τους δύο συνθέτες – στην πρώτη μεταπολεμική – η οποία με το καλλιτεχνικό σθένος της δημιούργησε, μετά το τέλος του Εμφυλίου, την πολιτισμική άνοιξη της δεκαετίας του 1960, που τόσο ωμά ανέκοψε η χουντική δικτατορία.

Aλλωστε τιμητικές πρωτοβουλίες για την επέτειο Αναγνωστάκη έχουν ήδη προγραμματιστεί από τον δραστήριο «Ομιλο Φίλων του Μανόλη Αναγνωστάκη», το «Σχέδιο δράσεων» του οποίου «για το 2025» περιλαμβάνει όχι λίγες εκδηλώσεις για το έργο του στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και στις πρωτεύουσες των νομών της Κρήτης: ημερίδες, παρουσιάσεις βιβλίων του, συναυλίες μελοποιημένων από τον Μίκη Θεοδωράκη και από άλλους ποιημάτων του, «Αφιερώματα» (στη Διεθνή Εκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης και στο Φεστιβάλ Βιβλίου των Χανίων) και λοιπά.

Η πρώτη από αυτές τις εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκε ήδη, στις 17 Ιανουαρίου στην Αθήνα, με την παρουσίαση της Βιβλιογραφίας Μανόλη Αναγνωστάκη (1941-2023) του Δημήτρη Δασκαλόπουλου – έκδοση του «Ομίλου Φίλων» του ποιητή, που τυπώθηκε πρόσφατα (Μάιος 2024) με την τεχνική συνεργασία των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, από τις οποίες πρόκειται να εκδοθεί, εντός του επετειακού έτους, ο τόμος Εισαγωγή στην ποίηση του Μανόλη Αναγνωστάκη: Επιλογή κριτικών κειμένων για το έργο του (φιλολογική επιμέλεια Δημήτρης Κόκορης). Επιπλέον μια ανθολογία ποιημάτων και κριτικών κειμένων του Αναγνωστάκη (φιλολογική επιμέλεια Δημήτρης Δασκαλόπουλος) πρόκειται να εκδοθεί από το «Ιδρυμα Τάκης Σινόπουλος».

Η κατάρτιση των τριών αυτών βιβλίων, 20 χρόνια μετά τον θάνατό του, είναι ενδεικτική του status του Αναγνωστάκη στη σημερινή ποιητική μας ανθρωπογεωγραφία. Η Βιβλιογραφία του – μία ακόμη σπουδαία δουλειά του Δασκαλόπουλου μετά τις κορυφαίες του βιβλιογραφήσεις του Καβάφη και του Σεφέρη – παρέχει (με το «Εργοβιογραφικό» της μέρος) μια πανοραμική εικόνα του έργου του Αναγνωστάκη και (με το «Φιλολογικό») μιαν ακτινογραφία της υποδοχής του από την κριτική, ενώ ο τόμος των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης, με την εξιστόρηση της πορείας αυτής της υποδοχής («Εισαγωγή») και με την παράθεση των σημαντικότερων, κατά την κρίση του επιμελητή της έκδοσης, τεκμηρίων της («Επιλογή κριτικών κειμένων»), προσφέρει ένα δείγμα μικροσκοπικής απεικόνισης της κριτικής μας των τελευταίων 70 χρόνων. Μαζί με την ανθολόγηση του Αναγνωστάκη από τον Δασκαλόπουλο θα έχουμε μιαν ολοκληρωμένη εικόνα του έργου και της πρόσληψής του.

Πριν από 30 χρόνια – για την ακρίβεια, το 1994 –, πιστεύοντας ότι εκφράζω και τη γνώμη ορισμένων προσεκτικών μελετητών του Αναγνωστάκη, διατύπωνα σε μια μελέτη μου με τίτλο «Ξαναδιαβάζοντας τον Αναγνωστάκη» την άποψη ότι υπάρχει μια ασυμφωνία ανάμεσα στο αίσθημα που νιώθουμε σήμερα διαβάζοντας τα ποιήματά του και στο αίσθημα που τα ποιήματα αυτά πιστεύεται ότι εκφράζουν.

Η ασυμφωνία, έλεγα, «απορρέει από το γεγονός ότι εξακολουθούμε βασικά να ερμηνεύουμε την ποίηση του Αναγνωστάκη με τον τρόπο που την ερμήνευε η κριτική την εποχή της δημοσίευσής της· τρόπος που, ήδη τότε, καθοριζόταν περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε από την ανάγνωση των στίχων του υπό το πρίσμα του υπόλοιπου βίου του ποιητή και των γεγονότων της εποχής του». Αναφερόμουν στην ποιητική παραγωγή του Αναγνωστάκη την πριν από τα ποιήματα του Στόχου (συλλογής του 1970), γιατί τα ποιήματα αυτού του βιβλίου είναι όντως πολιτικά· είναι το μόνο βιβλίο στο οποίο ταιριάζει αδιαμφισβήτητα η ετικέτα του πολιτικού ποιητή, που είχε επικολληθεί στο συνολικό έργο του Αναγνωστάκη.

Με την άποψή μου αυτή δεν ήθελα να αμφισβητήσω την πολιτική ή ιδεολογική διάσταση της πριν από το 1970 ποίησης του Αναγνωστάκη. Εκείνο που ήθελα να πω ήταν ότι η ποίηση αυτή είναι λιγότερο πολιτική ή κοινωνική απ’ ό,τι πιστευόταν και ότι με τον τρέχοντα χαρακτηρισμό της την αδικούσαμε· ότι ο Αναγνωστάκης είναι ο λιγότερο πολιτικός από τους πολιτικούς ποιητές της γενιάς του (Λειβαδίτης, Πατρίκιος, Αλεξάνδρου, Κατσαρός, Δούκαρης, Κύρου, Θασίτης)· και ότι «η ποίησή του περιέχει στοιχεία τα οποία – καθώς σήμερα [δηλαδή το 1994] έχουν υποχωρήσει ορισμένες συντεταγμένες που τα σκίαζαν – έχουν γίνει ορατά και απαιτούν τον προσδιορισμό τους».

«Σήμερα», κατέληγα, «μπορούμε να αντιληφθούμε ότι ο βίος του Αναγνωστάκη ως ποιητή και η πολιτεία του ως ανθρώπου δεν είναι πράγματα ομόλογα· ότι περισσότερο από ιδεολογικός ποιητής ο Αναγνωστάκης είναι υπαρξιακός ποιητής».

Εξίσου σημαντικό με το ποιητικό είναι και το κριτικό έργο του Αναγνωστάκη, παρότι ο ίδιος έλεγε ότι η ενασχόλησή του με την κριτική ήταν «μη συστηματική και σποραδική» – χαρακτηρισμοί που δεν θα πρέπει να τους παίρνουμε τοις μετρητοίς, αν αξιολογήσουμε τα κριτικά του κείμενα με γνώμονα τους στόχους τους που είναι στόχοι κεντρικοί ως προς τη μελέτη του λογοτεχνικού φαινομένου. Θα το συνόψιζα με τη φράση «ο Αναγνωστάκης είναι ο πρώτος αντιδογματικός κριτικός της Αριστεράς» (τις αντιδογματικές του θέσεις τις διατυπώνει ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1950).

«Αρνούμαι την ταύτιση ιδεολογίας και έργου τέχνης», γράφει· «ο λογοτέχνης δεν έχει ή δεν πρέπει να έχει καμμία δέσμευση ή υποχρέωση ή οφειλή. Καμμία οδηγητική αρχή δεν μπορεί να επηρεάζει τη δημιουργική δουλειά του» – credo που το υπογραμμίζει και ο τίτλος της συλλογής των κριτικών «άρθρων και σημειωμάτων» του (Αντιδογματικά, 1978).

 Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι ομότιμος καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.