Από το 1955 και την ιστορική Εκάβη της Κατίνας Παξινού (σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή), την παράσταση με την οποία εγκαινιάστηκε το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου πριν από 70 χρόνια, έως τις πιο πρόσφατες διεθνείς συμπαραγωγές, η Επίδαυρος εξελίχθηκε σε μια σκηνή ανοιχτή στον κόσμο.
Δεκάδες ξένοι σκηνοθέτες άφησαν το αποτύπωμά τους στον ιερό αυτό χώρο, φέρνοντας μια διαφορετική ανάγνωση και αισθητική στον αρχαίο λόγο.
Κάτι που συνεχίζει να συμβαίνει καθώς το φεστιβάλ εισέρχεται πλέον στην όγδοη δεκαετία του. Έλληνες και ξένοι σκηνοθέτες εξακολουθούν να βρίσκουν εκεί, στην σκηνική ιερότητα του χώρου της Επιδαύρου, με την φυσική ακουστική, έμπνευση και κίνητρο για δημιουργία.
Με αφορμή την εφετινή επέτειο, ανατρέχουμε στους ξένους σκηνοθέτες που περισσότερο από άλλους συναδέλφους τους συνέδεσαν το όνομά τους με το Φεστιβάλ και το αρχαίο θέατρο της Επιδαύορυ.
Σερ Πίτερ Χολ ο πρώτος ξένος σκηνοθέτης του Φεστιβάλ Επιδαύρου
Ο Άγγλος σκηνοθέτης και ιδρυτής του Royal Shakespeare Company, σερ Πίτερ Χολ (1930-2017), σκηνοθέτησε το 1983 την «Ορέστεια» του Αισχύλου, μια παραγωγή με το Εθνικό Θέατρο της Μεγάλης Βρετανίας.
Δέκα ώρες κρατούσε η παράσταση που αποτελούνταν από 15μελή ανδρικό θίασο, με τους ηθοποιούς να φορούν μάσκες. κατά τη συνήθεια του σκηνοθέτη.

Σερ Πίτερ Χολ, Βάκχες
Το 1988 επανήλθε στο αρχαίο θέατρο με το τρίπτυχο των ύστατων έργων του Σαίξπηρ την Τρικυμία, το Χειμωνιάτικο παραμύθι και τον Κυμβελίνο.
Έξι χρόνια αργότερα, σειρά είχε η «Λυσιστράτη», την οποία ανέβασε με τον προσωπικό του θίασο, τον The Peter Hall Company.
Η παράσταση όμως που περισσότερο έμεινε στη μνήμη των θεατών είναι εκείνη του «Οιδίπους Τύραννος» το 1996, η οποία αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα του φεστιβάλ. Το σκηνικό γνωστό: μάσκες και Εθνικό Θέατρο της Μεγάλης Βρετανίας.

Σερ Πίτερ Χολ, «Βάκχες».
Ο Άλαν Χάουαρντ στον ρόλο του Οιδίποδα απέδωσε με ένταση την τραγική πορεία του ήρωα, ενώ η Σουζάν Μπέρτις ως Ιοκάστη και ο Πιπ Ντόναχι ως Κρέοντας συμπλήρωσαν το δυνατό καστ.
Η σκηνογραφία του Διονύση Φωτόπουλου, στενού και διαχρονικού συνεργάτη του Χολ, σε συνδυασμό με τη μουσική της Τζούντιθ Γουίρ, δημιούργησαν μια ατμόσφαιρα που ενίσχυε την τραγικότητα του έργου.

Ο σερ Πίτερ Χολ με τον στενό του συνεργάτη Διονύση Φωτόπουλο.
Η τελευταία εμφάνιση του μεγάλου σκηνοθέτη στην Επίδαυρο πραγματοποιήθηκε το 2002 με τις «Βάκχες» του Ευριπίδη.
Ο Πέτερ Στάιν αναμετρήθηκε 4 φορές με την Επίδαυρο
Από τους σπουδαιότερους δημιουργούς που σκηνοθέτησαν στην Επίδαυρο, ο ζωντανός θρύλος Πέτερ Στάιν ξεκίνησε την στενή σχέση του με το ελληνικό θεατρόφιλο κοινό το 1985, όταν έφερε την «Ορέστειά» του, διάρκειας 7 ωρών, στο θέατρο Πέτρας στην Πετρούπολη.
Δέκα χρόνια αργότερα με αυτή την παράσταση έκανε το ντεμπούτο του στην Επίδαυρο.
Ο σκηνοθέτης που έχει σπουδάσει αρχαιολογία και αρχαία ελληνική λογοτεχνία, και γνωρίζει αρχαία ελληνικά, αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του πώς ένας ξένος σκηνοθέτης μπορεί να προσεγγίσει με σεβασμό αλλά και προσωπική σφραγίδα το αρχαίο δράμα.

Πέτερ Στάιν στην Επίδαυρο.
Αφήνοντας άλλη μία δεκαετία να περάσει, ο Στάιν επανήλθε στην Επίδαυρο το 2005, με τη «Μήδεια» και πρωταγωνίστρια τη σύζυγό του, Μανταλένα Κρίπα.
Ο Γερμανός σκηνοθέτης το 2007, συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας για την παρουσίαση της «Ηλέκτρας» του Σοφοκλή στην Επίδαυρο.
Η παράσταση αποτέλεσε την πρώτη συμπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου και του Φεστιβάλ Αθηνών, με Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στο ρόλο της Κλυταιμνήστρας, τον Γιάννη Φέρτη του Παιδαγωγού και τον Λάζαρο Γεωργακόπουλο του Αίγισθου.

Η Στεφανία Γουλιώτη ως «Ηλέκτρα» σε σκηνοθεσία Πέτερ Στάιν.
Τον Ορέστη υποδύθηκε ο Αποστόλης Τότσικας, τη Χρυσόθεμη η Κόρα Καρβούνη, τον Πυλάδη ο Μίλτος Σωτηριάδης, ενώ την ίδια την Ηλέκτρα η 26χρονη τότε Στεφανία Γουλιώτη.
Έναν χρόνο μετά, ο Πέτερ Στάιν κατάφερε να πραγματοποιήσει ένα από τα όνειρά του, το ανέβασμα της «Πενθεσίλειας» του Χάινριχ Φον Κλάιστ.
Πρωταγωνίστριά του ήταν και πάλι η Μανταλένα Κρίπα, σε μια διεθνή συμπαραγωγή Ελλάδας, Αυστρίας, Ιταλίας και Ισπανίας.
Ο Αμερικανός Ρόμπερτ Ουίλσον και ο Οιδίποδας
Εντύπωση δεν προκαλεί το γεγονός ότι ο Ρόμπερτ Ουίλσον συμμετείχε στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου το 2019, αλλά το ότι άργησε τόσο πολύ να το κάνει.

Ρόμπερτ Ουίλσον, Οιδίποδας.
Αγαπημένος του ελληνικού θεατρόφιλου κοινού, ο Αμερικανός μάστερ του «ατμοσφαιρικού» -θα μπορούσαμε να πούμε-, θεάτρου λόγω της μαεστρίας του στην χρήση του φωτισμού, σκηνοθέτησε τη σπουδαία Γερμανίδα ηθοποιό Άνγκελα Γούινκλερ, ενώ αφηγήτρια ήταν η Λυδία Κονιόρδου.
Ίβο βαν Χόβε και η Comédie-Française
Ορόσημο για το παγκόσμιο θέατρο, αλλά και για την σκηνή της Επιδαύρου, ήταν η παράσταση που ανέβηκε το 2019 από τον εμβληματικό γαλλικό θίασο με τα τρακόσια χρόνια ιστορίας, Comédie-Française, υπό τη σκηνοθετική ματιά του Βέλγου δημιουργού Ίβο βαν Χόβε.
Δύο τραγωδίες του Ευριπίδη, η «Ηλέκτρα» και ο «Ορέστης», σε ένα ενιαίο θεατρικό έργο, το οποίο έκανε την πρεμιέρα της στην καρδιά του Παρισιού, στο ιστορικό θέατρο Richelieu, συγκεντρώνοντας διθυραμβικές κριτικές από το παγκόσμιο θεατρικό στερέωμα και στη συνέχεια ανέβηκε στην Επίδαυρο.
Με αφορμή αυτή την παράσταση, έγραψαν χαρακτηριστικά οι «New York Times»: «Ξεχάστε το Game of Thrones. Κανείς δεν αναπαριστά τη βία καλύτερα από τον Ευριπίδη».

Comedie Francaise και Ίβο Βαν Χόβε στην Επίδαυρο.
Ο Ίβο βαν Χόβε «απογύμνωσε» την τραγωδία από κάθε σκηνικό στόλισμα. Με μια μίνιμαλ σκηνοθετική ματιά και έμφαση στον ψυχισμό των προσώπων, μετέτρεψε το δράμα σε σύγχρονο ψυχολογικό θρίλερ.
Το κοινό, όπως συνηθίζεται άλλωστε, διχάστηκε: άλλοι μίλησαν για ιεροσυλία, άλλοι για θεατρική αποκάλυψη.
Τιμοφέι Κουλιάμπιν: Οι σημαντικές σιωπές
Τέλος, ο Τιμοφέι Κουλιάμπιν, από τους σημαντικότερους νέους σκηνοθέτες της Ρωσίας, παρουσίασε πέρυσι στην Επίδαυρο την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη, σε μια από τις πιο ατμοσφαιρικές πρεμιέρες του φεστιβάλ.
Η παράσταση, συμπαραγωγή με το Residenztheater του Μονάχου, ξεχώρισε για τη σεμνή της σκηνική γλώσσα, την αργή, σχεδόν κινηματογραφική ροή, και τη βαθιά ανθρώπινη ματιά της πάνω στη θυσία.

Τιμοφέι Κουλιάμπιν
Η Εύα Νάθενα υποδύθηκε μια σπαρακτική Κλυταιμνήστρα, ενώ ο Άκης Σακελλαρίου ερμήνευσε τον Αγαμέμνονα με συναισθηματική ένταση.
Ο Κουλιάμπιν, ο οποίος έχει σκηνοθετήσει όπερα και Τσέχοφ, συχνά με ηθοποιούς που χρησιμοποιούν τη νοηματική γλώσσα, παρουσίασε ένα έργο όπου οι παύσεις έλεγαν περισσότερα από τις λέξεις.






