Σε όλη μας τη ζωή κάνουμε επιλογές. Τι θα φάμε, πώς θα ντυθούμε, με ποιους ανθρώπους θα είμαστε μαζί κλπ. Έτσι και σήμερα θα πρέπει σαν κοινωνία να κάνουμε την επιλογή. Υγεία ή οικονομία; Φοβάμαι ότι η επιλογή αυτή έχει γίνει ήδη από καιρό: Οικονομία. Ο άνθρωπος την υγεία του τη θεωρεί δεδομένη. Μόνο αν την χάσει αρχίζει πρώτα να πανικοβάλλεται και μετά να ψάχνει να βρει λύσεις. Στην αρχή προσπαθεί να βρει την οικονομικότερη λύση. Όταν όμως διαπιστώσει ότι αυτή η λύση δεν υπάρχει, θα βάλει το χέρι στην τσέπη. Και τι γίνεται με εκείνους που η τσέπη τους είναι άδεια; Δύο λύσεις υπάρχουν. ‘Η θα απευθυνθούν σε ένα ελλειμματικό σύστημα, κατ’ όνομα «Υγείας» ή θα αποφασίσουν να αποχαιρετίσουν τον μάταιο αυτό κόσμο. Στο μεταξύ θα κατηγορήσουν όλους τους άλλους. Πρώτα τους γιατρούς και στη συνέχεια το κράτος και τους φορείς του. Όμως στο τέλος θα μείνουν στις κατηγορίες. Τόσα χρόνια που ασκώ την ιατρική δεν είδα κανένα να επιτίθεται, όπου αυτός βέβαια νομίζει. Οι περισσότεροι ή βρήκαν μια από τις παραπάνω λύσεις ή αποδέχθηκαν το μοιραίο.

Σήμερα τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Ή έχεις κορωνοϊό ή θα πεθάνεις. Και από τον κορωνοϊό έχεις πολλές πιθανότητες να πεθάνεις, ειδικά αν η μοίρα σου το φέρει να σε βάλουν σε μια Μονάδα. Η Μονάδα Εντατικής Θεραπείας είναι δυστυχώς το τέλος του δρόμου. Λίγοι βγαίνουν από εκεί και αυτοί μετά από καιρό και με πολλά κατάλοιπα. Το «μυστικό» είναι να μην φτάσει ο άνθρωπος στο Νοσοκομείο. Μόλις νιώσει άρρωστος να υπάρχει κατ’ αρχήν κάποιος (ο ιατρός της πρωτοβάθμιας περίθαλψης) ο οποίος θα τον δει στο σπίτι του. Να εκτιμήσει την κατάστασή του, να του χορηγήσει τη δέουσα αγωγή και κυρίως να τον εντάξει σε ένα σύστημα συνεχούς παρακολούθησης. Έτσι, στην ατυχή περίπτωση που τα πράγματα στραβώσουν, να αντιμετωπισθεί ο ασθενής και πάλι έγκαιρα. Δυστυχώς, όπως όλοι ξέρουμε, τίποτε από αυτά δεν γίνεται.

Και οι άρρωστοι καταλήγουν στο νοσοκομείο. Εκεί μπαίνει στο παιχνίδι ένας άλλο παράγοντας. Η αμυντική ιατρική σε συνδυασμό με την απουσία παρακολούθησης στο σπίτι. Ποιος γιατρός σε ένα τριτοβάθμιο πανεπιστημιακό νοσοκομείο τολμάει να διώξει τον άρρωστο για τον οποίο δεν απαιτείται νοσηλεία; Ο γιατρός πολύ καλά γνωρίζει ότι δεν απαιτείται εισαγωγή αλλά απλά παρακολούθηση, γνωρίζει όμως επίσης ότι τέτοιο σύστημα δεν υπάρχει, όπως επίσης γνωρίζει ότι εξαιτίας του κλίματος που έχει διαμορφωθεί πρέπει να του κάνει εισαγωγή για να έχει το κεφάλι του ήσυχο. Γιατί επίσης γνωρίζει ότι τελικά, αν ο άρρωστος δεν πάει καλά, από αυτόν στο τέλος θα ζητηθούν ευθύνες. Ενώ εισάγοντάς τον στο νοσοκομείο, νομίζει ότι είναι καλυμμένος. Μπορώ να διαβεβαιώσω τους συναδέλφους μου ότι πλανώνται πλάνην οικτράν. Εμείς φταίμε για όλα. Τα καλά είναι αυτονόητα.

Και η οικονομία; Δεν είμαι οικονομολόγος, ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με τα οικονομικά μεγέθη. Όμως οι επιχειρηματίες θέλουν να έχουν τα ίδια αποτελέσματα όπως αυτά ήταν πριν από δύο χρόνια. Χωρίς όμως να βάλουν το χέρι στην τσέπη για να πάρουν τις απαραίτητες και γνωστές προφυλάξεις στις επιχειρήσεις τους. Απαιτούν από εμάς διαβεβαίωση ότι δεν συμβαίνει τίποτε, ότι το πρόβλημα είναι μικρό, ότι οι πελάτες τους θα εισέρχονται κατά ορδές όπως και πριν, ότι δεν κινδυνεύουν και ότι αυτοί δεν ευθύνονται αν κάποιος, αποδεδειγμένα, αρρωστήσει εξαιτίας του συνωστισμού στην επιχείρησή τους. Και όλα αυτά με δεδομένο ότι οι ίδιοι είναι υγιείς. Αν αρρωστήσουν; Αν απαιτηθεί, θα μείνουν σε ένα νοσοκομείο καμιά δεκαριά μέρες. Τότε θα δουν τα πράγματα διαφορετικά αλλά μπορεί να είναι αργά.

Ο πολίτης δεν εκτιμά την υγεία του γιατί την θεωρεί δεδομένη και γιατί πάντα αρρωσταίνει κάποιος άλλος, όχι ο ίδιος και γι’ αυτό θέλει να κάνει ό,τι έκανε πάντα. Και φυσικά όταν του ζητηθεί να καταβάλει χρήματα για τη δημόσια υγεία αρνείται, αφού εκείνος είναι, προς το παρόν, καλά.

Εύχομαι όλοι να είναι πάντα καλά, αλλά από την θέση μου και την επί δεκαετίες εμπειρία μου σας διαβεβαιώνω ότι δεν είναι έτσι.

Ο Ισαάκ Κεσίσογλου είναι Καθηγητής Χειρουργικής ΑΠΘ