Πολλοί έμειναν στις επικίνδυνες για τη δημόσια υγεία απόψεις και στην πραγματική έλλειψη παιδείας του τενίστα Στέφανου Τσιτσιπά. Υπάρχουν όμως δύο άλλες διαστάσεις του προβλήματος στις οποίες δεν δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή. Η πρώτη αφορά αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «δημοκρατία των ειδικών». Τις δηλώσεις του χαρισματικού τενίστα και εντελώς απαίδευτου πολίτη ακολούθησαν δηλώσεις των πολιτικών και των «ειδικών». Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ούτε λίγο ούτε πολύ είπε πως ο τενίστας «δεν έχει ούτε τις γνώσεις ούτε τις σπουδές ούτε το ερευνητικό έργο που θα του επέτρεπαν να σχηματίσει άποψη γύρω από αυτό». Κάποιοι ειδικοί επιστήμονες δήλωναν τα εξής: «Να συνεχίσεις να παίζεις τένις, εκεί μας κάνεις περήφανους», «ο Φάουτσι δεν θα έκανε σχόλια για το τένις», «τέτοιες απόψεις δεν μπορούν να εκφράζονται δημόσια», «δεν θα καθίσουμε να ασχοληθούμε με το τι λέει ο κάθε πολίτης» κι άλλα παρόμοια.

Να τι ακούν οι αρνητές και ποτέ δεν θα εμβολιαστούν. Ακούν ότι άποψη για δημόσια ζητήματα μπορούν να έχουν μόνο οι ειδικοί, ότι αν δεν είσαι επιστήμονας δεν δικαιούσαι άποψη, αν δεν έχεις ερευνητικό έργο να πας να χαθείς που θες να έχεις και δημόσια γνώμη, σιγά τώρα που θα ασχολούμαστε με το τι λέει ο κάθε πολίτης. Αν ο Τσιτσιπάς έτυχε τέτοιας απαξίωσης, φανταστείτε πώς αισθάνονται όσοι έχουν τις ίδιες απόψεις και δεν ανήκουν στους προνομιούχους σαν τον αθλητή. Η φιλελεύθερη δημοκρατία από πεδίο άσκησης της ελευθερίας του λόγου, ανοικτό για τους πάντες, μετατρέπεται σε χώρο που μόνον οι «ειδικοί» έχουν δικαίωμα λόγου. Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες όμως δικαίωμα άποψης έχουν όλοι και για όλα τα θέματα. Φυσικά οι απόψεις δεν είναι ίσες. Η αξία τους εξαρτιέται από το βάρος των πνευματικών, γνωσιακών και ψυχικών αποσκευών που κουβαλά ο καθένας.

Από εδώ πιάνει το νήμα η δεύτερη διάσταση του προβλήματος, αυτή που ο κοινωνιολόγος και αριστερός στοχαστής Πιερ Ροζανβαλόν αποκαλεί «αποδόμηση της αυθεντίας». Πολλά κοινωνικά στρώματα που βλέπουν να απειλείται η κοινωνική τους θέση από τη «δημοκρατία των ειδικών», αρχίζουν να αμφισβητούν τη γνώση και τις τεχνοκρατικές δεξιότητες. Σ’ αυτό τους ενισχύουν άλλοι ειδικοί. Σαν αυτόν τον καθηγητή Κλινικής Φαρμακολογίας στο ΑΠΘ, ο οποίος -χωρίς καμία προσωπική γνώση του περιστατικού – αποφάνθηκε πως το «οξύ στεφανιαίο σύνδρομο» του κ. Χαρδαλιά αποτελεί παρενέργεια του εμβολίου. Σαν εκείνους τους γιατρούς και νοσοκομειακούς που όχι μόνο δεν εμβολιάζονται οι ίδιοι αλλά και προτρέπουν τους πολίτες να μην  εμβολιαστούν, χρησιμοποιώντας είτε το παράλογο σύνθημα «ναι στον εμβολιασμό, όχι στην υποχρεωτικότητα», είτε την εντελώς σκοταδιστική θέση πως «το σώμα μου το διαθέτω όπως θέλω», ξεχνώντας πως το δικό τους μπορούν να το κάνουν ό,τι θέλουν μέχρι του σημείου που αυτό δεν γίνεται κίνδυνος-θάνατος για τα σώματα των υπολοίπων. Οι αντιεμβολιαστές δεν διακατέχονται από τον φόβο για το εμβόλιο, αλλά από τον φόβο από την κοινωνία της γνώσης και της κριτικής σκέψης. Ή μάλλον πιο σωστά, αν η κοινωνία της γνώσης εκφράζεται έτσι όπως απάντησαν οι «ειδικοί» στον Τσιτσιπά, τότε η απάντηση των μη ειδικών θα είναι η απόρριψη κάθε ειδικευμένης σκέψης, αλλά και της κριτικής σκέψης αφού αυτή δεν είναι τόσο «εύπεπτη» όσο η συνωμοσιολογία.

Σύμφωνα με τον εξαιρετικό καθηγητή Δημόσιας Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο της Λωζάννης Γιάννη Παπαδόπουλο που τιμά διαχρονικά τη χώρα σε όλο τον κόσμο – την τιμά πολύ περισσότερο από τις εφήμερες ατομικές και συλλογικές αθλητικές επιτυχίες – η υποβάθμιση της δημοκρατικής ποιότητας μπορεί να συνοψιστεί σε τέσσερεις βασικές προκλήσεις: Την περιθωριοποίηση των κοινοβουλευτικών θεσμών, την «τεχνοκρατικοποίηση» των πολιτικών αποφάσεων, την έλευση της δημοκρατίας της συνηγορίας και το διαζύγιο μεταξύ της «πολιτικής» και της σφαίρας χάραξης της δημόσιας πολιτικής («Οι δημοκρατίες σε κρίση; Πολιτική και διακυβέρνηση», Επίκεντρο, μτφ. Ελένη Κοτσυφού). Παρά τις επιμέρους διαφορές μεταξύ αυτών των τεσσάρων προκλήσεων, κατά τη γνώμη μου, υπάρχει μια κοινή συνιστώσα τους. Και οι τέσσερεις οδηγούν στην υποκατάσταση της φιλελεύθερης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας από τη «δημοκρατία των ειδικών» και την «αποδόμηση ή αμφισβήτηση της αυθεντίας». Δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Μην απορούμε τότε που τα πρόβατα της δημοκρατίας πεθαίνουν. Εκεί όπου πολιτική παράγει μόνο η εκτελεστική εξουσία και κυρίως ο εκάστοτε επικεφαλής της κυβέρνησης, εκεί γεννιούνται αρνητές και τραμπιστές. Την ίδια στιγμή που με τη συμβολή και του Διαδικτύου αυξάνεται ο πλουραλισμός, αυξάνεται και ο κατακερματισμός της δημόσιας σφαίρας. Από τη δημοκρατία της κίνησης των ιδεών μεταβαίνουμε στους αποϊδεολογικοποιημένους κομματικούς ακτιβιστές και στους «ειδικούς» της επικοινωνίας. Καταστάσεις που γεννούν ένα βαθύ χάσμα μεταξύ της πολιτικής των λίγων που εκπροσωπείται από τα κόμματα και τα κοινοβούλια και των πολλών που συνωστίζονται στο Διαδίκτυο. Η αποϊδεολογικοποίηση  της πολιτικής και η «δημοκρατία των ειδικών» γεννούν την «αποδόμηση της αυθεντίας» και όλοι μαζί απειλούν σοβαρά τη δημοκρατία. Ετσι περιχαρακώνεται ο δημόσιος χώρος και οι «από κάτω» αισθάνονται πως κανείς από τους «από πάνω» δεν σέβεται την αξιοπρέπειά τους. Ετσι γεννιούνται και αναπτύσσονται οι Τραμπ και ο τραμπισμός. Ετσι ο φοβικός αντιεμβολιασμός γίνεται μαγιά για τη ζύμωση ενός αντιδραστικού πολιτικού κινήματος.

*Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ Κοινωνιολογίας.