Τις προκλήσεις της νέας περιόδου διακυβέρνησης έπειτα από τη μακρά, συνεχιζόμενη κρίση της πανδημίας και τις οικονομικές της επιπτώσεις καλείται πλέον να αντιμετωπίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Υπό αυτό το πρίσμα, η παρουσία του στην εφετινή ΔΕΘ αντιμετωπίστηκε από τον ίδιο και το επιτελείο του ως μία πρώτη ευκαιρία για την αναπροσαρμογή των προτεραιοτήτων και των στόχων της κυβέρνησης στη νέα συνθήκη και με το βλέμμα στραμμένο ούτως ή άλλως στις εκλογές, οι οποίες απέχουν σε κάθε περίπτωση λιγότερο από δύο χρόνια. Oπως χαρακτηριστικά ανέφεραν κυβερνητικές πηγές εν όψει των πρωθυπουργικών εξαγγελιών του Σαββάτου, κατά τους 19 από τους 26 συνολικά μήνες διακυβέρνησης καταβάλλεται μία συνεχής προσπάθεια διαχείρισης κρίσεων. Υπό αυτήν την έννοια, προσδοκία του Μεγάρου Μαξίμου είναι πλέον η υλοποίηση του κυβερνητικού σχεδίου και η προώθηση μεταρρυθμίσεων, οι οποίες είτε καθυστέρησαν, είτε εμποδίστηκαν στο διάστημα που προηγήθηκε.

Το βλέμμα στους νέους και τους χαμηλόμισθους

Η παρουσία του Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη και η ομιλία του στο Βελλίδειο το Σάββατο το βράδυ αξιολογήθηκε από τους συνεργάτες του και τον ίδιο ως μια δυνατότητα για τον απεγκλωβισμό της κυβέρνησης από το πιεστικό πολιτικό περιβάλλον των προηγούμενων εβδομάδων. Στον απόηχο του επεισοδιακού ανασχηματισμού και της κρίσης την οποία αντιμετώπισε η κυβέρνηση λόγω των πρόσφατων πυρκαγιών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει πλέον την ανασύνταξη δυνάμεων, την ανάκτηση πολιτικού κεφαλαίου και την προσέγγιση κοινωνικών ομάδων, οι οποίες  έχουν αρχίσει να εκδηλώνουν επιφυλακτική στάση έναντι της κυβέρνησης και πάντως μια αγωνία για την οικονομική τους επιβίωση, όπως οι νέοι, οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες και τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα. Με το βλέμμα στραμμένο εκεί, η ομιλία και οι εξαγγελίες του Πρωθυπουργού περιελάμβαναν εκτενείς αναφορές στην οικονομία, τις μεταρρυθμίσεις και την ανάπτυξη.

O Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει την ανασύνταξη δυνάμεων, την ανάκτηση πολιτικού κεφαλαίου και την προσέγγιση κοινωνικών ομάδων οι οποίες έχουν αρχίσει να εκδηλώνουν επιφυλακτική στάση έναντι της κυβέρνησης

Τα στοιχεία του β’ τριμήνου και οι παροχές

Παρά τα πρόσφατα πλήγματα που δέχθηκε η κυβέρνηση με αφορμή τη διαχείριση των πυρκαγιών και τις αστοχίες του ανασχηματισμού, η συγκυρία στην οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί την επανεκκίνηση, όπως επιμένουν να λένε στο επιτελείο του, ευνοείται από τα πρόσφατα οικονομικά στοιχεία και την εκτίναξη του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ κατά 16,2% στο δεύτερο τρίμηνο του 2021. Το συγκεκριμένο στοιχείο, σε συνδυασμό με την ικανοποιητική πορεία του τουρισμού, αντιμετωπίζεται κατά προφανή τρόπο ως εχέγγυο για την επαλήθευση των αισιόδοξων σεναρίων για την οικονομία. Τα στοιχεία του δεύτερου τριμήνου προκάλεσαν έκπληξη ακόμη και στο οικονομικό επιτελείο και εντός του μηνός αναμένεται μια αναθεώρηση της πρόβλεψης για τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης. Σύμφωνα με πληροφορίες, η προηγούμενη, συγκρατημένη εκτίμηση για αύξηση του ΑΕΠ κατά 3,6% πρόκειται να αναθεωρηθεί και να ανέλθει στο επίπεδο του 5,8%.

Παράλληλα, αυτή η εκτίναξη της ανάπτυξης προσφέρει στην κυβέρνηση δημοσιονομικά περιθώρια για ελαφρύνσεις και μέτρα ανακούφισης ασθενέστερων οικονομικών και κοινωνικών ομάδων. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο δημοσιονομικός χώρος για παροχές και ελαφρύνσεις ανέρχεται σε 1 δισ. ευρώ. Ενδεικτικές ως προς αυτά ήταν οι εξαγγελίες οι οποίες αναμένονταν να γίνουν το Σάββατο το βράδυ από τον Πρωθυπουργό για φορολογικές ελαφρύνσεις και στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Πέραν αυτών, ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία των εξαγγελιών του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η προσαρμογή του συνόλου σχεδόν της κυβερνητικής δράσης στον ευρύτερο σχεδιασμό για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Και τούτο, αφενός, επειδή ένα μεγάλο τμήμα των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης προβλέπονται για αυτόν ακριβώς τον σκοπό, αφετέρου επειδή θεωρείται πως το συγκεκριμένο πεδίο παρουσιάζει σημαντικές ευκαιρίες για επενδύσεις, δημιουργία θέσεων εργασίας και συνολικό μετασχηματισμό της οικονομίας.

Προσπάθεια για επανασύνδεση με τη νεολαία

Μία από τις μεγάλες ανησυχίες του επιτελείου στο Μέγαρο Μαξίμου είναι η τάση αποστασιοποίησης της νεολαίας, η οποία καταγράφεται στις διάφορες μετρήσεις, ήδη πριν από τις πρόσφατες πιέσεις τις οποίες δέχθηκε η κυβέρνηση λόγω των πυρκαγιών και της προβληματικής διαχείρισης. Σημαντικό ρόλο ως προς τη στάση των  νέων έπαιξε και η προηγούμενη περίοδος της πανδημίας, με τη διακοπή της λειτουργίας σχολείων και πανεπιστημίων, και ό,τι αυτό συνεπαγόταν. Υπό αυτό το πρίσμα, στη συγκεκριμένη συγκυρία ο Πρωθυπουργός επιχειρεί την «επανασύνδεση» με τις νεότερες ηλικιακές ομάδες, για τις οποίες η ομιλία του περιείχε ειδικές και εκτενείς αναφορές σε μέτρα στήριξης, κίνητρα απασχόλησης, πρόσβαση στην εκπαίδευση και στις νέες τεχνολογίες, κ.ά. Ενδεικτικό της διάθεσης του Πρωθυπουργού να προσεγγίσει τη νεολαία ήταν και το πρόσφατο άρθρο του στην «Athens Voice», με το οποίο επιδίωξε να εξηγήσει τη φύση και τη σημασία της πρόσφατης μεταρρύθμισης στην επικουρική ασφάλιση.

Πονοκέφαλος ανατιμήσεις και πανδημία

Μεγάλο προβληματισμό προξενεί αυτή την περίοδο στο Μέγαρο Μαξίμου το κύμα ανατιμήσεων σε ολόκληρο το φάσμα της οικονομίας, το οποίο σε συνδυασμό με την καθυστέρηση στη διάχυση των μερισμάτων της οικονομικής ανάπτυξης, πιθανολογείται ότι μπορεί να έχει σοβαρές πολιτικές επιπτώσεις. Η ανησυχία εντείνεται από τη συνεχιζόμενη παρουσία της πανδημίας και την ενδεχόμενη έξαρσή της στο διάστημα των προσεχών εβδομάδων και μηνών.

Η κυβέρνηση εξακολουθεί να διαβεβαιώνει ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν νέα περιοριστικά μέτρα στην οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα, όμως τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού προκαλούν έντονη επιφύλαξη για το κατά πόσο θα επαληθευτούν οι διαβεβαιώσεις για συνεχή λειτουργία της οικονομίας. Το κύμα ανατιμήσεων, σε συνδυασμό με τη διαφαινόμενη αδυναμία των ελεγκτικών μηχανισμών να συγκρατήσουν τις πιέσεις, οδήγησαν τον Πρωθυπουργό στην εξαγγελία «πυροσβεστικών» και αντισταθμιστικών μέτρων, όπως οι παρεμβάσεις στον ΦΠΑ και τη φορολογία, η αποτελεσματικότητα των οποίων μένει να φανεί.

Οι δημοσκοπήσεις και τα μέτωπα που (δεν) ανοίγουν

Επειτα και από τις εξαγγελίες στη ΔΕΘ, το βλέμμα της κυβέρνησης και του πρωθυπουργικού επιτελείου είναι στραμμένο στις πρώτες δημοσκοπικές έρευνες του φθινοπώρου. Οι πρώτες ενδείξεις (Opinion Poll) φανερώνουν ότι το προβάδισμα της ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ακλόνητο, ωστόσο στις έρευνες αυτών των ημερών δεν έχει μετρηθεί η επίπτωση των ανατιμήσεων, η οποία υπό τις παρούσες συνθήκες θα μπορούσε να επηρεάσει τη γνώμη των πολιτών. Η περιορισμένη πολιτική επίδραση του ανασχηματισμού, σε συνδυασμό με την αστάθμητη παράμετρο που διαμορφώνεται από αβεβαιότητες ως προς την πορεία της πανδημίας και τις επιβαρύνσεις των νοικοκυριών από το κύμα των αυξήσεων, προξενούν ανησυχία, παρά τον παρατεταμένο εφησυχασμό ο οποίος βασίζεται στο προβάδισμα της ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ.

Τα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία των ερευνών του προσεχούς διαστήματος αναμένονται σχεδόν με αγωνία από το Μέγαρο Μαξίμου και εκτιμάται ότι σε μεγάλο βαθμό θα καθορίσουν και τα επόμενα βήματα του Πρωθυπουργού. Σε αυτό το περιβάλλον, διακηρύσσεται μεν ότι το μεταρρυθμιστικό έργο της κυβέρνησης δεν πρόκειται να ανακοπεί, ωστόσο αποφάσεις των τελευταίων εβδομάδων φανερώνουν ότι υπάρχουν και δεύτερες σκέψεις ως προς τη δημιουργία πολιτικών και κοινωνικών μετώπων. Χαρακτηριστικό δείγμα ως προς αυτό ήταν η απόφαση για την αναβολή της παρουσίας της πανεπιστημιακής αστυνομίας στα ΑΕΙ, η οποία ανακοινώθηκε αμέσως μετά τον πρόσφατο ανασχηματισμό.

Συγκράτηση ενεργειακού κόστους με όχημα τη ΔΕΗ

Δεδομένων των πιέσεων, ιδιαίτερη έμφαση αναμένεται να δοθεί από την κυβέρνηση στην απόπειρα συγκράτησης των τιμολογίων της ενέργειας. Ειδικώς σε ό,τι αφορά τη ΔΕΗ, η οποία κατέχει ένα μερίδιο της τάξης του 75% στην αγορά, επισημαίνεται ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν οι αυξήσεις της τάξεως του 50%, όπως επίμονα αναφερόταν τις προηγούμενες ημέρες. Κυβερνητικές πηγές εξηγούν ότι η εξυγίανση της εταιρείας κατά το διάστημα της προηγούμενης διετίας τής παρέχει έναν σημαντικό βαθμό ευελιξίας στην τιμολογιακή της πολιτική. Ταυτόχρονα, πηγές προσκείμενες στην επιχείρηση σημειώνουν ότι ήδη σε προηγούμενη περίοδο, από τον Νοέμβριο του 2020, η ΔΕΗ είχε τη δυνατότητα να αντισταθμίσει την αύξηση του ενεργειακού κόστους, που προκλήθηκε λόγω της ρήτρας εκπομπής ρύπων. Οι ίδιες πηγές επισημαίνουν επίσης ότι από τον Αύγουστο του 2021 η επιχείρηση προχώρησε σε μειώσεις της τάξης του 30% στα οικιακά και 50% στα αγροτικά τιμολόγια, με αποτέλεσμα στις αρχές του φθινοπώρου οι ανατιμήσεις να περιορίζονται στα επίπεδα του 4%-5%.

Σε αυτή τη βάση η κυβέρνηση αναμένεται ότι θα επιδιώξει μέσω του ελέγχου του ενεργειακού κόστους να αναζητήσει διέξοδο από τις πιέσεις οι οποίες διαφαίνονται, λόγω και της διεθνούς συγκυρίας.  Το στοίχημα είναι μέσω αυτών των παρεμβάσεων να συγκρατηθεί σε κάποιον βαθμό το  πληθωριστικό κύμα, το οποίο προκλήθηκε από έναν συνδυασμό παραγόντων, όπως η επανεκκίνηση της οικονομίας μετά τα lockdowns, η παγκόσμια αύξηση του κόστους ενέργειας και μεταφορών, κ.ά. Παρά ταύτα, η αγωνία στο οικονομικό επιτελείο είναι μεγάλη και η επιτυχία στο εγχείρημα δεν μπορεί να θεωρείται βέβαιη, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, ειδικώς αφότου στην επιβάρυνση των νοικοκυριών προστεθεί και το κόστος θέρμανσης κατά τη χειμερινή περίοδο.