Υπάρχουν γεγονότα που δεν ρωτάνε τη μνήμη. Εγκαθίστανται στην καρδιά της και μένουν ακίνητα στον χρόνο και αμετακίνητα από φθορά και μεταβολές. Ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’, τέτοιες μέρες του 1821, ανήκει στα απαράγραπτα της μνήμης. Οπως και αν διαβάσει κανείς το γεγονός, σε όποια ερμηνεία και αν προσχωρήσει, όποια θέση για τα δεδομένα της τραγικής στιγμής και αν ασπασθεί.

Το κίνημα του Υψηλάντη και η Επανάσταση στις Παραδουνάβιες, ακόμη και αν σβήνει «ως φλόγα αχύρου», θέτει σε κίνηση το μεγάλο γεγονός, που θα άλλαζε το θέατρο των πραγμάτων και θα διαμόρφωνε καταλυτικά τις συνθήκες της απελευθέρωσης.

Μέσα σε αυτό, ένας απαγχονισμός. Του Πατριάρχη. Δίπλα στον άνεμο της φωτιάς, μια πράξη ατιμωτικού θανάτου από την Πύλη. Στο πρόσωπο του Πατριάρχη θανατώνονται όλοι οι Ελληνες. Ως ο νεκρός Πατριάρχης θα συρθούν. Θα καταποντιστούν, όπως ο νεκρός ρίχνεται στη θάλασσα. Αυτό έλεγε η θανάτωση, ως πολιτική πράξη.

Απαρατήρητη περνάει από την επίσημη ανάγνωση των πραγμάτων η παράλληλη «τύχη» του σεϊχουλισλάμ Χατζή Χαλήλ, που, ως ιερέας, αρνείται να εκδώσει φετφά για την κήρυξη του ιερού πολέμου κατά των χριστιανών. Τον περίμενε η εξορία και ο θάνατος.

Αν αντέχαμε, θα μπορούσε ο απαγχονισμός του Πατριάρχη να είναι ένα από τα  θέματα της συζήτησης, με αφορμή τα 200 χρόνια. Αφορμή να γνωρίσουμε και εκείνον τον ηρωικό σεϊχουλισλάμ. Να μάθουμε πώς χτίζονται οι μύθοι, πώς η άγνοια γίνεται ιστορία, πώς τα κριτήρια του παρόντος διεκδικούν αναδρομική κυριαρχία στον σύμπαντα χρόνο. Μέσα στο κενό της εποχής ο ιδεολογικός θόρυβος κερδίζει προσοχή, ακόμη και θαυμασμό.

Αλλά τα 200 χρόνια, με την παρέλαση της 25ης Μαρτίου να αποτελεί στιγμή εξαίρεσης, συνοδεύονται από μια επίσημη επετειακή «αδιαφορία». Δεν αρκεί η πανδημία. Δεν εμποδίζει η πανδημία το υπουργείο Παιδείας να είναι με φαντασία πρωτοπόρο σε αυτή τη συγκυρία. Ούτε τη Βουλή των Ελλήνων. Ούτε φυσικά τα πολιτικά κόμματα, ως οντότητες πολιτικές, ως εν δυνάμει επεξεργαστές νοήματος, ως καινοτόμους  παιδαγωγούς, σε μια στιγμή τόσο πρόσφορη, να θέσουν ζητήματα νοήματος, προσανατολισμού και περιεχομένου, της ατομικής και συλλογικής ύπαρξής μας. Μοιάζει να χάνεται αυτή η ευκαιρία. Δεν είναι η πρώτη, ούτε η τελευταία που θα χαθεί.

Δίπλα σε αυτήν την ησυχία περί τον εορτασμό, με μεγάλο ενδιαφέρον παρατηρεί κανείς ποικίλες ατομικές ή μικρής κλίμακας συλλογικές πρωτοβουλίες να διασώζουν το πνεύμα του, που παράδοξα η εποχή μετέτρεψε σε αυτό που θα έπρεπε συνειδητά να είναι: ένας αντι-εορτασμός αυτογνωσίας. Εκεί θα έβρισκε ανεμπόδιστα θέση μια συζήτηση για τον απαγχονισμό, δηλαδή το νόημα της θυσίας.

 

Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.