Η κομβική σημασία του λιμένα της Αλεξανδρούπολης για την ευρύτερη πολιτική, ενεργειακή, οικονομική και γεωπολιτική αρχιτεκτονική της Νοτιοανατολικής Ευρώπης αναδεικνύεται στο κείμενο πολιτικής που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην δεξαμενή σκέψης «JINSA» (Εβραϊκό Ινστιτούτο Εθνικής Ασφάλειας της Αμερικής).

Στην ανάλυση 18 σελίδων, την οποία υπογράφουν οι Τζόναθαν Ρουχ και Αρί Κικουρέλ, ο λιμένας χαρακτηρίζεται ως ένα «ζωτικό» αλλά συνάμα «αναξιοποίητο στρατηγικό κεφάλαιο» για ΗΠΑ και Ευρώπη.

Επισημαίνεται, δε, η σημασία του στη σκιά του ρωσο-ουκρανικού πολέμου, τόσο όσον αφορά στην προσπάθεια της Δύσης να διαφοροποιηθεί από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα όσο και στην συνεχιζόμενη συνδρομή του Κιέβου με εξοπλισμούς.

Γεωγραφία και ΝΑΤΟ

«Το λιμάνι βρίσκεται σε ιδανική τοποθεσία στο πλέγμα της Μεσογείου και ενός εκκολαπτόμενου πνεύματος αγωγών φυσικού αερίου» τονίζεται, ενώ παράλληλα υπογραμμίζεται ότι η Αλεξανδρούπολη αποκτά προστιθέμενη αξία για το ΝΑΤΟ καθώς επιτρέπει «την ενίσχυση της δύναμης ταχείας αντίδρασης» αλλά και την παρουσία συμμαχικών στρατευμάτων «κατά μήκος των οξυμένων μετώπων» της περιοχής.

Ειδικότερα, η ακριτική πόλη περιγράφεται ως «ο πιο άμεσος εναλλακτικός νότιος διάδρομος προς τη βαριά ναρκοθετημένη Μαύρη Θάλασσα, η πρόσβαση της οποίας ελέγχεται από τη Ρωσία και την Τουρκία». Στο πλαίσιο αυτό αναφέρεται και η δυνατότητα εξαγωγής ουκρανικών τροφίμων σε όλη τη Μεσόγειο και τη Διώρυγα του Σουέζ.

Κατά τους συγγραφείς, η «ζωτική στρατηγική θέση» του λιμένα, το οποίο συνδέει την Ανατολική Μεσόγειο με τη Νοτιοανατολική Ευρώπη και τη Μαύρη Θάλασσα, αποτελούν ιδανική τοποθεσία. Ξεκαθαρίζουν, ταυτόχρονα, ότι μέχρι στιγμής το λιμάνι λειτουργεί μόνο σε ένα κλάσμα της δυνητικής του ικανότητας.

Ενέργεια

Για τους Ρουχ και Κικουρέλ, οι ΗΠΑ πρέπει να συνδράμουν καθοριστικά την Αλεξανδρούπολη προκειμένου να καταστεί κόμβος εισαγωγής και διανομής φυσικού αερίου. Ως εκ τούτου, προσθέτουν ότι η Ουάσιγκτον πρέπει να στηρίξει έμπρακτα την «ειρηνική ανάπτυξη ενέργειας» από «αξιόπιστους εταίρους» της στην περιοχή, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Αίγυπτος και το Ισραήλ.

Ταυτόχρονα, στο κείμενο πολιτικής γίνεται ρητή αναφορά στην κακόβουλη και αποσταθεροποιητική συμπεριφορά της Άγκυρας, τόσο όσον αφορά τις υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά όσο και στην τουρκική στάση στο ζήτημα των ενεργειακών πόρων της Ανατολικής Μεσογείου που χαρακτηρίζεται «αντιπαραγωγική παρέμβαση της Τουρκίας στην ειρηνική εξερεύνηση των ενεργειακών πόρων αυτών των χωρών (σ.σ. των αξιόπιστων εταίρων που προαναφέρθηκαν)».

Υποδομές και «ρωσικά χέρια»

Ακόμα, υπογραμμίζεται η ανάγκη ενίσχυσης των οδικών και σιδηροδρομικών συνδέσεων της Αλεξανδρούπολης, προκειμένου να μεγεθυνθούν οι δυνατότητες από και προς το λιμάνι.

Στην ανάλυση δίνεται μεγάλη σημασία στο να μένουν «μακριά τα ρωσικά χέρια» από το λιμάνι. Ως προς αυτό, υποστηρίζεται, ότι πρέπει να διασφαλιστεί ότι μια από τις δύο αμερικανικές εταιρίες θα επικρατήσει στον εν εξελίξει διαγωνισμό ιδιωτικοποίησης του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών του λιμανιού, αγνοώντας ότι σε αυτές τις περιστάσεις ακολουθούνται συγκεκριμένες διαδικασίες οι οποίες είναι πλήρως διάφανες.

Τέλος, στην έρευνα τονίζεται ότι πρέπει να εμβαθύνει έτι περαιτέρω η ελληνοαμερικανική συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, κάτι που πιστοποιεί και τον ενισχυμένο περιφερειακό ρόλο της Αθήνας.

Υπενθυμίζεται ότι προ ημερών ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, Μπομπ Μενέντεζ (συνοδεία του πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών Τζορτζ Τσούνης), επισκέφθηκε την Αλεξανδρούπολη. Πέραν του συμβολισμού της επίσκεψης στο λιμάνι (που αποτελεί ορόσημο της αναβαθμισμένης ελληνοαμερικανικής συνεργασίας) φαίνεται ότι συζητήθηκε το ενδεχόμενο διεύρυνσης των υποδομών που χρησιμοποιούν οι ΗΠΑ.