Φως στην αξιοπιστία της κριτικής που έχει δεχθεί η Ελλάδα, κυρίως μέσω ρεπορτάζ σε ξένα μέσα, αναφορικά με αιτιάσεις για επαναπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών σε Εβρο και Αιγαίο, έρχεται να ρίξει η έρευνα της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας που ολοκληρώθηκε στις 24 Μαρτίου και παραδίδεται σήμερα στα τρία συναρμόδια υπουργεία (Προστασίας του Πολίτη, Ναυτιλίας και Μετανάστευσης).
Σύμφωνα με πληροφορίες που εξασφάλισαν «ΤΑ ΝΕΑ», η έρευνα που ξεκίνησε αυτεπάγγελτα από την ανεξάρτητη Αρχή στα τέλη Νοεμβρίου και αγγίζει τις 100 σελίδες εξετάζει για πρώτη φορά τις καταγγελίες περί επαναπροωθήσεων μέσα από έναν ενδελεχή έλεγχο 65 μαρτυριών, οπτικοακουστικού υλικού και καταγεγραμμένων διαδικασιών από πλευράς πολιτείας. Το τριμελές κλιμάκιο επιθεωρητών – ελεγκτών της ΕΑΔ επικέντρωσε τη διερεύνηση σε τρία επίπεδα: στα πεπραγμένα και στον τρόπο δράσης των Αρχών σε Αλεξανδρούπολη, Ορεστιάδα, Διδυμότειχο, Μυτιλήνη, Σάμο, Κω, Ρόδο, Καστελλόριζο, Σύμη, στις μαρτυρίες ατόμων από τις τοπικές κοινωνίες (κάτοικοι, επαγγελματίες, αλιείς, πρόσφυγες, μετανάστες, κλήρος, ΜΚΟ) και στο κατά πόσο επιβεβαιώνονται ή διαψεύδονται τα αναφερόμενα στα δημοσιεύματα «περί άτυπων αναγκαστικών επιστροφών (επαναπροωθήσεων)».
Οπως διαφάνηκε από τις συνεντεύξεις με εμπλεκομένους, κατά τις επιτόπιες επισκέψεις των ανθρώπων της ΕΑΔ στις περιοχές όπου επικεντρώθηκε η έρευνα, κομβικό σημείο της έρευνας ήταν το κατά πόσο οι νόμιμες αποτροπές βαφτίζονται σε ορισμένες περιπτώσεις επαναπροωθήσεις ως αποτέλεσμα σύγχυσης ελλιπούς γνώσης του ενωσιακού και διεθνούς δικαίου.
Εναυσμα για τη συγκεκριμένη έρευνα αποτέλεσε δημοσίευμα (6/10/2021) της ειδησεογραφικής πλατφόρμας Lighthouse Reports σε συνεργασία με άλλα ξένα μέσα (Der Spiegel, ARD, SRF, RTL, Croatia, Novosti, Pointer) με τίτλο «UNMASKING EUROPE’S SHADOW ARMIES», όπου γίνεται εκτεταμένη αναφορά σε ενέργειες επαναπροωθήσεων παράτυπων μεταναστών από ομάδες μασκοφόρων, στις οποίες φέρονται να συμμετέχουν επίλεκτα στελέχη του ελληνικού Λιμενικού Σώματος.
Αφού καταγράφονται τα αρμόδια όργανα αστυνόμευσης που καλούνται να εφαρμόσουν αυστηρότερα και πιο συστηματοποιημένα μέτρα ελέγχων των συνόρων της χώρας, με στόχο τη μείωση των παράτυπων διελεύσεων, στη συνέχεια παρατίθενται τρία βασικά ερευνητικά ερωτήματα, πάνω στα οποία στήθηκε η εν λόγω έρευνα και αφορούν: α) την επιχειρησιακή δράση των Αρχών κατά την επιτήρηση των θαλάσσιων και χερσαίων συνόρων στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, β) την αποτύπωση της άποψης των τοπικών κοινωνιών ως προς τον τρόπο διαχείρισης της παράτυπης μετανάστευσης από τα αρμόδια εθνικά όργανα, γ) τη διερεύνηση των αναφερομένων στο δημοσίευμα περί άτυπων αναγκαστικών επιστροφών (επαναπροωθήσεων).
Η δράση αστυνομικών, λιμενικών
Ως προς το πρώτο ερώτημα, διερευνήθηκε η επιχειρησιακή δράση αστυνομικών και λιμενικών αλλά και οι διαδικασίες που ακολουθούν για τη διαχείριση των παράτυπων μεταναστευτικών ροών από τη στιγμή του εντοπισμού εντός και εκτός ελληνικών συνόρων. Επειτα από επιτόπιες επισκέψεις (21/11/2021-11/2/2022), συνεντεύξεις – εξετάσεις προσώπων από το κλιμάκιο της ΕΑΔ και καταθέσεις ενστόλων, διαπιστώθηκε «ότι η διαχείριση της παράτυπης μετανάστευσης στον ελλαδικό χώρο εστιάζεται κυρίως στην «αποτροπή» των παράτυπων ροών στο πλαίσιο μιας ολιστικής προσέγγισης του φαινομένου με τη συμβολή επιχειρησιακών οργάνων της ΕΕ. Υπό την έννοια της «αποτροπής» επιχειρείται ο έγκαιρος εντοπισμός της ροής παράτυπων μεταναστών και δη σε χρόνο πριν από τη διέλευση των ελληνικών συνόρων με τη χρήση τεχνικού εξοπλισμού και προηγμένου συστήματος επιτήρησης». Ουσιαστικά, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, τα Σώματα Ασφαλείας φάνηκαν να ακολουθούν απαρέγκλιτα τις διαδικασίες.
Οσον αφορά το δεύτερο ερώτημα, για την ανίχνευση της αντίληψης των πολιτών σχετικά με τη δράση των τοπικών αρμόδιων οργάνων κατά τη διαχείριση των παράτυπων μεταναστευτικών ροών, αυτό που κατέγραψε το κλιμάκιο, στη συντριπτική πλειοψηφία των ερωτωμένων (64 προς ένα), ήταν το αίσθημα ασφάλειας και η ικανοποίηση για τη μείωση των ροών το τελευταίο διάστημα. Ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζουν τα όσα αναφέρει η έρευνα γύρω από το τρίτο ερώτημα και τη συνεργασία που είχε η ΕΑΔ με τη Lighthouse για την επαλήθευση των συγκεκριμένων δημοσιευμάτων.
Στο κομμάτι της «ερευνητικής μεθοδολογίας» αναφέρεται ότι αφενός διενεργήθηκε ηλεκτρονική αλληλογραφία με τη Lighthouse Reports για την προσκόμιση και τον περαιτέρω έλεγχο του οπτικοακουστικού υλικού που αποτέλεσε το έναυσμα για το δημοσίευμα της 6ης Οκτωβρίου, το οποίο καταγγέλλει επαναπροωθήσεις σε Ελλάδα, Κροατία και Ρουμανία, και αφετέρου ότι οι επιθεωρητές – ελεγκτές της ΕΑΔ απευθύνθηκαν στην Υπηρεσία Εγκληματολογικών Ερευνών του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ. για την παροχή τεχνικής πραγματογνωμοσύνης του προσκομισθέντος υλικού που υποτίθεται ότι απαθανάτιζε επαναπροωθήσεις.
Τα βίντεο και οι φωτογραφίες
Στα βίντεο και στις φωτογραφίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, το μοτίβο, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει η έρευνα, έχει ως εξής: υπήκοοι τρίτων χωρών ή/και ανιθαγενείς εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διαδικασίες, κατόπιν παρουσιάζονται αυτοπροσώπως σε δομές ή στις Αρχές ή συλλαμβάνονται κι έπειτα παραδίδονται σε «σκιώδεις»/αφανείς ομάδες μασκοφόρων, στις οποίες υποστηρίζεται ότι συμμετέχουν επίλεκτα μέλη των Αρχών και των Ειδικών Δυνάμεων που φέρουν στολές χωρίς διακριτικά – άρα δεν ταυτοποιούνται -, εξοπλισμό που προσομοιάζει με αυτόν των Αρχών, κάνουν χρήση βίας (εκφοβισμού) και τελικά επιστρέφουν άτυπα και αναγκαστικά (pushbacks) τους εισελθόντες.
Η έρευνα αναφέρει ότι από τη Lighthouse χορηγήθηκαν στην ΕΑΔ 15 βίντεο διαδικτυακής προέλευσης «χωρίς περαιτέρω στοιχεία», τα οποία ζητήθηκαν, όπως μέσο καταγραφής βίντεο (drone, smart devices κ.ο.κ.), τρόπος καταγραφής, πηγή προέλευσης, ακριβής χρονική και τοπική αναφορά των καταγεγραμμένων περιστατικών, ιδιότητες προσώπων και φορέων, επικαλούμενοι πάντα το δημοσιογραφικό απόρρητο. Από τη μακροσκοπική εξέταση των βίντεο διαπιστώνονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: δεν προκύπτουν βιντεοσκοπήσεις με αρχή, μέση και τέλος, στην πλειονότητα των βίντεο εμφανίζονται συρραφή σκηνών και φωτογραφιών, διακοπή και εναλλαγή των σκηνών, ασυνεχείς εγγραφές και ροή γεγονότων, ενώ δεν εμφανίζεται πράξη σωματικής βίας ή απειλής από όργανο ελληνικών Αρχών.
Από την τεχνική κρίση των εμπειρογνωμόνων της ΕΛ.ΑΣ. σε δεκαέξι βίντεο και επτά φωτογραφίες προέκυψε, επίσης, ότι στην πλειονότητα των βίντεο δεν υπάρχει ημερομηνία λήψης και ψηφιοποίησης αρχείου, ενώ εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν πρόκειται για πρωτογενές υλικό: «Δεν προέκυψε επαρκής τεκμηρίωση ενεργειών επαναπροώθησης, δεδομένου ότι το προσκομισθέν οπτικοακουστικό υλικό δεν εμπεριέχει πηγές, μαρτυρίες και στοιχεία προσδιορίσιμα, πλην ενδείξεων που υπόκεινται σε υποκειμενική ερμηνεία και κρίση».