Ευτυχώς που υπάρχουν άνθρωποι που δεν συμβιβάζονται εύκολα στη ζωή και θέλουν να κάνουν αυτό που τους αρέσει. Οπως συνέβη για παράδειγμα το μακρινό πια 1983 με τους αδελφούς Τζιμ και Γουίλιαμ Ριντ, στο Ιστ Κίλμπραϊντ της Σκωτίας. Σχημάτισαν το συγκρότημά τους ως απάντηση στην απέχθειά τους για τη μουσική που ακουγόταν εκείνη την εποχή, λέγοντας: «Ηταν οι ανοησίες που έβγαιναν από το ραδιόφωνο που μας έκαναν να θέλουμε να είμαστε σε ένα συγκρότημα. Ηταν η τέλεια χρονική στιγμή επειδή δεν υπήρχαν κιθαριστικές μπάντες. Ολοι έφτιαχναν αυτή την ηλεκτρονική ποπ μουσική».
Και εγένοντο οι Jesus and Mary Chain (JAMC), οι οποίοι φέτος συμπληρώνουν σαράντα χρόνια ζωής και δημιουργίας (το πρώτο τους άλμπουμ «Psychocandy» κυκλοφόρησε το 1985) τα οποία, μεταξύ άλλων, τα γιορτάζουν και στην Ελλάδα, στις δύο εμφανίσεις τους, στις 24 και 25 Ιουνίου, στο Gazarte. Τα εισιτήρια κοστίζουν 35 ευρώ (προπώληση) και 38 ευρώ (ταμείο). Η σκωτσέζικη μπάντα είναι και πάλι στον δρόμο, με επιπλέον αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου τους εξαιρετικού άλμπουμ «Glasgow Eyes» (κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 2024).
Η εναλλακτική μουσική τούς χρωστάει πολλά
Γεννημένοι και μεγαλωμένοι καλλιτεχνικά στην post-punk σκηνή της Σκωτίας τη δεκαετία του ’80, μπορούν να υπερηφανεύονται πως άλλαξαν για πάντα την πορεία της εναλλακτικής μουσικής με το επιδραστικό ντεμπούτο «Psychocandy» του 1985. Το συγκρότημα περιστρέφεται γύρω από τη συνεργασία των αδελφών Ριντ στη σύνθεση τραγουδιών, οι οποίοι είναι οι δύο ιδρυτές και τα μόνα σταθερά μέλη του συγκροτήματος.
Επίσης οι καταιγιστικές κιθάρες τους έγιναν σήμα κατατεθέν της αγγλικής κιθαριστικής σκηνής, ενώ από τον βρετανικό Τύπο θεωρούνται οι βασικοί ιδρυτές των (μουσικών) ειδών shoegaze και noise pop. Η δισκογραφική τους πορεία περιλαμβάνει άλμπουμ όπως τα «Darklands» (1987), «Automatic» (1989), «Munki» (1998), που έχουν αφήσει το διαχρονικό αποτύπωμά τους. Της επανένωσής τους, το 2007, ακολούθησε το έβδομο άλμπουμ τους «Damage and Joy» (Μάρτιος 2017) και το πρόσφατο «Glasgow Eyes».
Στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Τζιμ Ριντ, με αφορμή τις δύο συναυλίες στο Gazarte, έχοντας πείρα από το ελληνικό κοινό, σημείωσε, μεταξύ άλλων: «Νομίζω ότι το ελληνικό κοινό είναι περίπου ίδιο με το σκωτσέζικο. Από την άλλη, το κοινό παντού είναι κοινό. Οταν παίζουμε ζωντανά, βλέπουμε ανθρώπους που ξέρουν τι κάνουμε, ποιοι είμαστε. Οπότε, δεν είναι σαν να παίζεις μπροστά σε εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους από τη μια χώρα στην άλλη. Είναι πάνω-κάτω το ίδιο όπου κι αν πάμε». Οσον αφορά το πρόγραμμα των δύο συναυλιών, σημειώνει πως «θα παίξουμε λίγο απ’ όλα. Κομμάτια από όλα τα άλμπουμ και φυσικά από το «Glasgow Eyes». Αν σου αρέσει αυτό που κάνουν οι Mary Chain, θα σου αρέσει και αυτό που θα παρουσιάσουμε στη σκηνή. Είναι μια αρκετά αντιπροσωπευτική εικόνα των τραγουδιών μας νομίζω».
Παρόλο που εδώ και 40 χρόνια το «Psychocandy» παραμένει «φρέσκο» και εμβληματικό, εν τούτοις ο ίδιος αποφεύγει να μιλήσει για την αμεσότητά του. «Δεν μπορώ να το περιγράψω εγώ. Θα το άφηνα σε άλλους. Θυμάμαι όμως ότι όταν ηχογραφούσαμε αυτό το άλμπουμ, το κάναμε για τους ανθρώπους του μέλλοντος και όχι μόνο για το 1985. Σκεφτόμασταν ότι αν γίνει όντως επιτυχημένο, θα τον άκουγαν ακόμα μετά από 30, 40, 50 χρόνια. Και το γεγονός ότι μιλάμε σήμερα για αυτό το αποδεικνύει».
Ο Τζιμ Ριντ δεν μιλάει πολύ, σαν να κάνει οικονομία στις λέξεις και να καλοζυγίζει τις ερωτήσεις. Οπως και τις απαντήσεις του. Μιλάει για αυτά τα 40 χρόνια και υπερασπίζεται τον λόγο και τη στάση των Jesus and Mary Chain με σεμνότητα.
«Αντέξαμε, αντέχουμε όλα αυτά τα χρόνια, απλώς με το να μένουμε πιστοί σε αυτό που ξέρουμε ότι είναι το σωστό. Στον χώρο της μουσικής υπάρχουν πάντα άνθρωποι – συνήθως δισκογραφικές εταιρείες – που σου λένε «αν ακούγεσαι έτσι, θα πουλήσεις περισσότερο». Αλλά εμείς κάναμε πάντα μουσική που είχε νόημα για εμάς. Αν αυτό πετύχαινε, καλώς. Αν όχι, μπορούσαμε να το αντέξουμε».
Οι αιτίες της διάλυσης και η επανένωση
Η σχέση των αδελφών Τζιμ και Γουίλιαμ Ριντ δεν ήταν η καλύτερη δυνατή. Αλλωστε αυτή ήταν και η γενεσιουργός αιτία της διάλυσής τους (επισήμως το 1999 και βρέθηκαν ξανά μαζί το 2007). Ο Τζιμ δεν διστάζει να μιλήσει για αυτό. «Πήρε πολύ χρόνο για να βρούμε ισορροπία μεταξύ μας. Ολοι ξέρουν ότι κάποια στιγμή διαλυθήκαμε. Δεν ξέραμε τότε πώς να διαχειριστούμε αυτή τη σχέση. Το να είσαι σε μπάντα είναι κλειστοφοβικό από μόνο του· με τον αδελφό σου είναι ακόμα χειρότερο. Μάθαμε όμως. Μπορεί να τσακωνόμαστε, αλλά τώρα είναι δημιουργικό, όχι καταστροφικό».
Ο Τζιμ Ριντ διώχνει με τον τρόπο του τον ρόλο που έχουν διαδραματίσει τόσο στο shoegaze όσο και στη noise pop. «Δεν ξέρω. Εμείς απλώς φτιάχναμε μουσική. Αλλοι είναι αυτοί που τη βάζουν σε κατηγορίες. Δεν είμαι καν σίγουρος τι σημαίνει shoegaze. Ηταν απλώς μια λέξη που επινόησε κάποιος στο NME τη δεκαετία του ’90. Δεν το αναγνωρίζω ως ξεχωριστό είδος μουσικής». (Το shoegaze είναι υποείδος της indie και alternative rock που χαρακτηρίζεται από σκοτεινά φωνητικά, κιθάρες παραμόρφωσης και εφέ συντριπτικής έντασης.)
Πριν από περίπου έναν χρόνο κυκλοφόρησε το βιβλίο «Never Understood: The Jesus & Mary Chain» του Γουίλιαμ Γ. Μόρετ. Ξεκαθαρίζει ότι δεν το έγραψαν εκείνοι, αλλά βασίστηκε «στις αφηγήσεις τους μέσω των πολλών συνεντεύξεων που έδωσαν ξεχωριστά. Το ενδιαφέρον είναι πόσο διαφορετικά θυμόμασταν τις ίδιες καταστάσεις. Θέλαμε να πούμε τα πράγματα όπως έγιναν, χωρίς ωραιοποιήσεις – ούτε για τα ναρκωτικά. Τα ναρκωτικά δεν βοήθησαν την μπάντα, ούτε τη σχέση μας, ούτε την υγεία μας».
Με τον κόσμο της μουσικής να αλλάζει σταδιακά με την είσοδο της Τεχνητής Νοημοσύνης, ο ίδιος είναι κάθετα αρνητικός απέναντί της. Επειδή, πολύ απλά, «έχει τη δυνατότητα να καταστρέψει τη μουσική. Οι εταιρείες το ονειρεύονται αυτό: να βγάλουν τον μουσικό από την εξίσωση και να κρατήσουν το 100% των κερδών. Αν κάποιος θέλει τραγούδια από υπολογιστή, ας τα ακούσει. Αλλά ο υπολογιστής δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι οι Velvet Underground ή οι Beatles ή οι Jesus and Mary Chain. Αν θέλεις μουσική με ψυχή, άσε την ΑΙ στην άκρη».
Οσον αφορά τα επόμενα σχέδιά τους, αυτά επικεντρώνονται στην κυκλοφορία νέου άλμπουμ. «Ισως αρχίσουμε να το ηχογραφούμε στο τέλος της χρονιάς ή στις αρχές της επόμενης. Εχουμε τραγούδια. Οταν έχουμε κάτι να πούμε, το κάνουμε».