Πυρετός προετοιμασίας επικρατεί σε τράπεζες, επιχειρήσεις και επενδυτές, εγχώριους και ξένους, εν αναμονή του εκλογικού αποτελέσματος της δεύτερης κάλπης. Και αυτό γιατί στον ευρύτερο κύκλο παραγωγών και εμπορευομένων αγαθά και υπηρεσίες κοινή είναι η πεποίθηση ότι οι εκλογές της 25ης Ιουνίου θα δώσουν πολιτικά και κοινοβουλευτικά ισχυρή κυβέρνηση και θα εκμηδενίσουν τον κίνδυνο της πολιτικής αστάθειας που μέχρι πρότινος, αν δεν εμπόδιζε, σίγουρα ανέστελλε επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και δράσεις και καθιστούσε τις συντηρητικότερες των δυνάμεων επιφυλακτικές στην ανάληψη ρίσκου.

Τώρα αντιθέτως επικρατεί η εντύπωση ότι η νέα κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη θα έχει την ευκαιρία και την πολιτική ισχύ να εφαρμόσει το σχέδιο και το πρόγραμμά της αδιατάρακτα, επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια, χωρίς ιδιαίτερα πολιτικά εμπόδια.

Καθαρή και χωρίς υποσημειώσεις άνετη επικράτηση

Η ενδεχόμενη και από τους περισσότερους αναμενόμενη περαιτέρω εκλογική ενίσχυση του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, σε αντιδιαστολή με την πολυδιάσπαση και τον κατακερματισμό της αντιπολίτευσης σε μικρά ή μικρότερα και εν πολλοίς γραφικά κομματίδια, δίνει ακόμη μεγαλύτερη διάσταση στο στοιχείο και στο επιχείρημα της σταθερότητας.

Ορισμένοι μάλιστα αποδίδουν στρατηγικά χαρακτηριστικά στην καθαρή και χωρίς υποσημειώσεις άνετη επικράτηση του κ. Μητσοτάκη. Λένε συγκεκριμένα ότι στις εκλογές της 21ης Μαΐου και στις σημερινές επήλθε πλήρης αντιστροφή των τάσεων που κατεγράφησαν το καλοκαίρι του 2015, σε εκείνο το υπερφίαλο και τυχοδιωκτικό δημοψήφισμα αμφισβήτησης της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας. Στις κάλπες του περασμένου Μαΐου και του τρέχοντος Ιουνίου δεν ηττήθηκε απλά ο κ. Τσίπρας, αλλά επί της ουσίας κατατροπώθηκε όλο το κύμα του αντισυστημισμού που εκείνο το καλοκαίρι παρ’ ολίγον να ανατινάξει τη χώρα. Πλέον μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι οι αντισυστημικές και συνωμοσιολογικές δυνάμεις έχουν περιοριστεί στα άκρα του πολιτικού φάσματος και δεν έχουν δυνατότητες να επιδράσουν καθοριστικά στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

Στρατηγική ήττα του αντισυστημισμού

Πολλοί συγχέουν τον γαλλικό αντισυστημισμό με τον ελληνικό. Πλάνη μεγίστη. Στη Γαλλία του μειοψηφούντος στο Κοινοβούλιο Εμανουέλ Μακρόν δρουν δύο πολύ ισχυροί αντισυστημικοί πόλοι, ένας στα δεξιά με τη Λεπέν και ένας στα αριστερά υπό τον Μελανσόν.

Στην Ελλάδα αντιθέτως ο κοινοβουλευτικά κυρίαρχος Μητσοτάκης θα έχει απέναντί του δύο μικρά συστημικά, όπως η πράξη και η πολιτική πρακτική τους φανέρωσε, κόμματα, δηλαδή τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠαΣοΚ, ένα παλαιών ηθών, συντηρητικό κατά βάση και πειθαρχημένο κομμουνιστικό κόμμα και άλλα δύο, τρία ή και τέσσερα ετερόκλητα και εν πολλοίς γραφικά αντιστυστημικά κομματίδια, τα οποία δεν θα έχουν πολλές δυνατότητες, πέρα από τα βασανιστήρια που μπορεί να επιφυλάσσουν στον νέο Πρόεδρο της Βουλής. Ο οποίος παρεμπιπτόντως θα πρέπει να είναι εξοπλισμένος με πολιτικές εμπειρίες και διαχειριστικές ικανότητες που θα του επιτρέπουν να αντιπαρέρχεται τις πολλές προκλήσεις και τις ακόμη περισσότερες επιθέσεις τις οποίες θα αντιμετωπίζει από τους πολλούς κατά τα φαινόμενα ηγετίσκους της κακιάς ώρας που θα επιδεικνύουν το μίσος και θα χύνουν το αντισυστημικό δηλητήριό τους με κάθε ευκαιρία στον ανεκτικό ναό της Δημοκρατίας.

Επενδυτικά σχέδια και μεγάλες προσδοκίες

Στις τράπεζες ιδιαιτέρως, τα ανώτερα στελέχη τους αναδεικνύουν το συγκεκριμένο πολιτικό πλεονέκτημα της νέας κυβέρνησης σε κυρίαρχο, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η διεκδικούμενη από τις διεθνείς αγορές σταθερότητα επέρχεται πλέον» και πως «η νέα κυβέρνηση θα είναι προικοδοτημένη με κοινοβουλευτική υπεροχή, σπάνια πολιτική ισχύ και ανοχή μεγάλη από την κοινωνία».

Κοινώς, οι επιχειρηματικές προσδοκίες είναι στα ύψη και δεν είναι τυχαίο ότι στη διάρκεια των προηγούμενων τελευταίων προεκλογικών ημερών οι ισχυρότεροι των επιχειρηματικών ομίλων παρακολουθούσαν παρουσιάσεις επενδυτικών σχεδίων και προτάσεων συμμετοχής σε έργα και πρωτοβουλίες του Ταμείου Ανάκαμψης και ενημερώνονταν για το πλήθος των έργων που θα εξελιχθούν προσεχώς, όσο και για τις συμπράξεις μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, που θα ενισχυθούν περαιτέρω. Το ενδιαφέρον είναι ότι εκκρεμεί πλήθος διαγωνισμών τόσο για τεχνικά και κατασκευαστικά έργα, όσο και για ενεργειακά, περιβαλλοντολογικά και ψηφιακά έργα που πέραν των ευρωπαϊκών και κρατικών πόρων θα απαιτήσουν και την κινητοποίηση σημαντικών ιδιωτικών κεφαλαίων.

Οι περισσότερες κατασκευαστικές, για παράδειγμα, ξεπερνούν σταδιακά τα χρηματοδοτικά όρια που έχουν θέσει οι εγχώριες τράπεζες και θα χρειαστούν διεθνή υποστήριξη και συμμαχίες με αντίστοιχα ευρωπαϊκά σχήματα προκειμένου να σηκώσουν την ευθύνη που απαιτεί η διεκδίκηση των άπειρων πια νέων έργων. Η συνειδητοποίηση και μόνο του γεγονότος ότι τα επόμενα χρόνια μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, του νέου ΕΣΠΑ, των τραπεζικών και ιδιωτικών κεφαλαίων, μπορούν να στηθούν δουλειές αξίας 90 δισ. ευρώ, αρκεί για την κινητοποίηση των πάντων. Τέτοιες ευκαιρίες η Ελλάδα έχει κάθε 25 με 50 χρόνια, ανάλογα με τις διεθνείς γεωπολιτικές και περιφερειακές συνθήκες. Τώρα είμαστε ακριβώς μπροστά σε μια τέτοια φάση.

Η σταθερότητα και η επενδυτική βαθμίδα

Εδώ υπεισέρχεται το στοιχείο της σταθερότητας και απάλειψης του πολιτικού κινδύνου. Στις νέες πολιτικές συνθήκες της άνετης αυτοδυναμίας και της ανήμπορης αντιπολίτευσης η διεκδίκηση της επενδυτικής βαθμίδας από τους οίκους αξιολόγησης αναμένεται να διευκολυνθεί και να επιτευχθεί μόλις o κ. Μητσοτάκης σχηματίσει μια δυναμική, μεταρρυθμιστική, αποτελεσματική και ανανεωμένη, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, νέα κυβέρνηση, αναγνώσει τις προγραμματικές δηλώσεις και παρουσιάσει στις αρχές του προσεχούς Σεπτεμβρίου από το βήμα της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης το ευρύτερο σχέδιό του για τη δημοσιονομική σταθεροποίηση και το αναπτυξιακό άλμα που θα επιδιώξει στη διάρκεια της επόμενης τετραετίας.

Ανετότερη τραπεζική χρηματοδότηση

Αναβαθμιζόμενη η ελληνική οικονομία και συμμετέχοντας με ισότιμους όρους στο διεθνές οικονομικό σύστημα θα απολαύσει όλες τις δυνατότητες που η αναβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας επιτρέπει. Οι τράπεζες και οι ισχυροποιημένοι τα τελευταία χρόνια ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι θα έχουν απείρως περισσότερες ευκαιρίες ανετότερης χρηματοδότησης και συνεργασιών βεβαίως.

Τα στελέχη των εμπορικών τραπεζών δηλώνουν ευθέως ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον από εγχώρια και διεθνή επιχειρηματικά σχήματα τείνει να πολλαπλασιαστεί τελευταίως. Οι προσδοκίες επίσης έχουν εκτοξευθεί στα ύψη και άπαντες προσβλέπουν σε αυτές. Υπό αυτή την έννοια τα βλέμματα όλων είναι στραμμένα στο αποτέλεσμα των εκλογών και βεβαίως στην κυβέρνηση που θα σχηματίσει ο κ. Μητσοτάκης, όπως και στους στόχους που θα θέσει.

Μέσω ποιων προσώπων δηλαδή και μέσω ποιων συνδυασμένων πολιτικών θα εγγυηθεί τόσο τη δημοσιονομική σταθερότητα όσο και την πλήρη και ορθολογική αξιοποίηση των δεκάδων δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης, του ΕΣΠΑ και των δυνατοτήτων που η προσέλκυση των διεθνών επενδυτικών σχημάτων προσφέρει.

Να μη χαθεί το μομέντουμ

Ο συνδυασμός ούτε απλός είναι ούτε δεδομένος. Το νέο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης οφείλει να συνδυάζει τις αρετές της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της διαχειριστικής επάρκειας, της μεταρρυθμιστικής ορμής, της κατανόησης του διεθνούς κύκλου των αγορών και του ρόλου που διαδραματίζουν στις σύγχρονες οικονομίες τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια.

Είναι ίσως νωρίς ακόμη για ονοματολογία, αλλά έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης και οι στενότεροι των συνεργατών του έχουν ιδία αντίληψη και εμπειρίες πια ικανές να τους οδηγήσουν σε ορθές επιλογές. Αλλωστε όλο το σχέδιο του κ. Μητσοτάκη βασίζεται στη δημιουργία νέου πλούτου. Από αυτήν θα αντλήσει επιπρόσθετους πόρους και δυνάμεις προκειμένου να διαμορφώσει συνθήκες ευημερίας για τον ελληνικό λαό.

Οπως λένε οι άμεσα εμπλεκόμενοι, είναι κρίσιμο να μη χαθεί μετεκλογικά ο χρόνος και το μομέντουμ της περιόδου. Η ταχύτητα και ορθή κρίση στην επιλογή των προσώπων που θα διαχειριστούν τους πόρους και το διαμορφωμένο επενδυτικό περιβάλλον συγκροτούν τις κρισιμότερες παραμέτρους της νέας περιόδου. Ο πρώτος χρόνος είναι πάντα ο κρισιμότερος για όλες τις κυβερνήσεις. Μετά έρχονται εκλογές και αναμετρήσεις, όπως εκείνη των ευρωεκλογών τον Μάιο του 2024, που θέτουν τις δικές τους προτεραιότητες. Ολα λοιπόν θα κριθούν κατακαλόκαιρο, από τη Δευτέρα μέχρι τον προσεχή Σεπτέμβριο… Ιδωμεν.