Απομένουν λίγες μόνο ώρες για να σηκώσει αυλαία το φετινό φεστιβάλ κινηματογράφου των Καννών και ο κόσμος του κινηματογράφου είναι γεμάτος ενθουσιασμό.

Με νέες ταινίες από τον Μάρτιν Σκορτσέζε, τον Τζόναθαν Γκλέιζερ, την Αλις Ρορβάχερ και τον Τοντ Χέινς, μεταξύ άλλων, το φετινό lineup παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον. Είκοσι μία ταινίες – επτά από γυναίκες σκηνοθέτριες, ρεκόρ για το φεστιβάλ – διεκδικούν τον Χρυσό Φοίνικα, με τον απερχόμενο πρωταθλητή Ρούπερτ Εστλουντ να ηγείται της κριτικής επιτροπής που θα καθορίσει τον διάδοχο του

76 χρόνια μετά την έναρξη του Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, ο πολυπόθητος Χρυσός Φοίνικας παραμένει μια από τις υψηλότερες διακρίσεις του κλάδου, ανώτερη κι από το Όσκαρ καλύτερης ταινίας – με το οποίο έχει συμφωνήσει μόνο δύο φορές όλα αυτά τα χρόνια.

Ο Χρυσός Φοίνικας έχει απονεμηθεί σε μερικούς από τους μεγαλύτερους δημιουργούς στην ιστορία – Φεντερίκο Φελίνι, Όρσον Γουέλς, Αμπάς Κιαροστάμι, Λουίς Μπουνιουέλ – και έχει σταθερά παγκοσμίο χαρακτήρα, επιβραβεύοντας δημιουργούς που παίρνουν ρίσκα και ρίχνουν φως σε φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους.

Ενόψει της πρεμιέρας του φετινού φεστιβάλ, απαριθμούμε 10+1 ταινίες που έχουν βραβευτεί στο παρελθόν και που, ακόμα κι αν τις έχετε δει, αξίξει σίγουρα να τις ξαναδείτε.

Γλυκιά Ζωή (1960)

 Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να εισαχθεί κανείς στον κόσμο του Φεντερίκο Φελίνι από αυτό το πληθωρικό αριστούργημα. Το στόρι ακολουθεί σχεδόν ηδονοβλεπτικά έναν κουρασμένο από τα εγκόσμια δημοσιογράφο (Marcello Mastroianni), που κυνηγάει κουτσομπολίστικες ιστορίες για τη στήλη του, για επτά ημέρες στη Ρώμη. Είναι μια ταινία ύμνος στην υπερβολή, που συνοψίζει μια ολόκληρη εποχή και μια στάση απέναντι στη ζωή. Με τη «Γλυκιά Ζωή» ο Φελίνι καταφέρνει κάτι θεωρητικά αδύνατο: κάνει μια πλήρη και ουσιαστική ταινία για κενές και ανούσιες ζωές.

Blow-Up (1966)

Ο Ιταλός σκηνοθέτης Μικελάντζελο Αντονιόνι γύρισε μερικές από τις πιο γνωστές ταινίες του κατά τη διάρκεια των δεκαετιών ’60 και ’70, αλλά το «Blow-Up» ήταν αναμφισβήτητα η μεγαλύτερη επιτυχία του. Πρόκειται για μια ασυνήθιστη ταινία, ένα πιο arthouse θρίλερ τύπου Άλφρεντ Χίτσκοκ, για έναν φωτογράφο που συνειδητοποιεί ότι μπορεί να έχει καταγράψει κατά λάθος σε φιλμ μια δολοφονία. Ταυτόχρονα, η ταινία είναι ένα ηδονοβλεπτικό πορτρέτο του Λονδίνου των 60s και ένα αιχμηρό σχόλιο για την (αν)ικανότητα του σύγχρονου ανθρώπου να διακρίνει μεταξύ του «είναι» και του «φαίνεσθαι».

Η Συνομιλία (1974)

O Φράνσις Φορντ Κόπολα είχε ένα εκπληκτικό 1974, αφού εκείνη την ίδια χρονιά κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας στα Όσκαρ για το σίκουελ του Νονού και τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών για το χαμηλότερων τόνων αλλά εκπληκτικό «Η Συνομιλία», μια ταινία που θίγει την παράνοια της δεκαετίας του ’70 σχετικά με την τεχνολογία και την παρακολούθηση. Πέρα από ένα αργόσυρτο παρανοϊκό θρίλερ γεμάτο σασπένς, είναι επίσης το πορτρέτο ενός μοναχικού ανθρώπου που παλεύει εσωτερικά με πιο καθολικά θέματα όπως η μοναξιά, η ιδιωτικότητα κι η ενοχή. Η σκηνοθεσία του Κόπολα και η υποκριτική ερμηνεία του Τζιν Χάκμαν είναι πραγματικά μεγαλειώδης.

Ο Ταξιτζής (1976)

Δικαίως, «Ο Ταξιτζής» θεωρείται μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Ο Μάρτιν Σκορτσέζε σκιαγραφεί ένα λεπτομερές πορτρέτο αστικής αποξένωσης. Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο παραδίδει μια ερμηνεία που καθόρισε την πορεία της καριέρας του στον κινηματογράφο. Υποδύεται έναν βετεράνο του Βιετνάμ που ξεκινά να εργάζεται ως ταξιτζής στη Νέα Υόρκη τα βράδια γιατί δεν μπορεί να κοιμηθεί. Αηδιασμένος από τη διαφορά που συναντά, στρέφεται γρήγορα στη βία και αυτό που ακολουθεί είναι ένα πυρετώδες αστικό «όνειρο» γεμάτο παραισθησιογόνες εικόνες.

Παρίσι, Τέξας (1984)

Υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του λυρικού κινηματογραφιστή Βιμ Βέντερς, το «Παρίσι, Τέξας» είναι ένα αργόσυρτο αριστούργημα με φόντο την ερημιά των νοτιοδυτικών πολιτειών της Αμερικής. Η ταινία ξεπερνά την ιδέα ενός ατμοσφαιρικού mood piece για να προσφέρει έναν καθηλωτικό στοχασμό πάνω στη μοναξιά, την αποξένωση, την οικογένεια και τη λύτρωση. Και ο Βιμ Βέντερς αποδεικνύει ότι καμιά φορά μόνο ένας μη-Αμερικανός μπορεί πραγματικά να ρίξει μια διεισδυτική ματιά την  καρδιά της αμερικανικής πραγματικότητας και να κοιτάξει στα μάτια την αλήθεια της.

Μαθήματα Πιάνου (1993)

Με αυτό το μαγευτικό δράμα εποχής, η Τζέιν Κάμπιον έγινε η πρώτη, και – μέχρι και  το 2021 και τη νίκη της Τζούλια Ντικουρνό – η μόνη γυναίκα σκηνοθέτης που έχει κέρδισε το κορυφαίο βραβείο του φεστιβάλ των Καννών. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η Τζέιν Κάμπιον εκείνη τη χρονιά μοιράστηκε το βραβείο με τον Τσεν Καϊγκέ λόγω ισοψηφίας. Το «Μαθήματα Πιάνου» διαδραματίζεται στα μέσα του 19ου αιώνα και αφηγείται μια παθιασμένη και πολύ συναισθηματική ιστορία για την περίπλοκη φύση του έρωτα και τις ιδιαίτερες δυσκολίες του να ζεις ως γυναίκα σε αυτήν την ιστορική περίοδο.

Η Γεύση του κερασιού (1997)

Η Γεύση του Κερασιού είναι μια μεταφορά για τη γλύκα της ζωής που μόνο κάποιος που βρίσκεται στο κατώφλι του θανάτου μπορεί πραγματικά να εκτιμήσει, όπως ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα, μια ζωηρή ανατολή, η θέα των παιδιών που παίζουν και χαμογελούν, κάθε µορφή καλοσύνης – κάτι που η ταινία σκοπίμως φείδεται μέχρι την τελευταία πράξη της. Ο Αμπάς Κιαροστάμι δεν σκιαγραφεί ένα ευτυχισμένο έθνος, αλλά αποτολμά μια πολύ εσωστρεφή ενδοσκόπηση όλων των εμπλεκόμενων χαρακτήρων του προκειμένου να βρει ο ίδιος μια απάντηση στο ερώτημα «τι είναι η ζωή;».

Dancer in the Dark (2000)

Από όλες τις ταινίες του Λαρς φον Τρίερ, το «Dancer in the Dark» είναι εκείνη που στρίβει το μαχαίρι στην πληγή όσο καμία άλλη. Αλλωστε η θλίψη και το τραύμα  ήταν πάντοτε το βούτυρο στο ψωμί του αμφιλεγόμενου Δανού σκηνοθέτη. Πρόκειται ταυτόχρονα για ένα σκληρό δράμα, μια αστυνομική ταινία και ένα μιούζικαλ, όλα σε ένα. Συνδυάζοντας με κάποιο μαγικό τρόπο όλα αυτά τα ετερόκλητα είδη, ο Λαρς Φον Τρίερ καταφέρνει να πλάσει μια ταινία θαυματουργά συνεκτική και συγκλονιστική.

Η Λευκή Κορδέλα (2009)

«Η Λευκή κορδέλα» είναι το είδος της σκοτεινής και συναισθηματικά καταστροφικής ταινίας που θα περίμενε κανείς από έναν σκηνοθέτη όπως ο Μάικλ Χάνεκε. Πέρα από τον κυνισμό της, όμως, αυτή ίσως και να είναι η σπουδαιότερη ταινία της καριέρας του. Γυρισμένη σε εντυπωσιακό ασπρόμαυρο, η ταινία εξιστορεί μια σειρά μυστηριωδών γεγονότων σε μια πόλη που οδηγούν στο ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο ρυθμός είναι αργός και στοχαστικός, και η ταινία αποτελεί αναφορά στους Γερμανούς εξπρεσιονιστές, το έργο των οποίων θα προέκυπτε από τη φρίκη που η αφήγηση της ταινίας φαίνεται να προμηνύει.

Κλέφτες Καταστημάτων (2018)

Μια αντισυμβατική οικογένεια βρίσκεται στο επίκεντρο της εύθραυστης μελέτης του ευφυούς Ιάπωνα σκηνοθέτη Χιροκάζου Κορε-έντα για τη φτώχεια στο σύγχρονο Τόκιο. Μια φατρία που αποτελείται από μια ηλικιωμένη μητριάρχη, ένα ζευγάρι, μια νεαρή γυναίκα και ένα αγόρι, τα βγάζουν πέρα κλέβοντας από σούπερ μάρκετ. Γρήγορα, αναλαμβάνουν και ένα παιδί, το οποίο υποψιάζονται ότι κακοποιείται από τους γονείς του. Πρόκειται για απαγωγή ή για σωτηρία; Η ταινία δίνει λίγες απαντήσεις, αλλά γοητεύει με τη ζεστασιά, τη συμπόνια και την καθαρή ματιά της στον κόσμο.

Τα Παράσιτα (2019)

Ως η πρώτη ταινία που κέρδισε την ίδια χρονιά και τον Χρυσό Φοίνικα αλλά και το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας μετά το «Μάρτυ» του Ντέλμπερτ Μαν το 1955, η τολμηρή σάτιρα του Μπον Τζουν-χο εδραίωσε τη θέση της στην ιστορία του κινηματογράφου. Πρόκειται για ένα φρενήρες γαϊτανάκι που συνδυάζει τη μαύρη κωμωδία με τον χιτσκοκικό τρόμο και τον κοινωνικό ρεαλισμό – ένας μύθος για δύο φατρίες, η μία άπορη αλλά φιλόδοξη και η άλλη αφελής και πλούσια, των οποίων οι ζωές μπλέκονται μεταξύ τους. Τα σκηνικά είναι άψογα, οι διάλογοι καυστικοί και η έντονη αίσθηση του κινδύνου αδιαμφισβήτητη.