Η επίθεση του Ισραήλ στο Ιράν αποτελεί ένα επικίνδυνο βήμα στρατηγικής κλιμάκωσης με στόχο τη γενίκευση της πολεμικής έντασης στη Μέση Ανατολή. Ο Νετανιάχου προφανώς επιχειρεί, μέσω της κλιμάκωσης, να αλλάξει το αφήγημα και να αποκαταστήσει τον ρόλο του Ισραήλ ως του βασικού συμμάχου της Δύσης στην περιοχή.
Η επιλογή του χρόνου δεν είναι τυχαία. Το Ισραήλ βρίσκεται υπό διεθνή διπλωματική πίεση. Οι κατηγορίες για γενοκτονία στη Γάζα, η αυξανόμενη πίεση από διεθνή δικαστήρια, η επιδείνωση των σχέσεων με χώρες της Δύσης, όλα συνθέτουν μια εικόνα πολιτικής και διπλωματικής πίεσης αλλά και επικοινωνιακής ήττας στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης. Μπροστά στην προοπτική απώλειας της ηθικής και γεωπολιτικής νομιμοποίησης, η ισραηλινή ηγεσία προτάσσει τον πόλεμο ως εργαλείο ανατροπής των όρων του παιχνιδιού.
Η επίθεση στο Ιράν δεν επιδιώκει την εξουδετέρωση μιας άμεσης απειλής. Επιδιώκει τη δημιουργία ενός νέου γεωπολιτικού πλαισίου, στο οποίο το Ισραήλ θα καταστεί ξανά «αναντικατάστατο» για τους δυτικούς συμμάχους. Η απειλή ενός περιφερειακού πολέμου λειτουργεί ως υπενθύμιση: χωρίς το Ισραήλ, η Δύση δεν έχει έρεισμα στην Ανατολή. Το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: «είμαστε ο τελευταίος στρατηγικός σύμμαχος που σας έμεινε».
Ταυτόχρονα, αυτή η κίνηση εξυπηρετεί και έναν βαθύτατα εσωτερικό στόχο: την πολιτική επιβίωση του ίδιου του Νετανιάχου. Με την κοινωνία διχασμένη, τις απώλειες στρατιωτών να αυξάνονται και τη δημόσια δυσαρέσκεια να διογκώνεται, ο Νετανιάχου βρίσκεται σε διαρκή πολιτική κρίση. Η πίεση για εκλογές εντείνεται, ενώ σημαντικά τμήματα του πολιτικού και δημοσιογραφικού κατεστημένου τον αμφισβητούν ανοιχτά. Ο πόλεμος προσφέρει διέξοδο: φόβο, παράταση του έκτακτου, πολιτική συσπείρωση και τεχνητή αναστολή της λογοδοσίας.
Ομως πρόκειται για παιχνίδι με τη φωτιά. Η Μέση Ανατολή είναι ήδη σε κατάσταση αποσταθεροποίησης: Χεζμπολάχ, Χούθι, φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές, όλοι απειλούν να εμπλακούν. Η απάντηση του Ιράν θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανοιχτό πόλεμο πολλαπλών μετώπων, με άγνωστες συνέπειες. Και η εμπλοκή της Δύσης δεν είναι πια αυτονόητη – ούτε προβλέψιμη.
Το ερώτημα δεν είναι αν το Ιράν θα απαντήσει, αλλά πότε και με ποιον τρόπο. Οι κίνδυνοι δεν περιορίζονται μόνο στο στρατιωτικό επίπεδο. Μια γενικευμένη σύρραξη θα επηρεάσει την παγκόσμια οικονομία, θα διαταράξει τις ενεργειακές ροές, θα οδηγήσει σε νέο κύμα προσφύγων και θα εντείνει τις γεωπολιτικές γραμμές ρήξης.
Ολα αυτά για να εξυπηρετηθεί η πολιτική επιβίωση ενός ηγέτη που έχει εξαντλήσει τη θεσμική του νομιμοποίηση, αλλά εξακολουθεί να κρατιέται στην εξουσία με την απειλή του χάους. Σε έναν κόσμο που ήδη ταλαντεύεται μεταξύ αποσταθεροποίησης και αυταρχισμού, η Δύση δεν μπορεί να επιτρέπει στον φόβο να μετατραπεί σε στρατηγική.






