Το ανθρώπινο είδος θέλει να μονοπωλεί χαρακτηριστικά και ικανότητες όπως η γλώσσα, η αναστοχαστική συνείδηση, η δημιουργικότητα, η αισθητική πιστεύοντας ότι τα ζώα λειτουργούν με βάση ένα άκαμπτο ένστικτο.
Ομως το ένστικτο εμπεριέχει στοιχεία δημιουργικότητας και, όπως τονίζει ο καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ Μπράιαν Μασούμι, αυτό γίνεται φανερό στο παιχνίδι: «Η ζωικότητα και η ανθρωπινότητα συνολικά – και δη στη διαφορά τους – με το παιχνίδι μπαίνουν σε μια ζώνη μη διακριτότητας… Και όταν εμείς οι άνθρωποι λέμε “τώρα παίζουμε”, αποδεχόμαστε τη ζωικότητά μας».
Ο Μασούμι υποστηρίζει ότι το παιχνίδι ενυπάρχει σε κάθε ενστικτώδη πράξη και σε διάλογο με σπουδαίους στοχαστές όπως οι Μπερξόν, Χουιζίνγκα, Ντελέζ, Ριγιέ, Αγκάμπεν κ.ά., αναδεικνύει στην πρωτότυπη μελέτη του τις μορφές αφαίρεσης, αναστοχασμού, παραλλαγής και αυτοσχεδιασμού, τις δυνάμεις που ρέπουν προς υπέρβαση του δεδομένου:
Μια παιγνιώδης χειρονομία ανάμεσα σε ζώα σε έναν ψευτοτσακωμό δεν αρκείται να είναι ίδια με το ανάλογό της στην πραγματική πάλη, διότι τότε θα μετατρεπόταν σε αληθινό τσακωμό‧ είναι κάτι παραπάνω, μια περίσσεια ενέργειας ή πνεύματος, δύναμη εξατομίκευσης, δημιουργικότητα που έχει ενστικτωδώς αισθητική διάσταση, ενώ με τη μεταγλωσσική της δράση δημιουργεί τις συνθήκες της γλώσσας. Το παιχνίδι δεν καθορίζεται μόνο από τις συνθήκες, αλλά επενεργεί και σε αυτές.
Ετσι, η προσαρμοστικότητα και η δημιουργικότητα ενώνονται, χωρίς ποτέ να απαλείφεται η διαφορά μεταξύ τους, και η ζωή ξεδιπλώνεται ανάμεσα στην υποχρεωτική αγκίστρωσή της στις προσταγές μιας δεδομένης κατάστασης και την τάση να δρα διεκδικώντας μια ελευθερία και τη γένεση νέων μορφών ζωής.
Το ανθρώπινο σώμα, τονίζει ο Μασούμι, είναι ζωικό σώμα και το ένστικτο το διατρέχει και αυτό, όπως το ζωικό συνεχές με τις διάφορες παραλλαγές, και για αυτόν τον λόγο μπορούμε να υπερβαίνουμε το δεδομένο.
Αποδεχόμενοι την ενστικτώδη ζωικότητά μας μπορούμε να μάθουμε από τα ζώα τη δυνατότητα κατασκευής μιας ηθικοαισθητικής, φυσικής πολιτικής. Αυτή η ζωική πολιτική δεν θα αποδέχεται μόνο τη σοφία της ωφελιμότητας ως κριτήριο καλής διαγωγής, αλλά, αντίθετα, θα καταφάσκει την παιγνιώδη υπερβολή και δεν θα αναγνωρίζει καμία αυστηρή αντίθεση ανάμεσα σε επιπόλαιο και σοβαρό, δηλαδή ανάμεσα σε ενθουσιώδη δαπάνη δημιουργικών ενεργειών και αγκίστρωση στη λειτουργία και στην ωφελιμότητα.
Η ζωική πολιτική είναι μια πολιτική της έκφρασης, μια συναισθηματική πολιτική που προάγει τον σωματικό ενθουσιασμό, ο οποίος δεν παραμένει ατομικός, υποστηρίζει ο Μασούμι, αλλά σηματοδοτεί έναν μετασχηματισμό που παρασύρει και γίνεται διατομικός, διαμορφώνει καταστάσεις και αυτοσχεδιάζοντας κινείται προς τον καθορισμό νέων μορφών ή παραλλαγών υπαρκτών μορφών προς μια νέα κατεύθυνση που θα διαδέχεται την υπάρχουσα.
Χαρακτηρίζεται από αμοιβαία συμπερίληψη που ισχύει για ανθρώπους και ζώα. Αναγνωρίζει ότι υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στα είδη, αλλά δεν τους αποδίδει θεμελιακή θέση και τοποθετεί τον άνθρωπο σε ένα συνεχές με το ζώο, σε έναν ολοκληρωμένο ζωοκεντρισμό, στον οποίο ο άνθρωπος χάνει την προκαθορισμένη κυριαρχία του, χωρίς ωστόσο να συσκοτίζεται ή να απαλείφεται ούτε η δική του διαφορά ούτε η διαφορά των ζωικών ομόλογών του.
Ο Μασούμι στο ιδιαίτερα ενδιαφέρον βιβλίο του προτείνει την οικολογική εφαρμογή μιας πλουραλιστικής ακτιβιστικής φιλοσοφίας που θα συμπεριλαμβάνει τη ζωή σε όλες της τις διαστάσεις, η οποία μέσω του δεδομένου και των διατομικών σχέσεων προωθείται προς την ανάδυση του νέου.
Η κυρία Αννα Λυδάκη είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.






