Οι βίαιες διαδηλώσεις και η επέμβαση στρατιωτικών δυνάμεων πριν από δύο εβδομάδες στο Λος Αντζελες των Ηνωμένων Πολιτειών πιθανόν να μας φαίνονται κάτι απόμακρο, σχεδόν εξωτικό. Μας αφορούν όμως άμεσα. Αν διεισδύσουμε στις αιτίες που προκάλεσαν τα επεισόδια, αν δούμε σε όλη της την έκταση τη διαμάχη που τα περιβάλλει, θα συνειδητοποιήσουμε ότι έχουμε πολύ σημαντικά διδάγματα να αποκομίσουμε για εμάς εδώ στην Ευρώπη για το ίδιο ζήτημα: τη μετανάστευση. Οι ακραίες, δυναμικές λύσεις που προτείνονται στην Ευρώπη από κόμματα με σημαία τους την αντιμεταναστευτική ρητορική αποδεικνύονται, στη μεγάλη αμερικανική δημοκρατία του προέδρου Τραμπ, πρακτικώς ανεφάρμοστες.
Τα «καταφύγια»
Οι ταραχές ξέσπασαν όταν υπάλληλοι της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Μετανάστευσης επιχείρησαν να συλλάβουν παράτυπους μετανάστες σε περιοχή του Λος Αντζελες της Πολιτείας Καλιφόρνια με πληθυσμό προερχόμενο από μετανάστευση. Η αντίδραση των πολιτών ήταν τόσο έντονη ώστε ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών χρειάστηκε να κινητοποιήσει την Εθνοφρουρά και τους πεζοναύτες προκειμένου να επιβληθεί η τάξη. Αυτό, όμως, προκάλεσε μεγαλύτερη αναστάτωση.
Εθνοφρουρές βρίσκονται σε κάθε Πολιτεία των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι στρατιωτικά σώματα, αλλά η ιδιαιτερότητά τους έγκειται στο ότι, υπό κανονικές συνθήκες, υπάγονται στη διοίκηση του κυβερνήτη της Πολιτείας όπου είναι εγκατεστημένες και όχι του προέδρου. Μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις μπορεί να αναλάβει τη διοίκησή τους ο πρόεδρος. Και τέτοια έκτακτη περίπτωση – που τη χαρακτήρισε «εξέγερση» – έκρινε ο πρόεδρος Τραμπ ότι υφίστατο εδώ.
Να όμως που ο κυβερνήτης της Καλιφόρνιας διαφώνησε. Η Πολιτεία του έχει αυτοανακηρυχθεί σε «Πολιτεία-καταφύγιο» υπέρ των παράτυπων μεταναστών που αναζητούνται από τις ομοσπονδιακές δυνάμεις για να απελαθούν. Οι υπηρεσίες της Πολιτείας δεν συνεργάζονται με τους ομοσπονδιακούς υπαλλήλους και το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών δεν τους υποχρεώνει σε συνεργασία. Δεν θα βοηθήσουν με θετικές τους ενέργειες τους διωκόμενους να μην εντοπιστούν, αλλά και δεν θα σπεύσουν να γνωστοποιήσουν στις ομοσπονδιακές αρχές τα στοιχεία που διαθέτουν για αυτούς.
Αν η Ομοσπονδία θέλει να εφαρμόσει τη μεταναστευτική της πολιτική, όπως έχει αποκλειστικό συνταγματικό δικαίωμα, ας την εφαρμόσει με το δικό της προσωπικό, όχι με το προσωπικό της Πολιτείας. Αυτή ήταν η θέση του κυβερνήτη.
Ο «φραγμός»
Καίρια είναι η ανθρωπιστική πλευρά της υπόθεσης. Οι ομοσπονδιακοί υπάλληλοι αναζητούσαν και συνελάμβαναν τους παράτυπους μετανάστες σε νοσοκομεία όπου ένα επείγον περιστατικό τούς είχε οδηγήσει, σε σχολεία όπου πήγαιναν να παραλάβουν τα παιδιά τους, σε δικαστήρια όπου προσέρχονταν για να υποστηρίξουν την υπόθεσή τους, σε ναούς όπου λάτρευαν τον θεό τους. Ακόμη και κατά την απονομή πτυχίων σε φοιτητές παράτυπους μετανάστες οι υπάλληλοι της υπηρεσίας μετανάστευσης έσπευδαν να ασκήσουν την αρμοδιότητά τους.
Αυτή η συμπεριφορά των ομοσπονδιακών οργάνων εξήγειρε την ευαισθησία του κόσμου, ο οποίος με τις διαδηλώσεις του – βίαιες πράγματι – απέρριψε ό,τι αντιλαμβανόταν ως αυθαιρεσία. Ορθωνε σε αυτή, με τον δικό του τρόπο, φραγμό.
Ενας ομοσπονδιακός πρωτοδίκης διέταξε την αναστολή ισχύος της απόφασης του προέδρου Τραμπ να υπαγάγει την Εθνοφρουρά στη δική του ευθύνη. Ομως, αμέσως το εφετείο της περιοχής ανέστειλε την εφαρμογή της πρωτοβάθμιας απόφασης. Αναδεικνύονται, λοιπόν, και οι τριβές μεταξύ των βασικών φορέων του ομοσπονδιακού συστήματος των Ηνωμένων Πολιτειών: η κυβέρνηση που επιχειρεί να εφαρμόσει την πολιτική της με όργανα υπό την εξουσία της και μια Πολιτεία με αντίθετη πολιτική φιλοσοφία που αρνείται να συμπράξει.
Τα «αντίβαρα»
Στα πρόσφατα επεισόδια υπήρχε όμως και προϊστορία. Δύο μόλις μήνες πριν, το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών είχε αποφασίσει ομόφωνα – κάτι που αξίζει να τονιστεί – ότι κάθε απελαυνόμενος έχει ένα διπλό δικαίωμα δικαστικής προστασίας, το οποίο πρέπει να μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικά: ένα δικαίωμα να εξεταστεί από δικαστή η νομιμότητα της κράτησής του και ένα άλλο δικαίωμα, που δεν πρέπει να συγχέεται με το πρώτο, το δικαίωμα δικαστικής εξέτασης της νομιμότητας της απόφασης για την απέλασή του. Κάτι που σημαίνει – όσο κι αν δεν λέγεται ρητά – ότι ομαδικές απελάσεις δεν επιτρέπονται. Τι συνεπάγεται αυτό σε μια χώρα με 12 εκατομμύρια παράτυπους μετανάστες, όπου ο καθένας έχει τη δική του προσωπική ιστορία να αφηγηθεί, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς. Το σύστημα απλώς δεν μπορεί να λειτουργήσει, όσοι χώροι προσωρινής κράτησης κι αν βρεθούν, όσα δικαστικά όργανα κι αν δικάζουν.
Ιδίως αν συμπεριλάβει κανείς και τη βαρύτητα που προστίθεται στη διαδικασία από το ενδιαφέρον μιας κοινωνίας πολιτών, ευαίσθητης σε ζητήματα κράτους δικαίου, που κινητοποιείται μέσω μη κυβερνητικών οργανώσεων για την υπεράσπιση των ευάλωτων ατόμων.
Σε κάθε τους βήμα, οι ομοσπονδιακές αρχές θα βρουν σθεναρή αντίσταση απέναντί τους – είτε στον δρόμο, με διαδηλώσεις, είτε στα δικαστήρια, με προσφυγές. Αλλωστε, «Πολιτείες-καταφύγια» δεν είναι μόνο όσες κυβερνώνται από Δημοκρατικούς κυβερνήτες. Υπάρχουν και Πολιτείες με ρεπουμπλικανικές κυβερνήσεις και πόλεις ακόμη εντός ρεπουμπλικανικών Πολιτειών που αυτοανακηρύσσονται ως καταφύγια. Και να μην ξεχνάμε τους ομοσπονδιακούς δικαστές, που κι αυτοί βρίσκουν τρόπους να προβάλλουν τη δική τους αντίσταση.
Συμπεράσματα
Τι να συμπεράνουμε από όλα τα παραπάνω; Αβίαστα μπορούμε να συναγάγουμε ότι όπου λειτουργεί το κράτος δικαίου, όπου τα στοιχειώδη δικαιώματα του ανθρώπου τυγχάνουν προστασίας, όπου η κοινωνία των πολιτών είναι ενεργή και οι κρατικοί λειτουργοί δεν είναι αδιάφοροι, σκληρές αντιμεταναστευτικές πολιτικές που στηρίζονται στην αστυνομική βία και σε de facto μαζικές απελάσεις δεν έχουν πιθανότητες επιτυχίας.
Είναι εξ ορισμού, λόγω της ευρύτητας του φαινομένου, «στάχτη στα μάτια».
Αλλες μάχες πρέπει να δοθούν – με ανθρωπιστικό πρόσημο – στις χώρες από όπου προέρχονται οι μετανάστες, για να ορθοποδήσουν, καθώς και κατά των διακινητών, που εκμεταλλεύονται αδίστακτα τον ανθρώπινο πόνο, ώστε να εκλείψουν.
Ας τα έχουν αυτά υπόψη τους οι συμπατριώτες μας που πιστεύουν στις εύκολες λύσεις για την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης. Δεν υπάρχουν – ούτε καν στη χώρα όπου κυβερνά ο πρόεδρος Τραμπ.
Ο κ. Ιωάννης Σαρμάς είναι τέως υπηρεσιακός πρωθυπουργός, επίτιμος πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.





