Όταν οι οπαδοί του Ζαΐρ Μπολσονάρο ξυπνήσουν το πρωί της Πρωτοχρονιάς μετά από εξαντλητική διασκέδαση, εκτός από βαρύ κεφάλι τούς περιμένει κι ένας εφιάλτης που θα γίνει πραγματικότητα.

Ο άνθρωπος για τον οποίο ισχυρίζονταν ότι θέλει να απαγορεύσει τις εκκλησίες και βρίσκεται κοντά σε σατανιστές, ένας «άθεος κομμουνιστής» στα μάτια τους, ορκίζεται πρόεδρος της Βραζιλίας. Είναι ο Λουίζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα.

Στην ορκωμοσία του έχουν προσκληθεί ανώτατοι αξιωματούχοι, όπως ο Γερμανός πρόεδρος, αλλά κι άλλοι πολιτικοί, όπως ο Αλέξης Τσίπρας.

Αν όμως όλες αυτές οι κατηγορίες είχαν δόση αλήθειας; Εάν όντως ο 77χρονος συνιδρυτής του Εργατικού Κόμματος Βραζιλίας, του Partido dos Trablhadores (PT), μετά από την πρώτη θητεία του μεταξύ 2003 και 2011 ήθελε στη δεύτερη θητεία του να εισαγάγει κρυφά τον κομμουνισμό;

Ο συγγραφέας Φερνάντο Μοράις κουνάει το κεφάλι του. «Ο Λούλα δεν υπήρξε ποτέ κομμουνιστής, και δεν πρόκειται ποτέ να γίνει. Σε όλη τη ζωή του δεν είχε καμιά σχέση με το Κομμουνιστικό Κόμμα» υποστηρίζει. Ο Μοράις ξέρει τι λέει, γιατί υπάρχουν ελάχιστοι στη Βραζιλία που καταλαβαίνουν το Λούλα τόσο καλά όσο αυτός.

Πιο πολύ Σοσιαλδημοκράτης από κομμουνιστής

Ο συγγραφέας γνωρίζει τον παλιό και το νέο πρόεδρο εδώ και μισό αιώνα. Τον βίωσε ως απλό εργάτη και έγραψε μια πολύ έγκυρη βιογραφία του. Μάλιστα την παραμονή της φυλάκισής του το 2017 για δήθεν διαφθορά, τον ρώτησε εάν στο βάθος η καρδιά του χτυπά για τον κομμουνισμό.

Η ξερή απάντηση του Λούλα: «Το 1980 είχα μισό εκατομμύριο εργάτες πίσω μου και απέτρεψα μια απεργία. Εάν ήμουν κομμουνιστής θα είχα ξεκινήσει επανάσταση. Αλλά τι έκανα; Αντ΄ αυτού ίδρυσα ένα κόμμα και ένα συνδικαλιστικό φορέα».

Αλλά τέτοιες φήμες βγάζει το στρατόπεδο του Μπολσονάρο. Ο θαυμασμός του Λούλα για την κυβέρνηση της Κούβας και η αντιπαλότητά του με το στρατιωτικό καθεστώς έκανε την αστυνομία να τον κλείσει το 1980 στη φυλακή για πέντε εβδομάδες.

Όπως λέει όμως ο Μοράις «ο μεγαλύτερος αδελφός του Λούλα, Φρέι Τσίκο, προσπάθησε πολλές φορές να τον βάλει στο Κομμουνιστικό Κόμμα, απέσπασε μάλιστα πρόταση για να συνεργαστεί με μια μυστική μαρξιστική οργάνωση. Αλλά δεν το ήθελε ποτέ. Ο Λούλα έλεγε ότι όποιος ήθελε να τον ακούσει, να πάει στο συνδικάτο, ότι δεν θα μιλούσε κρυφά στις γωνιές των δρόμων, αλλά προτιμούσε ενώπιον χιλιάδων σε στάδια».

Αλλά τι είναι τέλος πάντων ο νέος πρόεδρος της Βραζιλίας;

Οι θέσεις του από την αρχή της ανάμειξής του στην πολιτική τείνουν περισσότερο προς την κατεύθυνση του κέντρου. Ίσως να ήταν μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας, εάν ζούσε στη χώρα. Εξάλλου ήταν προσωπικός φίλος του πρώην καγκελάριου Χέλμουτ Σμιτ.

Κατά την προεδρία του 2003-2011 εφάρμοσε φιλελεύθερη οικονομική πολιτική, παράλληλα η κυβέρνησή του επένδυσε σε πολλά κοινωνικά πρότζεκτ, όπως το «Πρόγραμμα Μηδενικής Πείνας». Όταν μάλιστα το 2003 ξεκίνησε φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στην κοινωνική ασφάλιση, απέκλεισε ακόμη και ακροαριστερά μέλη από το κόμμα του, που αρνήθηκαν να τις εγκρίνουν.

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Λούλα οι τράπεζες και οι μεγάλες εταιρείες κατέγραψαν ρεκόρ κερδών. Ο συγγραφέας Φερνάντο Μοράις δεν πιστεύει ότι στη νέα θητεία του θέλει να αποδείξει στους αντιπάλους τους ότι δεν είναι κομμουνιστής.

«Έχει ήδη πει ότι δεν θα παραιτηθεί από την προεδρία μέχρι την ημέρα που κάθε Βραζιλιάνος θα μπορεί να τρώει τρία γεύματα, πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό. Θα συνεχίσει αυτό που έχει ήδη ξεκινήσει στην προηγούμενη θητεία του, την εξάλειψη της πείνας. Ο Λούλα δεν χρειάζεται να αποδείξει ότι είναι το αντίθετο του κομμουνιστή».

Το φόβητρο της Βενεζουέλας

Αλλά γιατί ο μπαμπούλας του κομμουνισμού λειτουργεί τόσο καλά στην Βραζιλία, όσο ίσως και στις ΗΠΑ, όπου οι Ρεπουμπλικανοί χρησιμοποιούν το ίδιο τροπάριο εναντίον των Δημοκρατικών; Γιατί οι αναφορές στην Κούβα, την Νικαράγουα ή τη Βενεζουέλα προκαλούν σήμερα περισσότερο από ποτέ το κεντροδεξιό στρατόπεδο στη χώρα των 217 εκ. κατοίκων; Και πώς είναι δυνατόν να χαρακτηριστεί κομμουνιστής ένας άνδρας που κυβέρνησε με επιτυχία τη Βραζιλία επί οκτώ χρόνια, οικονομικά και πολιτικά;

«Απλώς νομίζω ότι αυτές οι καμπάνιες κινητοποιούν τους ανθρώπους. Πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος δημιουργίας στην Βραζιλία ενός πολιτικού συστήματος, όπως στην Κούβα; Σχεδόν μηδενικός. Αλλά ο φόβος του κομμουνισμού είναι μεγάλος, κυρίως στους συντηρητικούς ψηφοφόρους και ιδιαίτερα στο στρατό» υποστηρίζει ο καθηγητής Όλιβερ Στίνκελ.

«Αλλά πρόκειται για αόριστο φόβο. Ο κομμουνισμός πρέπει να γίνει αντιληπτός περισσότερο ως μια μάχη που δίνει νόημα σε μίαν εκστρατεία».

Ο Στίνκελ διδάσκει Διεθνείς Σχέσεις στο Ίδρυμα Γκετούλιο Βάργκας στο Σάο Πάουλο, ήταν αυστηρός παρατηρητής του βραζιλιάνικου προεκλογικού αγώνα και έχει γίνει τους περασμένους μήνες αποδέκτης πολλών φόβων εκ μέρους πολιτών για κομμουνιστικό κίνδυνο. Αλλά δεν είναι κάτι το νέο. Από τη δεκαετία του 1960 είναι παράδοση η άκρα δεξιά να χρησιμοποιεί το φόβο του κομμουνισμού για να επιτίθεται σε αντιπάλους και να εκφοβίζει τη μεσαία τάξη.

Κυβέρνηση αριστερή, αλλά όχι κομμουνιστική

Για τους οπαδούς του Μπολσονάρο, όποιος ασπάζεται θέσεις εναντίον της πώλησης όπλων ή χρήση αστυνομικής βίας, θεωρείται κομμουνιστής.

«Βέβαια κανείς δεν πίστευε ότι θα γίνονταν απαλλοτριώσεις, εάν κερδίσει το Εργατικό Κόμμα, αλλά για τους οπαδούς του Μπολσονάρο ισχύει ότι ο Λούλα είναι ακροαριστερός, όπως και ο Τζο Μπάιντεν» σημειώνει ο Στίνκελ.

«Επειδή ίσως ο ίδιος ή το κόμμα του δεν αποστασιοποιηθήκαν ποτέ από τις πιο ριζοσπαστικές εκδοχές χωρών, όπως η Βενεζουέλα, η Κούβα ή η Νικαράγουα, ούτε καταδίκασαν τις κυβερνήσεις τους».

Πολλοί Βραζιλιάνοι εξακολουθούν να υποστηρίζουν τη θεωρία ότι μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η Αριστερά θέλει να επιστρέψει στην εξουσία με ριζοσπαστικές αριστερές ιδέες. Ωστόσο, ο πολιτικός επιστήμονας Στίνκελ πιστεύει ότι αυτή η στάμπα του κομμουνιστικού κινδύνου θα αποδυναμωθεί και ότι κάποια στιγμή θα αντιληφθούν ότι η «κυβέρνηση μπορεί να είναι αριστερή, αλλά όχι κομμουνιστική».

Όλιβερ Πίπερ

Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου