Από την αρχή της έως τώρα, και δη μετά την εμφάνιση της παραλλαγής «Όμικρον», η πανδημία της COVID-19 δημιουργεί μια άνευ προηγουμένη ζήτηση για εξοπλισμό ατομικής προστασίας.

Σχεδόν προ διετίας, άλλωστε, γινόταν «πόλεμος» για την εξασφάλιση μασκών προσώπου, γαντιών λάτεξ ή νιτριλίου και αδιάβροχες ρόμπες μίας χρήσης, καθώς ο κοροναϊός είχε πιάσει κυβερνήσεις, νοσοκομεία, εταιρείες και πολίτες εξ απήνης.

Συν τω χρόνω, τα εργοστάσια κατασκευής αυτών των προϊόντων -κυρίως στην Ασία- βρέθηκαν στη μέγιστη παραγωγική δυνατότητα και οι ιδιοκτήτες τους με τις τσέπες ξέχειλες από κέρδη.

Πέρα από τη μεγάλη ζήτηση, σε αυτό συνέβαλαν και τα φθηνά εργατικά χέρια. Και δη υπό συνθήκες σύγχρονης δουλείας για χιλιάδες εργαζόμενους στη μεγαλύτερη παγκοσμίως παραγωγό γαντιών μιας χρήσης: στη Μαλαισία.

Τον τελευταίο χρόνο, οι καταγγελίες πλήθυναν για το πώς αλλοδαποί εργαζόμενοι στη χώρα της νοτιοανατολικής Ασίας -κυρίως από το Μπαγκλαντές, το Νεπάλ, τη Μιανμάρ και την Ινδονησία- βρέθηκαν να δουλεύουν σκλάβοι, με εξοντωτικά ωράρια και λίγες ώρες ξεκούρασης σε άθλιους κοιτώνες, προκειμένου εμείς στη Δύση να προμηθευόμαστε σε καλές τιμές ελαστικά γάντια.

«Δουλεία χρέους»

Οι περισσότεροι από αυτούς χρειάστηκε να δανειστούν από τοκογλύφους, για να βρουν αυτή τη θέση εργασίας: είτε γιατί στις πατρίδες τους δεν έβρισκαν δουλειά, είτε επειδή οι αμοιβές ήταν κατά πολύ καλύτερες στη Μαλαισία.

Ο λόγος του δανεισμού αποδείχθηκε πως ήταν μία τέλεια παγίδα χρέους.

Ανάλογα με την χώρα προέλευσης, έπρεπε να πληρώσουν από 1.000-5.000 δολάρια προμήθεια σε μεσάζοντες εύρεσης εργασίας, που συνεργάζονται με τις επιχειρήσεις στις οποίες θα απορροφούνταν.

Στη Μαλαισία, εν τω μεταξύ, ο μέσος μισθός δεν ξεπερνά τα 240 δολάρια στα εργοστάσια γαντιών λάτεξ. Πολύ περισσότερα από όσα θα εξασφάλιζαν οι αλλοδαποί εργαζόμενοι, εάν έβρισκαν δουλειά στις πατρίδες τους.

Πολύ λίγα, όμως, για να μπορέσουν να αποπληρώσουν γρήγορα τα χρέη, που τους κρατούν λίγο-πολύ «ομήρους».

Όχι τυχαία, οι αυξανόμενες καταγγελίες και οι εντεινόμενοι πια έλεγχοι κάνουν λόγο για «εξουθενωτικές υπερωρίες», «άθλιες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης», «παρακράτηση εγγράφων ταυτοποίησης», «δουλεία χρέους».

Μέτρα και ημίμετρα

Δεδομένου ότι (και) στις μεγαλύτερες κατασκευάστριες γαντιών στη Μαλαισία κατέχουν μετοχικό μερίδιο μεγάλες δυτικές τράπεζες και εταιρείες, πολλές κυβερνήσεις για πολύ καιρό αρχικά τα στραβά μάτια.

Σε αυτό συνέτεινε και το γεγονός ότι τον έλεγχο των ξένων προμηθευτών αναλαμβάνουν συχνά ιδιωτικοί οίκοι, τα συμπεράσματα των οποίων δεν δημοσιοποιούνται.

Έπειτα, ωστόσο, από έναν καταιγισμό αποκαλυπτικών  δημοσιογραφικών ερευνών και καταγγελιών από ακτιβιστές και οργανώσεις, άρχισαν να λαμβάνονται -αν και με χαρακτηριστική καθυστέρηση- μέτρα.

Τον περασμένο Οκτώβριο, η Υπηρεσία Τελωνείων και Προστασίας Συνόρων των ΗΠΑ (CBP) απαγόρευσε τις εισαγωγές γαντιών από τη μαλαισιανή εταιρεία Supermax Corp -από τις μεγαλύτερες κατασκευάστριες ελαστικών γαντιών- επικαλούμενη «τεκμηριωμένες πληροφορίες» για καταναγκαστική εργασία στις εγκαταστάσεις της.

Στις αρχές Νοεμβρίου, η CBP επέβαλε ανάλογα μέτρα και κατά του ομίλου Smart Glove, από τις κορυφαίες του συγκεκριμένου κατασκευαστικού κλάδου στη Μαλαισία.

Στο μεσοδιάστημα, ήρθη τον Σεπτέμβριο η πολύμηνη απαγόρευση εισαγωγών που είχε επιβληθεί στις ΗΠΑ σε βάρος της Top Glove -του μεγαλύτερου κατασκευαστή γαντιών λατέξ στον κόσμο – μετά την ανακοίνωση της μαλαισιανής εταιρείας ότι διευθέτησε τα εργασιακά ζητήματα.

Κυρίως με την καταβολή αποζημιώσεων σε αλλοδαπούς εργαζόμενους για τις εξοντωτικές προμήθειες σε μεσάζοντες ευρέσεως εργασίας -αν και παραμένει «θολή» τόσο η συνέχιση της δράσης τους, όσο και το βάθος της αναδρομικής ισχύος του μέτρου.

Με το βλέμμα στραμμένο στην άρση της απαγόρευσης εισαγωγών στις ΗΠΑ, ανάλογες δεσμεύσεις ανέλαβε και η Supermax Corp -όπως και άλλες μεγάλες εταιρείες του κλάδου- τονίζοντας ότι θα επιταχύνει μια διαδικασία, που είχε αρχίσει κατά τα λοιπά από το 2019, προς τήρηση των προτύπων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO).

Η εταιρεία βρέθηκε εν τω μεταξύ προ ημερών στο στόχαστρο και των καναδικών αρχών, που επίσης «πάγωσαν» τις εισαγωγές ελαστικών γαντιών από την Supermax Corp, χωρίς πάντως να τις απαγορεύσουν.

Η «κορυφή του παγόβουνου»

Μέσα στα τελευταία δύο χρόνια, η αμερικανική Υπηρεσία Τελωνείων και Προστασίας των Συνόρων των ΗΠΑ έχει  απαγορεύσει τις εισαγωγές από συνολικά έξι μαλαισιανές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων κατασκευαστών γαντιών από καουτσούκ και παραγωγών φοινικέλαιου, βάσει στοιχείων καταναγκαστικής εργασίας.

Προ ημερών, η βρετανική τεχνολογική εταιρεία Dyson -από τις μεγαλύτερες κατασκευάστριες οικιακών συσκευών διεθνώς- διέκοψε τη συνεργασία της με τον μαλαισιανό προμηθευτή ATA IMS, για τον ίδιο λόγο.

Αρχικά αρνούμενη τις καταγγελίες για καταναγκαστική εργασία στις μονάδες παραγωγής της και μετέπειτα χαρακτηρίζοντας τα ευρήματα σχετικού ελέγχου ασαφή, η ίδια μαλαισιανή εταιρεία βρίσκεται πλέον στο «ραντάρ» και των αμερικανικών αρχών.

Μόλις τον περασμένο Ιούλιο, εξάλλου, το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ συμπεριέλαβε τη Μαλαισία στη λίστα των χειρότερων παραβατών ως προς την εμπορία ανθρώπων, μαζί με την Κίνα και τη Βόρεια Κορέα.

Η δε Ε.Ε. ακόμη επεξεργάζεται την απαγόρευση εισαγωγής αγαθών που προέρχονται από καταναγκαστική εργασία.

Ήταν πάντως μετά και τις τελευταίες απαγορεύσεις εισαγωγών που ο υπουργός Ανθρώπινου Δυναμικού της Μαλαισίας, Μούρουγκαν Σαράβαναν, έκανε δημόσια παρέμβαση μόλις την περασμένη Τετάρτη, προτρέποντας τις εγχώριες βιομηχανίες και εργοδότες να επιδείξουν τη δέουσα προσοχή για τα δικαιώματα και την ευημερία των εργαζομένων.

«Το ζήτημα της καταναγκαστικής εργασίας, που συνδέεται με τοπικές εταιρείες στον τομέα της κατασκευής ηλεκτρονικών, ελαστικών γαντιών και τις φυτείες φοινικέλαιου δημιουργούν μια αρνητική εικόνα για τη χώρα», ανέφερε, «και αυτό έχει επηρεάσει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών ως προς την προμήθεια προϊόντων από τη  Μαλαισία».

Μια χώρα, τα εργοστάσια της οποίας παράγουν σχεδόν τα πάντα -από ηλεκτρονικά και ρούχα, έως παντός είδους προϊόντα από καουτσούκ, φοινικέλαιο και εξαρτήματα iPhone- και επί του συνόλου του εργατικού δυναμικού της απασχολεί 20-30% μετανάστες, σύμφωνα με τα στοιχεία του ILO.

Περιττό βέβαια να επισημανθεί ότι, εν προκειμένω, η περίπτωση της Μαλαισίας δεν είναι η μόνη…