Το κείμενο αυτό θα μπορούσε να ξεκινάει όπως πάρα πολλά άλλα αυτές τις μέρες: να αναφέρεται στις ελλείψεις σε μέσα πυρόσβεσης, στο γεγονός ότι δεν δόθηκαν αρκετοί πόροι στα δασαρχεία και το πυροσβεστικό σώμα, στο πόσους περισσότερους πυροσβέστες χρειαζόμαστε, στις μεγάλες ελλείψεις στη λήψη μέτρων πρόληψης, στο ότι θα μπορούσαμε να αγοράζουμε περισσότερα πυροσβεστικά αεροπλάνα αντί για μαχητικά, στο ότι υπάρχουν προβλήματα με το συντονισμό των δυνάμεων και των φορέων που εμπλέκονται στη δασοπυρόσβεση.

Όμως, εγώ δεν θέλω να γράψω αυτό το κείμενο.
Όχι γιατί θα διαφωνούσα με όλες αυτές τις διαπιστώσεις. Κάθε άλλο, θεωρείστε δεδομένο ότι συμφωνώ.

Ούτε γιατί γενικά δεν μου αρέσει η «αναζήτηση ευθυνών», ενώ εξελίσσεται μια μεγάλη καταστροφή. Ο ρόλος της δημοσιογραφίας είναι να κάνει κριτική ανά πάσα στιγμή και να μη σιωπά εάν κρίνει ότι έχει κάτι να καταγγείλει.

Ο λόγος που δεν θέλω να γράψω αυτό το κείμενο, είναι γιατί δεν πιστεύω ότι αυτή την ώρα πρέπει να αφήσουμε τη σκέψη μας να ακολουθήσει τον εύκολο δρόμο.

Και είναι ο εύκολος δρόμος για τη σκέψη να πούμε ότι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε αυτή τη στιγμή με καταστροφικές δασικές πυρκαγιές είναι ένα πρόβλημα που αφορά απλώς την ικανότητα πυρόσβεσης.

Για να το πω διαφορετικά: θα ήταν πολύ πιο εύκολα τα πράγματα εάν οι δασικές πυρκαγιές εξελίσσονται έτσι επειδή δεν υπάρχει αποτελεσματική πυρόσβεση.

Όμως, το πραγματικό μας πρόβλημα δεν είναι απλώς η πυρόσβεση. Το πρόβλημα με το οποίο είμαστε αντιμέτωποι είναι ότι ολοένα και περισσότερο αυτό που περιγράφουμε ως κλιματική αλλαγή (στην πραγματικότητα μια ήδη σε εξέλιξη κλιματική καταστροφή) θα κάνει ολοένα και πιο συχνά αυτά που συνηθίσαμε να ονομάζουμε «ακραία καιρικά φαινόμενα», δηλαδή συνθήκες μέσα στις οποίες πυρκαγιές που θα ξεπερνούν τις άμεσες δυνατότητες πυρόσβεσης θα είναι ολοένα και πιο συχνές.

Σημαίνει αυτό ότι η μάχη της πυρόσβεσης δεν είναι σημαντική; Προφανώς και όχι και τα επιχειρησιακά σχέδια πρέπει να προσαρμοστούν και περισσότερα μέσα να είναι διαθέσιμα και ο πληθυσμός να είναι πιο εκπαιδευμένος και σχέδια εκκένωσης πραγματικά και όχι στα χαρτιά να υπάρχουν για να μη θρηνούμε ζωές. Και επίσης προφανώς θα πρέπει να υπάρχει διαρκής αναζήτηση ευθυνών, εάν αυτά δεν γίνονται επαρκώς.

Όμως, θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι το πρόβλημα περιορίζεται εκεί. Εάν δεν κάνουμε πολύ σοβαρά βήματα στην κατεύθυνση να αντιστρέψουμε την τάση προς την κλιματική αλλαγή, θα βλέπουμε τέτοιες καταστροφές όλο και πιο συχνά. Ακόμη και με καλύτερα μέσα πυρόσβεσης. Αυτό δείχνει η διεθνής εμπειρία των τελευταίων ετών.

Και αυτό σημαίνει μια διαφορετική αναζήτηση ευθυνών.

Που να αφορά το μέλλον και εάν κάνουμε όσα χρειάζονται για να αλλάξει η πορεία των πραγμάτων προς την καταστροφή.

Που να στέκεται στο εάν πραγματικά συνειδητοποιούμε το μέγεθος της αλλαγής.

Που να εξετάζει το εάν μετασχηματίζουμε το παραγωγικό, καταναλωτικό και οικιστικό μας μοντέλο.

Που να κρίνει το εάν πραγματικά συνειδητοποιούμε το πόσο επείγοντα είναι όλα αυτά.

Που να στρέφεται εναντίον όσων ασκούν εξουσία αλλά και να μην ξεχνά τη δική μας πραγματική ατομική και συλλογική ευθύνη