Έλαβα από την ποιήτρια Ευγενία Βάγια -με την υπόδειξη των δύο άστρων στο τέλος του κειμένου της- την εξής «οδηγία» προς τους τηλεθεατές της ζωής που είμαστε.

Τη δημοσιεύω γιατί δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κάτι άλλο πιο υπαινικτικό, πιο εμφανές, πιο δραματικό και πιο αστείο ταυτόχρονα.

«Ο χάρος βγαίνει παγανιά» από τον Οκτώβριο στις οθόνες σας.*

Δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν προειδοποιηθήκαμε. Και με το παραπάνω. Το τρέιλερ δείχνει εξαιρετικά ενδιαφέρον, ωστόσο είναι νωρίς ακόμα. Όταν έρθει εκείνη η ώρα, θα δούμε. Να το δούμε και βλέπουμε. Δηλαδή δεν θα το ζήσουμε, θα το δούμε. Κι όμως, αυτό που διακυβεύεται είναι το αν θα ζήσουμε ώστε να το ζήσουμε βλέποντάς το.

Επειδή ο θεατής κατά κανόνα επιβιώνει της ταινίας με ψυχικές αμυχές που απλά σκληραίνουν την πέτσα του, ανεξάρτητα από το πόσα γαλόνια αίματος θα χυθούν και πόσα κεφάλια θα κατρακυλίσουν στο κάτω όριο της οθόνης, κάνει και την παραδοχή πως, όσο συνεχίζει να βλέπει, συνεχίζει και να ζει. Εξάλλου ο δολοφόνος δεν μπορεί να δρασκελίσει τα όρια της πραγματικότητας, δεν μπορεί να μπει στο θεωρείο και να σου χώσει ένα μαχαίρι στα πλευρά.

Φευ, οι παραδοχές σύμφωνα με τις οποίες αξιολογούμε τον κίνδυνο, δεν ισχύουν πια, είναι άλλου τύπου, άλλης τεχνολογίας, άλλου αιώνα. Εσκεμμένα δεν μας έχει γίνει σαφές, ούτε ποιο είναι το έργο, ούτε πώς παίζεται, ούτε ποιος σκηνοθετεί. Μόνο όταν δούμε ξαφνικά τον εαυτό μας στο πλάνο θα καταλάβουμε ότι ο χάρος μπαινοβγαίνει με άνεση στα θεωρεία.
Και ως έμπειροι θεατές θρίλερ ξέρουμε, ότι αν ο σκηνοθέτης έχει αποφασίσει να σε τελειώνει τέλειωσες, δεν τη γλιτώνεις. Φοράς αλεξίσφαιρο γιλέκο; Ο δολοφόνος σε πυροβολεί στο κεφάλι. Του παίρνεις το όπλο; Σε λούζει με βενζίνη και βγάζει αναπτήρα.

Ή σε κλείνει στο ψυγείο με τα σφάγια.

Και φθάνουμε στο δια ταύτα. Ναι μεν προειδοποιηθήκαμε, όμως, ποιος ο λόγος να προετοιμαστούμε; Ο σκηνοθέτης έχει πάρει τις αποφάσεις του, κάνοντας κυρίως το χατήρι του παραγωγού ο οποίος τον εκβιάζει ότι θα τον στείλει στον πάγκο και θα βάλει άλλον στη θέση του. Οφείλει να ξεφορτωθεί τον όχλο με συνοπτικές διαδικασίες, αφενός για το αντιαισθητικό του πράγματος και αφετέρου γιατί είναι δαπανηρό να συντηρείς αυτόν τον άνευ προηγουμένου αριθμό κομπάρσων. Και το κάνει. Κλείνει τη στρόφιγγα, ψοφάνε τα κοτόπουλα.

– Χμ κομπάρσος, κοτόπουλο; Πριν από λίγο δεν ήμουν θεατής;

– Α, συγγνώμη δεν ενημερωθήκατε; Ναι, βέβαια προβιβαστήκατε σε κομπάρσο! Και εις ανώτερα!

Συμβαίνουν πράγματα! Από τότε που οι πολιτικοί έγιναν σκηνοθέτες, οι ψηφοφόροι έγιναν θεατές και οι θεατές κομπάρσοι. Κάτι που μας κάνει να ευελπιστούμε, ότι τα πράγματα μπορούν κυλώντας να αλλάξουν, και να γίνουμε για παράδειγμα μια μέρα, και εμείς οι κομπάρσοι σκηνοθέτες.

– Οπότε; Πού θέλετε να καταλήξετε;

Οut of the box το λέγαμε παλιά. Δηλαδή βγες από το κουτί, μπες στο σετ και χάλασέ τους τα πλάνα. Και μην κάνεις ότι δεν ξέρεις πώς χαλάνε τα πλάνα.**

* γραμμένο στο β’ πληθυντικό από τους θεατές των θεατών του έργου

** γραμμένο στο β’ ενικό προκειμένου να βγάλω τον εαυτό μου έξω και από τους «έξω από το κουτί».

Γιατί έτσι είναι μαθημένο το εγώ, να (πιστεύει ότι θα) τη σκαπουλάρει πάντα.»