«Ποτέ δεν περίμενα ότι ένα τόσο μεγάλο μέρος της ζωής μου θα καταναλώνεται στο να υπολογίζω πόση πρωτεΐνη έχω φάει κάθε μέρα», είπα σε μια συζήτηση με φίλη μου. «Κάνω ακριβώς το ίδιο. Πάντα περίμενα ότι όταν μεγαλώσω θα μετράω θερμίδες και λιπαρά. Αλλά όχι· το σημαντικότερο για μένα είναι οι πρωτεΐνες. Θυμάσαι που όταν ήμασταν παιδιά στην τηλεόραση διαφήμιζαν συνεχώς φαγητά με 0% λιπαρά ή sugar free; Τώρα σχεδόν δεν τα βλέπω στα ράφια». Ίσως τα πρωτεϊνικά συμπληρώματα για τους νέους σήμερα να είναι ό,τι ήταν για τις μητέρες μας τα δημητριακά χωρίς ζάχαρη.

Η φρενίτιδα γύρω από την πρωτεΐνη έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα. Σύμφωνα με το Economist, οι αναζητήσεις στο Google για «διατροφή υψηλή σε πρωτεΐνη» έφτασαν σε ιστορικά υψηλό επίπεδο τον Ιανουάριο του 2025, ένας σαφής δείκτης των διατροφικών προτεραιοτήτων μας. Η αρχική ώθηση ήρθε την περίοδο των lockdown, όταν η καθημερινότητα περιορίστηκε στους τέσσερις τοίχους και οι ρουτίνες άσκησης, διατροφής και «αυτοφροντίδας» μεταφέρθηκαν εξ ολοκλήρου στο διαδίκτυο. Σταδιακά, μέσα από βίντεο, συνταγές, καταμετρήσεις μακροσυστατικών και διατροφικά προγράμματα, η συζήτηση γύρω από την πρωτεΐνη βγήκε από τα γυμναστήρια και εισέβαλε στον δημόσιο λόγο με τρόπο που θυμίζει περισσότερο μαζική τάση παρά επιστημονική σύσταση.

Το TikTok επιτάχυνε τη διαδικασία, με εκατοντάδες χιλιάδες χρήστες να παρουσιάζουν καθημερινά τι τρώνε μέσα στην ημέρα (τα γνωστά What I eat in a day βίντεο), πώς υπολογίζουν τα γεύματα τους και πόσο «πρέπει» να φτάσει η ημερήσια πρόσληψη πρωτεΐνης για να θεωρείται επαρκής. Οι αναρτήσεις αυτές, συχνά περισσότερο επιτελεστικές παρά ενημερωτικές, εγκαθίδρυσαν ένα νέο πρότυπο διατροφικής επιμέλειας, όπου η ποσότητα πρωτεΐνης λειτουργεί ως κεντρικό κριτήριο αξιολόγησης κάθε γεύματος.

Το αποτέλεσμα είναι μια τάση που πλέον καθορίζει επιλογές, συνήθειες και αγορές, με την αγορά των τροφίμων να προσαρμόζεται γρήγορα σε μια απαίτηση που δεν δείχνει διάθεση να κοπάσει. Η πρωτεΐνη δεν παρουσιάζεται πια μόνο ως θρεπτικό συστατικό, αλλά ως προϋπόθεση μιας καθημερινότητας που οφείλει να είναι «βελτιστοποιημένη».

Υπάρχουν μάλιστα ολόκληρες διαδικτυακές υποκουλτούρες που αντιμετωπίζουν την πρωτεΐνη όχι απλά ως τροφή αλλά ως φιλοσοφία ή τρόπο ζωής. Το ακραίο παράδειγμα είναι η κρεατοφαγική δίαιτα (carnivore diet, δηλαδή κατανάλωση μόνο κρέατος, ψαριών και μερικών ζωϊκών προϊόντων όπως τα αβγά και το βούτυρο), που υποστηρίζεται από influencers όπως η Steak and Butter Gal και ο Liver King, αν και οι ειδικοί προειδοποιούν για κινδύνους καρδιομεταβολικών νοσημάτων και καρκίνου λόγω της υψηλής κατανάλωσης επεξεργασμένου και κόκκινου κρέατος.

Πέραν από τους influencers, διάσημοι έχουν επιδοθεί επίσης στον ενθουσιασμό γύρω από την πρωτεΐνη, ενισχύοντας την τάση. Η Venus Williams ίδρυσε την εταιρεία plant-based πρωτεϊνικής σκόνης Happy Viking. Η  Khloe Kardashian λάνσαρε πρόσφατα το πρωτεϊνούχο ποπ-κορν (!) Khloud το οποίο έχει γίνει ήδη viral. Η Jennifer Aniston είναι chief creative officer στην εταιρεία συμπληρωμάτων Vital Proteins, ενώ η Addison Rae συνεργάστηκε επίσης με την Vital Proteins ως global brand ambassador. 

YouTube thumbnail

Η ιστορία των πρωτεϊνικών προϊόντων

Η πρωτεΐνη ως συμπλήρωμα διατροφής δεν είναι καινούργια εφεύρεση. Οι απαρχές της εντοπίζονται το 1845, όταν ο Γερμανός χημικός Justus von Liebig  ανέπτυξε ένα συμπυκνωμένο εκχύλισμα βοδινού κρέατος με την ελπίδα να προσφέρει ένα φθηνό και θρεπτικό υποκατάστατο κρέατος, για όσους δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν το πραγματικό. Ωστόσο, η μέθοδος αυτή δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος στην αγορά της εποχής, μέχρι το 1864 όταν ο Liebig τελειοποίησε τη διαδικασία, χρησιμοποιώντας σάρκα βοοειδών. Την ίδια χρονιά, παρουσίασε το προϊόν Extract of Meat, το οποίο άρχισε να πωλείται σε διάφορες χώρες της Ευρώπης. Οι ειδικοί συνιστούσαν να καταναλώνεται ως τονωτικό, δύο με τρεις φορές ημερησίως. Αρχικά, κυκλοφόρησε σε μορφή ζωμού κι αργότερα σε κύβους (τους γνωστούς Oxo) και αποτέλεσε για δεκαετίες βασικό οικιακό είδος.

Στα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίζεται το Plasmon, η πρώτη μεγάλη μάρκα πρωτεϊνικής σκόνης. Διαφημίστηκε από τον bodybuilder Eugen Sandow, ο οποίος στη συνέχεια δημιούργησε και δικό του προϊόν, το Health and Strength Cocoa, ουσιαστικά το πρώτο σοκολατούχο protein shake. Οι πραγματικές διαστάσεις της βιομηχανίας, όμως, διαμορφώθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε μια εποχή που η τεχνολογία τροφίμων μετασχηματιζόταν, κυρίως από ανάγκη. Όπως το γάλα σε σκόνη, προϊόν μιας περιόδου λιμού, έτσι και οι πρωτεϊνικές σκόνες σταδιακά εισήλθαν στην καθημερινότητα των αθλητών.

Τη δεκαετία του 1950, τα Super Hi-Protein shakes του Bob Hoffman, προπονητή της αμερικανικής ομάδας άρσης βαρών στους Ολυμπιακούς Αγώνες, έγιναν το πρώτο εμπορικό success story. Ο Hoffman φημολογείται ότι πρόσθετε σοκολάτα Hershey’s στο μείγμα για να το κάνει πιο εύγευστο. Ως το 1960, οι πωλήσεις είχαν ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο δολάρια.

Τη δεκαετία του 1970, τα shakes εγκαταλείπουν τα αποδυτήρια και αρχίζουν να συνδέονται με τις διάφορες δίαιτες της εποχής όπως η Atkins και Last Chance, για γρήγορη απώλεια βάρους. Στη δίαιτα Last Chance επιτρέπεται κανείς να πίνει μόνο υγρά, γι’αυτό και πολλά άτομα που την ακολουθούσαν, πρόσθεσαν τα protein shakes στην καθημερινότητά τους, αφού τους επέτρεπαν να νιώθουν πλήρεις για μεγαλύτερο διάστημα από τους χυμούς ή το τσάι. Η συγκεκριμένη δίαιτα έγινε τόσο δημοφιλής που οι New York Times έγραφαν πως «το να πίνεις ένα συμπλήρωμα διατροφής αντί για μαρτίνι» είχε γίνει η νέα μόδα στα κόκτειλ πάρτυ.  Η δημοτικότητα μειώθηκε όταν η κυβέρνηση των ΗΠΑ εξέτασε αν θάνατοι από ασιτία σχετίζονταν με τη δίαιτα.

Το ενδιαφέρον για την πρωτεΐνη αναζωπυρώθηκε τη δεκαετία του 1980, ως παράπλευρη συνέπεια της πολιτισμικής πίεσης για αδυνάτισμα. Την ίδια περίοδο, τα πιο γυμνασμένα γυναικεία κι αντρικά σώματα έγιναν μόδα (είναι πολύ άσχημο να λέμε ότι ένας σωματότυπος είναι in ή out, αλλά δυστυχώς ισχύει μέχρι και σήμερα). Οι δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων και λιπαρών, όπως οι Zone, Dukan και South Beach, οδήγησαν το κοινό στην πρωτεΐνη, αφού ήταν το μόνο «αποδεκτό» μακροθρεπτικό συστατικό. 

Όταν το fitness μετατράπηκε από niche ενδιαφέρον των αθλητών και των bodybuilder σε ευρύτερη πολιτισμική τάση στις αρχές του 21ου αιώνα, το ενδιαφέρον για την πρωτεΐνη αυξήθηκε εκ νέου. Με περισσότερους ανθρώπους να γυμνάζονται τακτικά από ποτέ, «άρχισε να γίνεται πιο mainstream να σκέφτεσαι αν έχεις πάρει αρκετή πρωτεΐνη» για κορυφαία απόδοση, αναφέρει η Federica Amati, επιστήμονας υγείας και υπεύθυνη διατροφής στο Imperial College στο Λονδίνο.

Η πανδημία του 2020 επιτάχυνε περαιτέρω αυτή τη δυναμική. Καθώς ο κόσμος βρισκόταν σε lockdown και η προστασία της υγείας ήταν στο επίκεντρο, η πρωτεΐνη κέρδισε δημοτικότητα ως λύση για τη διατήρηση της υγείας. «Είδαμε αυτή την τεράστια αύξηση στη δημοτικότητα της πρωτεΐνης κατά την πανδημία», λέει η Dr. Amati. Υπήρξε «έκρηξη ενδιαφέροντος για το τι μπορούμε να κάνουμε για να παραμείνουμε υγιείς και να μην αρρωστήσουμε». Ακόμα και μετά τη διάθεση των εμβολίων, την επαναλειτουργία των επιχειρήσεων και την κατάργηση των μασκών, η εμμονή με την ευεξία παρέμεινε. 

Η σημερινή πρωτεϊνική φρενίτιδα σε αριθμούς

Δεν προκαλεί έκπληξη ότι πλατφόρμες όπως το TikTok και το Instagram έπαιξαν τεράστιο ρόλο στο να μετατρέψουν την πρωτεΐνη από διατροφική τάση σε καθημερινή μόδα με τους Gen Z και τους millennials να επηρεάζονται περισσότερο. Σε μια έκθεση του 2025 από την εταιρεία Cargill, το 25% των καταναλωτών αναφέρει ότι τα social media επηρεάζουν καθοριστικά τις διατροφικές τους επιλογές, ενώ το 61% των Gen Z λέει ότι εκτιμά τις συμβουλές των influencers για τη διατροφή τους.

Έρευνα του YouGov έδειξε ότι το 25% των ενηλίκων στο Ηνωμένο Βασίλειο πίνουν τακτικά protein shakes, συμπεριλαμβανομένου του 37% των ατόμων 25-34 ετών. Η αγορά έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, που υπάρχει έλλειψη τυρόγαλου (whey), το άλλοτε παραμελημένο προϊόν από την παραγωγή τυριού που πλέον χρησιμοποιείται σε όλες τις σκόνες πρωτεΐνης. 

YouTube thumbnail

Υπάρχει, φυσικά, επιχειρηματικό κίνητρο για τις μάρκες να προωθούν προϊόντα πρωτεΐνης. Η προσθήκη πρωτεΐνης στα προϊόντα είναι «πολύ, πολύ φθηνή», λέει η Dr. Amati, ενώ η έρευνα δείχνει ότι οι καταναλωτές είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερα για προϊόντα που φέρουν την ένδειξη high-protein, θεωρώντας τα πιο υγιεινά και επομένως πιο πολύτιμα (βλ. Τόσα γιαούρτια προσθέτουν την ένδειξη “20gr πρωτεϊνης” ενώ στην πραγματικότητα αυτή είναι η μέση τιμή πρωτεϊνης στα περισσότερα ελληνικά γιαούρτια). 

Σύμφωνα με την έκθεση της Cargill, το 57% όσων διαβάζουν διατροφικές ετικέτες ελέγχει την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη. Υπάρχει, ωστόσο, και ένα στοιχείο γνωστικής ασυμφωνίας: Αφενός, υπάρχει όλη αυτή η δαιμονοποίηση των συσκευασμένων τροφίμων και των λεγόμενων υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων, αλλά η συντριπτική πλειονότητα της πρόσθετης πρωτεΐνης πηγάζει από φθηνές σκόνες αντί για μη επεξεργασμένα τρόφιμα «Είναι απογυμνωμένη και χωρίς τη φυσική της δομή. Δεν είναι η καλύτερη επιλογή»  λέει ο Dr. Mozaffarian.

Όσον αφορά τις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες, «η έλλειψη πρωτεΐνης δεν είναι πραγματικά θέμα στη Δύση, οπότε [η τάση] είναι παραπλανητική», λέει η Dr. Amati. Μεταξύ Ιουλίου 2022 και Απριλίου 2025, το ποσοστό των Αμερικανών που ήθελαν να καταναλώνουν περισσότερη πρωτεΐνη αυξήθηκε από 33% σε 44% (και ανέρχεται σε 59% στους Gen Zers). Μια έρευνα της εταιρείας Chobani αποκάλυψε ότι το 85% των Αμερικανών ήθελε να αυξήσει την πρόσληψη πρωτεΐνης το 2025, ενώ το 26% παραδέχθηκε ότι δεν γνώριζε πόση είναι η σωστή ποσότητα.

View this post on Instagram

A post shared by PureWow (@purewow)

Η πρωτεΐνη αποτελεί πλέον μια βιομηχανία αξίας 114 δισεκατομμυρίων δολαρίων και συνεχίζει να αναπτύσσεται, σύμφωνα με την εταιρεία έρευνας αγοράς Mintel. Ο αριθμός των πρωτεϊνικών shakes και ροφημάτων υψηλής πρωτεΐνης στην αγορά αυξήθηκε κατά 122% από το 2020 έως το 2024, σύμφωνα με την Innova Market Insights, η οποία σημειώνει ότι η Gen Z οδηγεί το μεγαλύτερο μέρος της διαδικτυακής συζήτησης γύρω από αυτά τα ροφήματα. «Βλέπουμε ότι οι influencers και οι επαγγελματίες του fitness ενθαρρύνουν περισσότερη πρωτεΐνη μετά την προπόνηση», δήλωσε η Yasi Ansari, κλινική διαιτολόγος στο UCLA.

Μεγάλες αλυσίδες όπως Starbucks, Dutch Bros, Smoothie King και άλλες πρόσθεσαν πρόσφατα επιλογές πλούσιες σε πρωτεΐνη στα μενού τους. Ο CEO της PepsiCo, Ramon Laguarta, δήλωσε ότι η πρωτεΐνη θα είναι βασική εστίαση για την εταιρεία, αναφέροντας ότι «οι καταναλωτές υιοθετούν λύσεις με πρωτεΐνη στη διατροφή τους με ρυθμό που δεν υπήρχε πριν από λίγα χρόνια».

Πόση πρωτεΐνη χρειαζόμαστε πραγματικά;

Η πρωτεΐνη, ως βασικό θρεπτικό συστατικό, έχει σαφώς οφέλη για την υγεία. Αποτελεί δομικό στοιχείο για τα οστά, τους μυς και άλλα όργανα και η επαρκής πρόσληψη είναι κρίσιμη για τη σωστή λειτουργία του σώματος. Βοηθά επίσης στη δημιουργία ενζύμων, στη στήριξη της ορμονικής υγείας και είναι επίσης πολύ ευεργετική για τα μαλλιά, το δέρμα και τα νύχια.

Ωστόσο, η σημερινή κουλτούρα ευεξίας τείνει να υπερεκτιμά την ποσότητα πρωτεΐνης που οι περισσότεροι άνθρωποι πραγματικά χρειάζονται. Η Helen Tieu, εγγεγραμμένη διαιτολόγος, επισημαίνει ότι η ιδανική πηγή πρωτεΐνης πρέπει να είναι τα τρόφιμα και όχι οι σκόνες ή τα συμπληρώματα.

Πρόσφατα, η Consumer Reports διαπίστωσε ότι ορισμένα πρωτεϊνικά shakes ή σκόνες περιέχουν υψηλά επίπεδα μολύβδου. Συνολικά εξετάστηκαν 23 προϊόντα και διαπιστώθηκε ότι πάνω από τα δύο τρίτα περιείχαν μη ασφαλή επίπεδα μολύβδου.

«Για όσους μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τους σε πρωτεΐνη μέσω της διατροφής τους, τα shakes και τα συμπληρώματα δεν είναι απαραίτητα», δήλωσε η Tieu. «Μπορείτε να χρησιμοποιείται πρωτεϊνική σκόνη περιστασιακά, όταν χρειάζεται. Τα τρόφιμα παρέχουν περισσότερα θρεπτικά συστατικά και διατηρούν τον κορεσμό για μεγαλύτερο χρόνο σε σύγκριση με ένα απομονωμένο συμπλήρωμα πρωτεΐνης». Φυσικά, για ορισμένους, όπως άτομα με συγκεκριμένες ιατρικές απαιτήσεις ή αθλητές υψηλού επιπέδου, τα συμπληρώματα πρωτεΐνης μπορεί να είναι πιο κρίσιμα, αλλά οι ειδικοί επιμένουν πως αυτό δεν ισχύει για τους περισσότερους ανθρώπους που απλώς αθλούνται καθημερινά. 

Η υπερβολική κατανάλωση πρωτεΐνης μπορεί να είναι επιβλαβής. Κακοσμία, πεπτικά προβλήματα, αφυδάτωση και αύξηση βάρους είναι πιθανά αποτελέσματα. Χωρίς πρόγραμμα ενδυνάμωσης, η αύξηση της πρωτεΐνης δεν χτίζει αυτόματα μυς και οι περιττές θερμίδες αποθηκεύονται ως λίπος. Μακροπρόθεσμα, υψηλή πρόσληψη πρωτεΐνης ή κρέατος συνδέεται με καρκίνο, προβλήματα ήπατος και νεφρών, στεφανιαία νόσο και διαταραχές οστών και ασβεστίου, σύμφωνα με ανασκόπηση του 2013 στο ISRN Nutrition.

Συχνά, μια δίαιτα υψηλής πρωτεΐνης μπορεί να αντικαταστήσει την πρόσληψη πραγμάτων όπως οι υδατάνθρακες ή τα λίπη ή άλλα μικροθρεπτικά συστατικά. Κι αντίθετα με όσα ακούγονται online, η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων δεν χρειάζεται επιπλέον πρωτεΐνη, χάρη στην ήδη ευρεία παρουσία τροφών πλούσιων σε πρωτεΐνη, όπως το κρέας και τα γαλακτοκομικά, στη δυτική διατροφή. «Δυστυχώς, πρόκειται για μια διαδεδομένη παρεξήγηση που μπορεί στην πραγματικότητα να βλάψει τους ανθρώπους», επισημαίνει ο Dariush Mozaffarian,καρδιολόγος, επιστήμονας δημόσιας υγείας και διευθυντής του Food Is Medicine Institute στο Tufts University.

YouTube thumbnail

Και τότε, πόση πρωτεΐνη χρειαζόμαστε πραγματικά; Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη πρωτεΐνης για έναν μέσο ενήλικα είναι 0,8 γραμμάρια ανά κιλό σωματικού βάρους. Ωστόσο, αυτή η ποσότητα αυξάνεται ανάλογα με τη φυσική δραστηριότητα, την ηλικία και την κατάσταση της υγείας, όπως η εγκυμοσύνη.

Σύμφωνα με την Dr Linia Patel, διατροφολόγο στο Pure Sports Medicine, αυτές οι συστάσεις είναι «πιο πολύ για την πρόληψη του υποσιτισμού» και, ως βάση, για να ευημερήσει κάποιος πρέπει να καταναλώνει «περίπου 1g ανά κιλό σωματικού βάρους ή 1.2g αν είναι δραστήριος». Η Patel αναφέρει ότι η πρωτεΐνη μας κρατά χορτάτους για περισσότερο χρόνο, επειδή είναι «σύνθετο μόριο». Αυτό σημαίνει ότι όταν την τρώμε, χρειάζεται «λίγο περισσότερη δουλειά από το σώμα μας για να την μεταβολίσει και να την αφομοιώσει», αλλά υπάρχει και η έννοια της υπερβολής. Η υπέρβαση 2-2.2g ανά κιλό σωματικού βάρους, όπως προτείνουν διάφοροι Influencers σε Tiktok και Instagram, είναι πιθανόν υπερβολική, επειδή κινδυνεύει να «αντικαταστήσει άλλα βασικά θρεπτικά συστατικά.

Όταν πρόκειται για την καλύτερη κατανάλωση πρωτεΐνης, η Patel τονίζει ότι «προτεραιότητα πρέπει να είναι η τροφή», καθώς οι πηγές ολόκληρου τροφίμου, όπως κρέας, ψάρι και αυγά, είναι γεμάτες θρεπτικά συστατικά, μέταλλα και ενώσεις «που τα συμπληρώματα δεν μπορούν να αντικαταστήσουν». Παρ’ όλα αυτά, τα protein powders μπορούν να έχουν θέση, αλλά «πρέπει να χρησιμοποιούνται ως εργαλείο, όχι ως κύρια πηγή». 

Στο τέλος, παρά την πρωτοφανή εμπορική και πολιτισμική έκρηξη, η πρωτεΐνη παραμένει αυτό που ήταν πάντα: ένα από τα πολλά, απαραίτητα κομμάτια του παζλ της υγείας. Οι ειδικοί αναγνωρίζουν τη σημασία της, αλλά προειδοποιούν για την τάση υπεραπλούστευσης και την αναζήτηση της «τέλειας» διατροφικής λύσης. Όσο για τη μόδα της πρωτεΐνης στο Tiktok και τα συμπληρώματα που λανσάρουν κάθε τόσο celebrities και fitness gurus, δύσκολα θα υποχωρήσουν. Η τελευταία λέξη στην πρωτεϊνική εμμονή δεν έχει ειπωθεί ακόμη και, κρίνοντας από την εποχή, μάλλον δεν θα ειπωθεί σύντομα.