Η αρχιτεκτονική ως κοινωνική τέχνη είναι «πηγή» ιστορίας, αποτυπώνει τις οικονομικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές δραστηριότητες των ανθρώπων σε κάθε εποχή, γίνεται μάρτυρας του πνεύματος και της παράδοσης ενός τόπου.
Ωστόσο, όπως γράφει ο Σεφέρης, «Παράδοση δε σημαίνει απαρίθμηση και μνείες παλαιών τίτλων, αλλά έργα που ζουν και γονιμοποιούν τη δημιουργική φαντασία των σημερινών ζωντανών ανθρώπων». Δεν θα μπορούσε να έχει πιο ακριβή εφαρμογή η ρήση του Σεφέρη σε τρία εμβληματικά κτίρια της πόλης της Δράμας.
Πρόκειται για το «Hydrama Grand Hotel», το Μαρμάρινο Σπίτι και το Σαντιρβάν Τζαμί. Η αρχιτεκτονική παράδοση των κτιρίων αυτών συνδυάζεται με το δημιουργικό πνεύμα των σύγχρονων αρχιτεκτόνων, τη βούληση για καινοτομία, πολιτιστική και οικονομική πρόοδο, τις νέες ανάγκες, τις νέες χρήσεις, τις νέες μεθόδους, τα νέα υλικά που έφεραν η τεχνολογία και οι κοινωνικές και οι οικονομικές αλλαγές αλλά και την αγάπη των ιδιοκτητών και των χορηγών για τον τόπο και την παράδοση.
«Hydrama Grand Hotel» (Πρώην καπναποθήκη «Spierer»)
Το κτίριο είναι η πρώην καπναποθήκη «Spierer» ή της «Αυστροελληνικής» ή αλλιώς ουρανοξύστης «Spierer» (Σπίρερ), όπως είχαν συνήθεια οι παλιοί κάτοικοι της πόλης να το ονομάζουν. Το κτίριο κτίστηκε το 1924-1925 με κεφάλαια του ελβετού εβραϊκής καταγωγής Χέρμαν Σπίρερ, ενός από τους σημαντικότερους παράγοντες της παγκόσμιας καπναγοράς, για να χρησιμοποιηθεί ως καπναποθήκη.
Την ίδια περίοδο στην περιοχή της Δράμας 14.000 παραγωγοί καλλιεργούσαν περισσότερα από 100.000 στρέμματα. Μάλιστα, η γευστική ποικιλία του καπνού Δράμας με το λεπτό φύλλο και το φίνο άρωμα, ο περίφημος ανατολικός καπνός, πρωταγωνιστούσε με υψηλή εμπορική αξία στις διεθνείς αγορές. Παράλληλα, λειτουργούσαν καπνεμπορικές επιχειρήσεις και καπνομάγαζα, καθώς μεγάλοι εμπορικοί οίκοι ίδρυαν παραρτήματα στην πόλη.
Η καπναποθήκη Spierer κτίστηκε την περίοδο που χαρακτηρίστηκε ως «χρυσή εποχή» του καπνού (δεκαετία 1914-1924) και η επιλογή της Αγίας Βαρβάρας ως τοποθεσία ανέγερσης του κτιρίου, όπως και άλλων καπναποθηκών, σχετίζεται με το γεγονός ότι η υγρασία από τις πηγές της αποτελούσε απαραίτητο στοιχείο για την επεξεργασία και φύλαξη του καπνού.
Ετσι, πρόκειται για κτίριο βιομηχανικής αρχιτεκτονικής, έργο του αρχιτέκτονα μηχανικού αυστριακής καταγωγής Κόνραντ Γιάκομπ Γιόζεφ φον Βίλας, ο οποίος εγκαταστάθηκε στη Δράμα το 1894 για τις ανάγκες κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής Θεσσαλονίκη – Κωνσταντινούπολη, ενώ στη συνέχεια επιμελήθηκε την αρχιτεκτονική δημόσιων, ιδιωτικών αλλά και βιομηχανικών κτιρίων.
Το 1932 η καπναποθήκη πέρασε στην ιδιοκτησία της Αυστροελληνικής Εταιρείας Καπνού. Λειτούργησε ως χώρος επεξεργασίας καπνού έως το 1974 και στη συνέχεια ως αποθήκη καπνού μέχρι που έσβησε η καλλιέργεια καπνού στην Ελλάδα. Η τελευταία του χρήση ήταν ως αποθήκη βιοτεχνίας ένδυσης. Η καπναποθήκη τελικά μετατράπηκε σε ξενοδοχείο σε ένα έργο που διήρκεσε περίπου 12 χρόνια.
Αρχοντικό Αναστασιάδη (Μαρμάρινο Σπίτι)
Ενα άλλο ιστορικό κτίριο της πόλης μας αποτελεί το Αρχοντικό Αναστασιάδη ή όπως είναι γνωστό σε όλους τους Δραμινούς, το Μαρμάρινο Σπίτι. Το Αρχοντικό χτίστηκε το 1875 ως οικία του γνωστού καπνεμπόρου Ιωάννη Αναστασιάδη, ενώ στη συνέχεια όλο το κτιριακό συγκρότημά του (σπίτι, καπναποθήκη και αύλειος χώρος) μετατράπηκε σε Κέντρο Πολιτισμού. Στόχος του έργου είναι να συμβάλλει στα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης με εκθέσεις, εκδηλώσεις και γενικά σύνδεσή της με τις τέχνες.
Σαντιρβάν Τζαμί
Ενα άλλο ιστορικό κτίριο που αξίζει να επισκεφθεί κάποιος στη Δράμα είναι το Σαντιρβάν Τζαμί. Το οθωμανικό τζαμί και ο μιναρές του χρονολογούνται στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα. Οπως αναγράφεται στην αφιερωματική επιγραφή πάνω από την είσοδο, ο χώρος ανακαινίστηκε το 1806 από τον Μεχμέτ Χαλίλ Αγά, πατέρα του Μαχμούτ Πασά, γνωστού ως Δράμαλη. Μέχρι το 1922 λειτούργησε ως οθωμανικό τέμενος με την ονομασία Σαντιρβάν Τζαμί.
Με την ανταλλαγή των πληθυσμών και την έλευση ελλήνων προσφύγων στη Δράμα, αξιοποιήθηκε ως καταφύγιο για πολλές οικογένειες. Από το 1927 έως το 1981 στέγασε το τυπογραφείο της ιστορικής δραμινής εφημερίδας «Θάρρος». Το 1983 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο. Το 2012 αγοράστηκε από τη δραμινή εταιρεία Raycap, η οποία προχώρησε στην αποκατάστασή του και στη μετατροπή του σε Πολιτιστικό Κέντρο. Σήμερα φιλοξενεί διάφορες εκθέσεις πανελλαδικής φήμης σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη και άλλους φορείς.






