Απόγευμα Πέμπτης και στην πλατεία Μεσολογγίου, στο Παγκράτι, ο ήλιος που καίει ακόμα δεν θυμίζει φθινόπωρο αλλά καλοκαίρι. Έξω από το φιλόξενο «Βενιαμίν» στον πεζόδρομο, επικρατεί μια καλοκαιρινή ψευδαίσθηση λες και δεν είναι Σεπτέμβρης.
Πιάνοντας μια κουβέντα για ψευδαισθήσεις, τι είναι αλήθεια και τι είναι fake, βρισκόμαστε να μιλάμε με τη Χριστίνα Χειλά-Φαμέλη για το νεοελληνικό, τραγικωμικό σύμπαν της ταινία του Χάρη Βαφειάδη «Μικρά πράγματα που πήγαν λάθος», που την φέρνει πίσω στη μεγάλη οθόνη μετά από μια δεκαετία περίπου. Και την τοποθετεί στο ρόλο μιας νεόπλουτης νεαρής συζύγου και μητέρας, η οποία την ίδια στιγμή που φαίνεται να ζει την ιδανική οικογενειακή ζωή, μοιάζει να είναι παραιτημένη από αυτήν. Αλήθεια, πώς μεταμορφώνονται σήμερα οι ζωές μας;
Στη συζήτησή μας δεν θα βρούμε όλες τις απαντήσεις, αλλά θα κάνουμε μερικούς σταθμούς σε πράγματα που πάνε… σωστά ή και λάθος. Από το «Ουζερί Τσιτσάνης» του Μανούσου Μανουσάκη όπου την πρωτοείδαμε, μέχρι τη φετινή κινηματογραφική της εμφάνιση, η ανερχόμενη ηθοποιός που γνωρίσαμε μέσα από τις τηλεοπτικές της επιτυχίες («Άγριες μέλισσες», «Σασμός») αλλά και τη σταθερή θεατρική της πορεία («Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα», «Αυτόχειρ!»), ενώ περιμένουμε το 2025 να δούμε ως πρωταγωνίστρια της σειράς του Mega «Οι αθώοι», δεν έπαψε να αγαπάει το σινεμά.
Στο «Ουζερί Τσιτσάνης» (2015) έκανες το κινηματογραφικό σου ντεμπούτο. Στα «Μικρά πράγματα που πήγαν λάθος» κάνεις τη δεύτερη εμφάνισή σου σε ταινία μεγάλου μήκους. Στο μεσοδιάστημα απέκτησες αναγνωρισιμότητα και φήμη μέσα από τις σειρές που συμμετείχες στην τηλεόραση. Αν έκανες μια μικρή ανασκόπηση αυτής της δεκαετίας, ποια πράγματα θα ξεχώριζες στην επαγγελματική και προσωπική σου ζωή που πήγαν σωστά;
Υπήρξαν πολλά μικρά πράγματα που δεν πήγαν λάθος, αλλά πήγαν καλά και στα επαγγελματικά και στα προσωπικά μου. Ούτως ή άλλως, αυτά συσχετίζονται. Δηλαδή, αν δεν ήμουν ευχαριστημένη από τη δουλειά μου, δεν θα ήμουν πολύ καλά στη ζωή μου εκτός δουλειάς, γιατί είναι κάτι που με επηρεάζει πολύ. Έκανα σειρές, όπως ο «Σασμός», οι «Άγριες Μέλισσες», ο «Σιωπηλός Δρόμος», οι οποίες είχαν απήχηση στον κόσμο. Ευτυχώς, αυτά τα δέκα χρόνια, από ένα σημείο και μετά, τα πράγματα δεν πήγαν λάθος.
«Καμιά φορά, όταν είσαι λίγο κουλ, τα πράγματα μπορεί να σου έρχονται και πιο εύκολα. Με την τηλεόραση ο βιοπορισμός για μένα έγινε ευκολότερος σε ένα επάγγελμα στο οποίο υπάρχει τρομερή ανασφάλεια».
Μετά το «Ουζερί Τσιτσάνης», τα πρώτα χρόνια ήταν πολύ δύσκολα, γιατί βρισκόμασταν στην καρδιά της κρίσης και γίνονταν ελάχιστες δουλειές. Κι αυτό δεν είναι υπερβολή. Πολλοί ηθοποιοί δεν έβρισκαν δουλειά. Μετά από λίγα χρόνια ανεργίας, μου προέκυψε η τηλεόραση, στην οποία δεν είχα ποτέ την πρόθεση να μπω. Καμιά φορά, όταν είσαι λίγο κουλ, τα πράγματα μπορεί να σου έρχονται και πιο εύκολα. Με την τηλεόραση ο βιοπορισμός για μένα έγινε ευκολότερος σε ένα επάγγελμα στο οποίο υπάρχει τρομερή ανασφάλεια. Οπότε τα τελευταία χρόνια έχω απαλλαγεί από αυτό το άγχος και την ανασφάλεια της δουλειάς. Όχι ότι δεν αγχώνομαι ότι θα ξανάρθει, αλλά εν πάσει περιπτώσει, έχω κάπως ισορροπήσει από τη στιγμή που μπήκα στον κόσμο της τηλεόρασης.
Πώς νιώθεις για την τωρινή κινηματογραφική σου εμφάνιση μετά από τόσα χρόνια;
Είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που συμμετείχα στην ταινία του Χάρη, γιατί ο λόγος που ήθελα να γίνω ηθοποιός δεν ήταν ούτε η τηλεόραση, ούτε το θέατρο, ήταν κυρίως το σινεμά. Από μικρή είχα μεγάλη αγάπη για το σινεμά, ήμουν πολύ σινεφίλ. Οπότε με πολύ μεγάλη χαρά συμμετείχα σε αυτή τη δουλειά.
Η μητέρα που υποδύεσαι κινείται σε ένα νεόπλουτο περιβάλλον, είναι αποστασιοποιημένη από την οικογένειά της, έχει πρόβλημα με τον άντρα της, καταφεύγει στο αλκοόλ. Φαίνεται απούσα. Πώς την προσέγγισες; Έχεις ανάλογα παραδείγματα στην ελληνική κοινωνία;
Η αλήθεια είναι ότι δεν έρχομαι συχνά σε επαφή με μητέρες αποστασιοποιημένες όσο με πατεράδες που είναι στον κόσμο τους, δεν είναι παρόντες στην οικογένεια. Και ναι, νομίζω ότι έχουμε συνηθίσει πιο πολύ τους πατεράδες να είναι απόντες. Οπότε ήταν πρόκληση για μένα ο ρόλος της μητέρας που υποδύομαι να είναι κόντρα στο σύνηθες.
Σου άρεσε αυτό;
Είχε ενδιαφέρον. Είναι μια γυναίκα που φαίνεται ότι δεν είναι καθόλου καλά η ίδια με τον εαυτό της, γι’ αυτό και έχει πάθος με το αλκοόλ. Νομίζω ότι οποιοσδήποτε άνθρωπος έχει μια εξάρτηση, κάτι δεν πηγαίνει καλά με τον εσωτερικό του κόσμο, οπότε κι αυτή ένα κενό προσπαθεί να καλύψει. Ο γάμος της είναι λευκός, fake. Υπάρχει αποστασιοποίηση ανάμεσα στο ανδρόγυνο, ενώ στην επιφάνεια όλα είναι πάρα πολύ τέλεια και τακτοποιημένα. Νομίζω ότι μέσα στην ψυχή αυτών των δύο επικρατεί το χάος και η απόγνωση. Αυτό που με δυσκόλεψε πολύ είναι το πώς θα κάνω με αληθοφάνεια την αλκοολική, χωρίς να βγει σχηματικός ο χαρακτήρας, καρικατούρα.
Τα ανδρικά και γυναικεία κοινωνικά πρότυπα έχουν μετασχηματιστεί στις μέρες μας;
Νομίζω ότι ζούμε σε μια εποχή που μεταμορφώνονται τα πράγματα. Σίγουρα διατηρούνται κάποια στερεότυπα, αλλά υπάρχει και πρόοδος. Κι εμένα με απασχολεί.
Το φαινόμενο των αποστασιοποιημένων γονιών είναι πρόβλημα των ημερών μας;
Στις περιπτώσεις που τα παιδιά δεν τα μεγαλώνουν οι γονείς τους, στην καλύτερη περίπτωση τα μεγαλώνουν άτομα από το οικογενειακό τους περιβάλλον. Ωστόσο, δεν ξέρω αν οι γονείς σήμερα είναι καλύτεροι ή χειρότεροι, από ότι ήταν γονείς περασμένων γεννεών απέναντι στα παιδιά τους. Κάθε εποχή έχει τα δικά της προβλήματα. Και στο παρελθόν υπήρχαν τραύματα πολλά στις ψυχές των ανθρώπων. Απλώς, μερικές δεκαετίες πίσω, επειδή τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα βιοποριστικά και κοινωνικά, οι άνθρωποι δεν είχαν το χρόνο να κάτσουν και να ασχοληθούν με την ψυχανάλυση, αλλά ήταν απασχολημένοι με το να φέρνουν ένα ψωμί στο τραπέζι. Τώρα ίσως έχουμε την πολυτέλεια να σκεφτόμαστε περισσότερο τα πράγματα και να τα αναλύουμε. Όχι όλοι, αλλά μια μεγάλη μερίδα του κόσμου το κάνει.
Το επιβάλλει ίσως και ο δημόσιος διάλογος και η υπερανάλυση στα social media.
Υπάρχουν διάφοροι διάλογοι και διάφορα φόρουμ στα social που σε απομακρύνουν από την καθημερινότητα και την πραγματικότητα. Αν δεν είσαι στο «εδώ και τώρα», είσαι περισσότερο στο «φαίνεσθαι». Εμένα με τρομάζει αυτό και δεν βγάζω τον εαυτό μου έξω από αυτή τη συνθήκη. Είμαι «θύμα» αυτής της κατάστασης, όπως νομίζω οι περισσότεροι άνθρωποι.
«Υπάρχουν πολλά ψεύτικα χαμόγελα εκεί έξω. Πολύ λεύκανση δοντιών και τέλεια ομορφιά! Η εικόνα του »τέλειου» έχει αρχίσει να με ενοχλεί».
Ωριμάσαμε ως κοινωνία έχοντας περάσει μια μεγάλη οικονομική και αξιακή κρίση την περασμένη δεκαετία; Οι ήρωες της ταινίας περιμένουν από το χρήμα ως μάνα εξ ουρανού να σώσει τις κατεστραμμένες τους ζωές.
Ζούμε σε έναν βαθιά καπιταλιστικό κόσμο, προφανώς και αποζητούμε το χρήμα. Η ευτυχία έρχεται για τους περισσότερους ανθρώπους μέσα από τα υλικά αγαθά. Όμως, δεν μπορείς απλά να αγοράσεις τον κόσμο. Μπορείς να αγοράσεις μέχρι και την ομορφιά σου, αλλά μπορείς να αγοράσεις την ευτυχία; Δεν νομίζω. Μήπως γίνεσαι πιο δυστυχής και πιο κενός έχοντας ως μόνο στόχο στη ζωή σου να βγάλεις πολλά χρήματα; Γιατί προς αυτή την κατεύθυνση οδεύουν οι περισσότεροι.
Το άλλο που με προβληματίζει όσον αφορά τα social media, τα οποία κι εγώ χρησιμοποιώ από επιλογή, είναι πώς ως πλατφόρμες επικοινωνίας προβάλλουν την ευτυχία μέσω της απόκτησης υλικών αγαθών. Αυτό πια με τρομάζει. Υπάρχει, επίσης, πάρα πολύ χαρά. Υπάρχουν πολλά ψεύτικα χαμόγελα εκεί έξω. Πολύ λεύκανση δοντιών και τέλεια ομορφιά! Η εικόνα του »τέλειου» έχει αρχίσει να με ενοχλεί. Με ενοχλεί ο άλλος να διαφημίζει τον πλούτο του. Θα μου πεις τα έχει, γιατί να μην τα δείξει; Μαγκιά του! Ωστόσο με ενοχλεί.
Τι σε ενοχλεί ακριβώς;
Είδα δύο φορές στο σινεμά τη «Ζώνη ενδιαφέροντος» του Τζόναθαν Γκλέιζερ για το Ολοκαύτωμα. Ήταν ένα σοκ. Από τη μία είναι η κόλαση και από δίπλα το ονειρεμένο περιβόλι με το ονειρεμένο σπίτι και την ονειρεμένη οικογένεια. Αν αυτή η εικόνα δεν αντικατοπτρίζει την σύγχρονη επικαιρότητα, τότε τι άλλο; Από τη μία έχουμε την ονειρεμένη πισίνα στο Κουφονήσι με τη θέα στη θάλασσα και το ηλιοβασίλεμα και από δίπλα, το σφαγμένο παιδί στη Γάζα. Αυτός είναι ο λόγος που με ενοχλεί η προβολή του πλούτου. Μπορεί δίπλα σου να γίνεται σφαγή. Κι εσύ, γιατί δεν κάνεις κάτι για αυτό; Δεν αντιδράς. Με τρομάζει επίσης ότι δεν φαίνεται να μπορεί να συμβεί κάποιου είδους επανάσταση. Νομίζω ότι παίζει ρόλο η αποβλάκωση στα social media. Πολιτικά οι άνθρωποι απέχουμε – βάζω και τον εαυτό μου μέσα. Και γινόμαστε όλο και πιο καταναλωτικοί.
Τι θα ήθελες να φέρει το μέλλον; Έχεις προσδοκίες;
Είμαι σε μια φάση που νιώθω πολύ χορτασμένη από τη δουλειά και δεν έχω κάποιο απωθημένο. Θέλω όμως να γίνει ο κόσμος καλύτερος και μέσα σε αυτόν κι εγώ.
Το να είσαι ηθοποιός παραμένει μια δυσκολία στην Ελλάδα του 2024.
Είναι δύσκολο επάγγελμα κι εγώ είμαι από τους τυχερούς. Είμαι ευγνώμων για αυτό, αλλά ξέρω ότι κάνω ένα δύσκολο επάγγελμα. Πολύ δύσκολα μπορείς να είσαι ήσυχος. Δεν το λέω με μιζέρια, το απολαμβάνω, ταυτόχρονα ξέρω τι μου γίνεται. Πρέπει να γίνονται με μεγαλύτερο επαγγελματισμό τα πράγματα σε αυτή τη χώρα. Να πάψουν οι διακρίσεις, να μην υπάρχουν ταμπού.
Πώς θα συνεχίσεις φέτος επαγγελματικά;
Δουλεύοντας στην τηλεόραση και στο θέατρο. Ξεκινήσαμε γυρίσματα πριν λίγους μήνες για τη σειρά εποχής «Οι αθώοι», μεταφορά του βιβλίου του Κωνσταντίνου Θεοτόκη «Ο κατάδικος» έργο βαθιά πολιτικό και ανθρώπινο, που θα προβληθεί στο Mega. Μια παραγωγή με εξαιρετικό σενάριο από την Ελένη Ζιώγα, σε σκηνοθεσία του Νίκου Κουτελιδάκη και κινηματογραφικούς όρους, που επιβάλλουν πιο αργούς ρυθμούς, το οποίο μου έχει λείψει τα τελευταία χρόνια που οι τηλεοπτικοί ρυθμοί ανέπτυξαν μεγάλες ταχύτητες. Είναι μια δουλειά που περιμένω καιρό να γίνει και ανυπομονώ να μπούμε ακόμα πιο βαθιά στα γυρίσματα. Υποδύομαι το βασικό γυναικείο ρόλο, τη Μαργαρίτα, που είναι στο επίκεντρο ενός ερωτικού τριγώνου.
Αναφέρθηκες στους κινηματογραφικούς όρους της παραγωγής στο Mega, αγαπάς και το σινεμά. Επιζητάς να κάνεις ταινίες;
Ο λόγος που ήθελα να γίνω ηθοποιός ήταν η τρέλα μου με τις ταινίες. Ονειρευόμουν τον εαυτό μου να παίζει στη μεγάλη οθόνη. Αν με ρωτούσες πριν από λίγα χρόνια, θα σου έλεγα ότι η κάψα μου και το πάθος μου είναι το σινεμά. Τώρα θα σου πω, έχοντας μια εμπειρία δέκα χρόνων στην πλάτη, ότι εξαρτάται από το σενάριο, από την παραγωγή, από τους ανθρώπους, που είναι και το κυριότερο. Έχω περάσει φανταστικά στο σινεμά, αλλά έχω περάσει και άσχημα, όπως έχω περάσει φανταστικά στην τηλεόραση, αλλά και χάλια. Πλέον παίζει ρόλο η συνθήκη, η συγκυρία και χίλιοι δυο παράγοντες.
Κρατάς απόσταση από τον ελληνικό κινηματογράφο παρά την αγάπη σου για τη μεγάλη οθόνη;
Tο ελληνικό σινεμά δεν έχει χρήματα. Γίνονται σίγουρα πολύ ωραίες δουλειές στην Ελλάδα, αλλά είναι λίγες. Όπως είπα, είμαι σινεφίλ και βλέπω πολλές ταινίες, αλλά σπάνια θα με συγκινήσει πια κάτι. Και είναι λογικό, γιατί γίνονται τόσα πολλά πράγματα που προφανώς έχουν ειπωθεί ξανά. Βέβαια στην τέχνη δεν υπάρχει τέλος.
Στην Ελλάδα, δεν γίνονται πολλές δουλειές στο σινεμά και οι επαγγελματίες δυσκολεύονται πάρα πολύ να πάρουν χρήματα. Δεν αμφισβητώ το ταλέντο των Ελλήνων δημιουργών, αμφισβητώ περισσότερο τις συνθήκες και τις χρηματοδοτήσεις. Οι συνθήκες είναι δύσκολες. Αρκεί το παράδειγμα με το φιάσκο της ελληνικής υποψηφιότητας στα Όσκαρ. Πολλές φορές ντρέπομαι για αυτή τη χώρα. Για ποιο μέλλον του ελληνικού σινεμά μιλάμε όταν όποιος θέλει να κάνει πραγματικά καριέρα, συνομιλεί με ξένους συμπαραγωγούς και κοιτάει προς το εξωτερικό; Είναι σαν να μην σε κρατάει η Ελλάδα εδώ.
INFO Η ταινία «Μικρά πράγματα που πήγαν λάθος» του Χάρη Βαφειάδη προβάλλεται στους κινηματογράφους από τις 12 Σεπτεμβρίου.
*Ευχαριστούμε το «Βενιαμίν» (Πλατεία Μεσολογγίου 5, Αθήνα) για τη φιλοξενία της συνέντευξης και της φωτογράφισης.