Χλιαρή η εικόνα των νέων ταινιών της εβδομάδας στις κινηματογραφικές αίθουσες, με την σκανδιναβική «Συναισθηματική αξία» να ξεχωρίζει.
Η ταινία του Γιoακίμ Τρίερ απέσπασε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο τελευταίο φεστιβάλ των Καννών και κατά πάσα πιθανότητα θα συγκεντρώσει υποψηφιότητες στα προσεχή Οσκαρ. Επίσης, προβάλλεται εκ νέου η «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού, εμβληματική ταινία στην Ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
«Συναισθηματική αξία»
(Affeksjonsverdi/ Sentimental value)
Παραγωγή: διεθνής με βάση τη Νορβηγία, 2025
Σκηνοθεσία: Γιοακίμ Τρίερ
Ηθοποιοί: Στέλαν Σκάρσγκαρντ, Ρενάτε Ρέινσβε, Ελ Φάνινγκ
Οσο καλός και οικείος και αν δείχνει, ο Γκούσταβ Μποργκ, κεντρικός ήρωας της τελευταίας ταινίας του Νορβηγού Γιοακίμ Τρίερ, είναι ένας άνθρωπος που στην ουσία δεν δίνει δεκάρα για τίποτα εκτός από το εγώ του. Είναι καλλιτέχνης, διάσημος σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Στους καλλιτέχνες αυτό το φαινόμενο δεν είναι πρωτόγνωρο. Πάνω απ’ όλα το έργο τους, αυτό που θέλουν να βγάλουν από μέσα τους, αυτό που εκείνοι σκέφτονται, αυτό που εκείνοι νιώθουν και θέλουν να εκφράσουν. Και όλα τ’ άλλα στην άκρη.
Στο μεγαλύτερο μέρος της «Συναισθηματικής αξίας» εξάλλου, με κάθε κίνησή του ο Μποργκ αυτό δηλώνει, ακόμα και όταν στρέφεται στην μεγαλύτερη από τις δύο κόρες του, την Νόρα που είναι επίσης καλλιτέχνις, διάσημη ηθοποιός του θεάτρου. Την θέλει για πρωταγωνίστρια της ταινίας που σκοπεύει να γυρίσει, ο ρόλος είναι γραμμένο για την ίδια και το έργο θα σηματοδοτεί την επιστροφή του.
Οπότε ο πήχης ανεβαίνει ακόμα ψηλότερα με τον Μποργκ έτοιμο να κάνει τα πάντα για να πετύχει τον στόχο του. Και από την πλευρά του, ο Τρίερ, παρακολουθώντας με προσοχή κάθε βήμα του τόσο διασκεδαστικού ήρωά του θα καταθέσει μια πολύ όμορφη, συναισθηματική ταινία πάνω στην ιδέα της «σύγκρουσης» ζωής και Τέχνης, έννοιες που πολλές φορές ταυτίζονται.
Με δύο πολύτιμους ηθοποιούς στην διάθεσή του, τον Στέλαν Σκάρσγκαρντ (Μποργκ) και την Ρενάτε Ρέινσβε (Νόρα), ο Τρίερ δεν θα μας αφήσει λεπτό σε ησυχία και τα λεπτά της ταινίας είναι μπόλικα, κοντά στις δυόμισι ώρες. Υπάρχουν στιγμές που νιώθεις ότι παρακολουθείς κυνήγι γάτας – ποντικού από το οποίο μάλιστα δεν απουσιάζει το χιούμορ, κυρίως από την πλευρά του Μποργκ, ο οποίος είναι ο τύπος του ανθρώπου που θα προτείνει στο εγγόνι του να δει την ταινία «Μη αναστρέψιμος» που έμεινε στην ιστορία για την μεγάλης διάρκειας σκηνή βιασμού της ηρωίδας της Μόνικα Μπελούτσι.
Να όμως που ακόμα και όταν ο κυνισμός του σπάει κόκαλα, ο τύπος ξέρει πως να «ρίχνει» τους άλλους και να τους φέρνει όλους στα δικά του μέτρα και αυτό, από μόνο του είναι κάτι που χαίρεσαι να βλέπεις σε μια ταινία την οποία αν έβλεπε ο μακαρίτης ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν είμαι βέβαιος ότι θα εκτιμούσε αναγνωρίζοντας στον Τρίερ έναν άξιο μαθητή του.
Βαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: ΘΗΣΕΙΟ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ (ΘΕΡΙΝΟΣ) – ΒΟΞ – ΕΛΛΗΝΙΣ – ΦΙΛΟΘΕΗ – ΧΛΟΗ – ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΛΙΛΑ – ΣΤΕΛΛΑ – ΚΑΡΜΕΝ – ΣΙΝΕ ΠΑΛΛΗΝΗ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΑΛΕΞ – ΒΑΚΟΥΡΑ
«Ο πύργος του Downton: Το μεγάλο φινάλε»
(Downton Abbey: The Grand Finale)

Παραγωγή: Αγγλία/ ΗΠΑ, 2025
Σκηνοθεσία: Σάιμον Κέρτις
Ηθοποιοί: Χιού Μπόνεβιλ, Ελίζαμπεθ ΜακΓκόβερν, Πολ Τζιαμάτι κ.α.
Το τελευταίο (ελπίζει κανείς γιατί ποτέ δεν ξέρεις) κινηματογραφικό κεφάλαιο της πασίγνωστης τηλεοπτικής σειράς «Downton Abbey», με την οικογένεια Κρόουλι και το προσωπικό του Πύργου Ντάουντον να οδεύουν πλέον προς τη δεκαετία του 1930 και όλοι μαζί βιώνουν τις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές. Κινδυνεύουν να χάσουν τα βελούδα και τα ασημικά τους! Από την μια έχουν να αντιμετωπίσουν ένα δημόσιο σκάνδαλο και από την άλλη την οικονομική στενότητα, γεγονός που απειλεί την φήμη τους αλλά και την απώλεια των πανάκριβων ανέσεών τους. Αλλά, υπάρχει… Θεός γιατί όπως ακούμε στην ταινία «οικογένειες σαν την δική μας κινούνται διαρκώς προκειμένου να επιβιώσουν.»
Οπότε ενώ οι Κρόουλι και οι υπηρέτες τους προσπαθούν να προσαρμοστούν στις εξελίξεις, το μοτίβο του σκηνοθέτη Σάιμον Κέρτις παραμένει απελπιστικά το ίδιο με ότι έχει γυριστεί μέχρι σήμερα επί του θέματος στον κινηματογράφο (δηλαδή δυο ταινίες που μοιάζουν με μεγάλης διάρκειας επεισόδια της σειράς). Βέβαια, εδώ, το σενάριο είναι φορτωμένο με διάφορες οικονομικού τύπου, βαρετές λεπτομέρειες, σε δικηγορικά γραφεία και με απατεώνες στη μέση που χρειάζεσαι μπλοκάκι για να κρατάς σημειώσεις για το τι ακριβώς συμβαίνει στο παρασκήνιο μιας ούτως ή άλλως ανιαρής ιστορίας, από την οποία μάλιστα, απουσιάζει ο κυνισμός της αποθανούσας Λαίδης Μάγκι Σμιθ (η οποία ήταν το πιο νευρώδες πρόσωπο στην σειρά και στις ταινίες).
Βαθμολογία: 2
ΑΘΗΝΑ: VILLAGE PENTH – OPTIONS ESCAPE ΙΛΙΟΝ – OPTIONS CINEMAS ΓΛΥΦΑΔΑ – CINOBO ΟΠΕΡΑ – ΑΘΗΝΑΙΑ – ΔΑΝΑΟΣ – ΑΕΛΛΩ – ΝΑΝΑ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ κ.α.
«Καυτό γάλα» (Hot milk)

Παραγωγή: Αγγλία/ Αυστραλία, 2025
Σκηνοθεσία: Ρεμπέκα Λένκιεβιτς
Ηθοποιοί: Φιόνα Σο, Εμα Μάκι, Βίκι Κριπς κ.α.
Ενδεχομένως συναισθήματα να αντλούνται από την ανάγνωση του μυθιστορήματος της Ντέμπορα Λέβι στο οποίο βασίζεται το σενάριο αυτής της ταινίας στην οποία θα βρούμε και πάλι σχέση γονέα – παιδιού στον πυρήνα. Μόνο που εδώ, το σύνολο σύντομα νιώθεις να σε αφήνει αδιάφορο και παρότι η διάρκεια είναι κατά πολύ μικρότερη της «Συναισθηματικής αξίας», αυτό που θέλεις παρακολουθώντας την ταινία, είναι να τελειώσει όσο συντομότερα γίνεται. Επίσης, από αυτήν την ταινία απουσιάζει πλήρως το χιούμορ οπότε το μόνο από το οποίο έχεις να κρατηθείς είναι οι επαναλαμβανόμενες εντάσεις που δημιουργούνται ανάμεσα σε μια γυναίκα που πάσχει από μια ανίατη ασθένεια (Φιόνα Σο) και την ανήσυχη κόρη της που την φροντίζει (Έμμα Μάκι).
Όλα αυτά σε καλοκαιρινό φόντο και μάλιστα ελληνικό γιατί η ταινία γυρίστηκε στη χώρα μας αν και ο δραματουργικός χώρος είναι η Αλμερία (!) της Ισπανίας. Αναγκαστικά ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν θα περάσει και πάλι από το μυαλό σου, όμως η «Φθινοπωρινή σονάτα» απέχει έτη φωτός από το «Καυτό γάλα», στο οποίο ακόμα και o ομοφυλοφιλικός έρωτας της κόρης με μια μυστηριώδη σύγχρονη χίπισα (Βίκι Κριπς) σε αφήνει ψυχρά απόμακρο, ακριβώς επειδή δείχνει να είναι εκεί απλώς για να είναι και χωρίς να μπορεί να σου προκαλέσει κάποιο συναίσθημα.
Βαθμολογία: 2
ΑΘΗΝΑ: CINE ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ – ΔΑΝΑΟΣ – ΑΡΤΕΜΙΣ – 37, ΝΑΝΑ CINEMAX
Παιδικά

H ταινία «Demon Slayer: Το κάστρο του απείρου» (Demon Slayer: Kimetsu no yaiba infinity castle, Ιαπωνία, 2025) είναι το πρώτο μέρος της manga anime κινηματογραφικής τριλογίας Demon Slayer και στηρίζεται στην εξαιρετικά επιτυχημένη παγκοσμίως σειρά Demon Slayer: Kimetsu no Yaiba στην οποία μια οικογένεια έρχεται αντιμέτωπη με τέρατα. Παρακολουθούμε το πως ένα αγόρι μετατρέπεται σε Κυνηγό Δαιμόνων προκειμένου να εκδικηθεί την εξόντωση της οικογένειά τους και να σώσει την μικρή αδελφή του που αν και επέζησε έχει μεταμορφωθεί σε δαίμονα. Οι φαν αυτού του ποπ φαινομένου δεν χρειάζονται περισσότερα για να παρακολουθήσουν την ταινία. Οι υπόλοιποι ενδεχομένως να εντυπωσιαστούν από το θέαμα και το ιαπωνικό σκίτσο στο οποίο οι μάχες έχουν τον πρώτο λόγο. Προσωπικά προτιμώ το αριστουργηματικό ιαπωνικό anime του Χαγιάο Μιγιαζάκι.
Bαθμολογία: 2
Προβάλλεται σε παραπάνω από 60 αίθουσες όλης της χώρας
Στην περιπέτεια φαντασίας του Σεθ Γουόρλεϊ «Τερατομουντζούρες» (Sketch, ΗΠΑ, 2024), όλα ξεκινούν όταν το βιβλίο με τα σκίτσα ενός κοριτσιού πέφτει σε μια λίμνη όπου λαμβάνουν χώρα παράξενα φαινόμενα. Τα σχέδιά της, διάφορα τέρατα …ζωντανεύουν και οι συνέπειες είναι απρόβλεπτες, χαοτικές και – κυρίως – επικίνδυνα αληθινές. Καθώς η πόλη αρχίζει να καταρρέει, το κορίτσι μαζί με τον αδελφό της θα πρέπει να εντοπίσουν τα πλάσματα προτού ν ζημιά που θα προκαλέσουν γίνει ανεπανόρθωτη. Με τους Τόνι Χέιλ, Ντ’ Αρσι Κάρντεν και Μπιάνκα Μπέιλ (προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά).
Bαθμολογία: _
ΑΘΗΝΑ: VILLAGE THE MALL – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΑΕΛΛΩ – VILLAGE ATHENS METRO MALL – ESCAPE CENTER – OPTIONS CINEMAS ΓΛΥΦΑΔΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΒΑΚΟΥΡΑ – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ κ.α.

Σε επανέκδοση προβάλλεται το «Toy story» (ΗΠΑ, 1995) η ταινία – θαύμα των εταιριών PIXAR και DISNEY που έγραψαν Ιστορία στο χώρο του animation με αυτή την θαυμάσια περιπέτεια που σκηνοθέτησε ο ευφυής Τζον Λάσιτερ. Τα παιχνίδια ζωντανεύουν όταν τα αφεντικά τους απουσιάζουν, παρασύροντας μικρούς και μεγάλους στον κόσμο της (τεχνολογικής) μαγείας. Ο Τομ Χανκς και ο Τιμ Αλεν έδωσαν αντιστοίχως τις φωνές τους στον πάνινο καουμπου Γούντι και τον αστροναύτη Μπαζ, ενώ το φιλμ, χάρη στην υποδοχή που είχε απέκτησε αρκετές κινηματογραφικές συνέχειες. Είναι ωραίο που επαναπροβάλλεται στη μεγάλη οθόνη παρά τις αμέτρητες μεταδόσεις της στην μικρή οθόνη.
Bαθμολογία: 4 ½
ΑΘΗΝΑ: VILLAGE THE MALL – ΑΕΛΛΩ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – ΝΑΝΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: CINEMA ONE – VILLAGE κ.α.
Οι άλλες επανεκδόσεις
«Ευδοκία» (Ελλάδα, 1971)

Σκηνοθετημένη από τον πρωτοπόρο αν και φειδωλό ως δημιουργό Αλέξη Δαμιανό (η δεύτερη από τις μόλις τρεις κινηματογραφικές ταινίες του – μετά το «Μέχρι το πλοίο» και πριν τον «Ηνίοχο»), είναι κομμάτι του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, πυλώνας του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου που άρχισε να αναπτύσσεται την εποχή που γυρίστηκε και μια από τις καλύτερες ταινίες στην ιστορία του ελληνικού σινεμά εν γένει. Ο ωμός ρεαλισμός «παντρεύεται» την ποίηση της καθημερινότητας ενώ ο Δαμιανός εξετάζει τα στάδια μιας απεγνωσμενης σχέσης, εκείνης που δημιουργείται ανάμεσα σε μια νεαρή πόρνη, την Ευδοκία (Μαρία Βασιλείου) και ένα νεαρό λοχία (Γιώργος Κουτούζης). Το αποτέλεσμα μαγικό, μια μοναδική, σπάνια κινηματογραφική εμπειρία, μια κινηματογραφική τραγωδία που παραμένει ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα «εσωτερικής κινηματογράφησης». Η «Ευδοκία» που γυρίστηκε στο πικ της δικτατορίας των συνταγματαρχών, εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να συγκλονίζει με την στεγνή ειλικρίνεια και την «παζολινική» αμεσότητά της. Κάθε τι στην ταινία είναι αφτιασίδωτο – από τις ερμηνείες των άγνωστων (εκείνη την εποχή) ηθοποιών, μέχρι την «βρώμικη» φωτογραφία του Χρήστου Μάνγκου που απομυθοποιεί το ελληνικό τοπίο κινηματογραφώντας το σε όλη την άγονη γύμνια του. Ο κινηματογράφος του Δαμιανού έχει μια πρωτόγονη δύναμη που σε αποτελειώνει ενώ σημαίνοντα ρόλο για την δημοτικότητα της ταινίας έπαιξε η μουσική του Μάνου Λοίζου – ιδίως το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας, ένα θέμα που από μόνο του αποτελεί κεφάλαιο στην Ιστορία της μουσικής επένδυσης στην ελληνική κινηματογραφία.
Bαθμολογία: 4 ½
ΑΘΗΝΑ: ΡΙΒΙΕΡΑ
«Δίχως στέγη, δίχως νόμο» (Vagabond, Γαλλία, 1985)

Το σχεδόν «ρεπορταζιακά» φτιαγμένο πορτρέτο της Μόνα (Σαντρίν Μπονέρ), μιας νεαρής γυναίκας που στην αρχή της ταινίας βλέπουμε νεκρή σε ένα χαντάκι και της οποίας η ιστορία θα ξετυλιχθεί μέσα από τις διηγήσεις όσων την γνώρισαν. Τι την οδήγησε στην απόφαση να στρέψει την πλάτη της στην συμβατική ζωή και να αρχίσει να περιπλανιέται στους χειμερινούς δρόμους της Νότιας Γαλλίας; Η σημαντικότερη, ίσως, δημιουργία της Ανιές Βαρντά (1928-2019), αυτή η πολύ στενάχωρη αλλά και ουσιαστική μελέτη υπαρξιακής αναζήτησης στην οποία η Μπονέρ ξεπερνά τον εαυτό της (δεν έχει υπάρξει ποτέ καλύτερη) απέσπασε τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ κινηματογράφου Βενετίας 1985.
Bαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: ΒΟΞ – ΖΕΦΥΡΟΣ – ΟΑΣΙΣ
«Παράξενα παιχνίδια» (Funny games, ΗΠΑ, 2007)

Καρέ προς καρέ αμερικάνικο ριμέικ την σημαντικής αλλά αφόρητης ταινίας του Μίχαελ Χάνεκε «Funnh games», γυρισμένο από τον ίδιο μια δεκαετία αργότερα. Δύο ευγενέστατοι νεαροί ντυμένοι στα λευκά, «τρυπώνουν» στο σπίτι μιας τετραμελούς οικογένειας και την οδηγούν στην ολοκληρωτική καταστροφή. Μια πέρα για πέρα σαδιστική κινηματογραφική εμπειρία, μέσα από την οποία ο Αυστριακός σκηνοθέτης παρατηρεί το φαινόμενο της άνευ λόγου βίας, χωρίς να σχολιάζει και χωρίς να επιτρέπει ούτε δευτερόλεπτο ανάσας στον θεατή. Η πρώτη ταινία ήταν για πολύ γερά νεύρα και ακόμα πιο γερό στομάχι. Για την δεύτερη που επαναπροβάλλεται, ακόμα έχω την απορία για τον λόγο που γυρίστηκε. Κυρίως για τα χρήματα υποθέτω. Παίζουν: Τιμ Ροθ, Ναόμι Γουότς, Μάικλ Πιτ.
Bαθμολογία: 3
ΑΘΗΝΑ: ΑΤΕΝΕ
Σε όλα τα VILLAGE της Αθήνας (όπως και αλλού) ,όπως και στα CINEMA ONE της Θεσσαλονίκης (όπως και αλλού) προβάλλεται τέλος και η ταινία «Η μακριά πορεία» (The long road, ΗΠΑ, 2025), σε σκηνοθεσία Φράνσις Λόρενς («Αγώνες πείνας») που βασίζεται στο ομότιτλο διήγημα του Στίβεν Κινγκ, «ένα έντονο, ανατριχιαστικό και συναισθηματικό θρίλερ που προκαλεί το κοινό να αντιμετωπίσει ένα ερώτημα που στοιχειώνει: πόσο μακριά μπορείς να φτάσεις;» (όπως αναφέρεται στο δελτίο τύπου). Παίζουν οι ηθοποιοί: Κούπερ Χόφμαν, Ντέιβιντ Τζόνσον κ.α.





