Έχει πολλαπλώς επισημανθεί ότι οι συνθήκες που βιώνει ο πλανήτης τους τελευταίους μήνες προσομοιάζουν με έναν πόλεμο.

Είτε λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, είτε λόγω των συνακόλουθων αποφάσεων που θα απαιτηθούν για την αποκατάσταση των ζημιών.

Σε συνθήκες πολέμου λοιπόν – και αυτό έχει επίσης επισημανθεί συχνά – απαιτούνται αναθεωρήσεις και αναπροσαρμογές σε όλα τα πεδία. Πρωτίστως δε στο πολιτικό, για ευνόητους λόγους. Πρώτος μεταξύ αυτών, είναι ότι η συστράτευση και η νηφαλιότητα διαμορφώνουν και την αναγκαία κοινωνική συνθήκη για την αντιμετώπιση των απειλών.

Δεν το βλέπουμε αυτό τις τελευταίες εβδομάδες, κυρίως σε ό,τι αφορά τη χώρα μας και εξαιρώντας τις ιδιάζουσες περιπτώσεις όπως οι ΗΠΑ, όπου παρατηρείται το παράδοξο φαινόμενο, η ηγεσία να είναι εκείνη που αρνείται την πραγματικότητα και όλοι οι υπόλοιποι να προσπαθούν να την συνετίσουν – εις μάτην.

Δυστυχώς, λοιπόν, τις τελευταίες εβδομάδες η πανδημία και όλες της οι επιπτώσεις και παρενέργειες, έχουν γίνει πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης.

Για να μην αναφέρονται διαρκώς ονόματα και απαράδεκτες συμπεριφορές, είναι σαφές ότι οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης, με εξαίρεση το ΚΙΝΑΛ εσχάτως, επιχειρούν με ανεξήγητους και αθέμιτους τρόπους να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη, με στείρα και αδιέξοδη κριτική και με μία στάση που δεν αντιστοιχεί στην κρισιμότητα της κατάστασης.

Πέραν όλων των άλλων, είναι φανερό ότι όλοι οι έξαλλοι πολιτικολογούντες και αντιδραστικοί, κυρίως δε εκείνοι που κατέχουν θεσμικές θέσεις, δεν έχουν μελετήσει την Ιστορία όπως θα όφειλαν.

Θα γνώριζαν σε διαφορετική περίπτωση και θα μπορούσαν να αντλήσουν παραδείγματα από την περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. (Το παράδειγμα υπενθύμισε το βράδυ της Τρίτης ο Βαγγέλης Βενιζέλος σε τηλεοπτική του παρέμβαση).

Όπως (θα έπρεπε να) είναι γνωστό, οι Εργατικοί υπό τον Κλέμεντ Άτλι είχαν τότε συστρατευθεί με τον Πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ στον πόλεμο κατά του κοινού εχθρού. Ο Πόλεμος κατά της ναζιστικής Γερμανίας κερδήθηκε και κατά την επιστροφή στην ειρήνη συνέβη κάτι φαινομενικά παράδοξο. Ο Τσόρτσιλ, παρόλο που ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της νίκης, έχασε τις εκλογές και την διακυβέρνηση ανέλαβαν οι Εργατικοί. Θα είχε συμβεί αυτό, αν ο Άτλεϊ είχε ακολουθήσει μία άλλη τακτική και επέλεγε μία αντιπολιτευτική και επαμφοτερίζουσα στάση εν μέσω πολέμου; Είναι εξαιρετικά αμφίβολο.

Αυτό δεν κατανοούν ή δεν μπορούν να εμπεδώσουν οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης σήμερα. Με την στάση τους, ιδίως ο ΣΥΡΙΖΑ που θεωρητικά είναι ένα κόμμα εξουσίας, όχι μόνο υποσκάπτουν την κοινή προσπάθεια, αλλά υπονομεύουν και την πολιτική τους προοπτική.

Αδυνατούν να κατανοήσουν ότι θα κέρδιζαν πολλά περισσότερα αν επέλεγαν να κάνουν την έκπληξη και να επιδείξουν νηφαλιότητα, υπευθυνότητα και διάθεση συνεργασίας ή έστω, αν κατέβαζαν τους τόνους και μάζευαν τα ακραία στοιχεία.

Το ότι δεν το κάνουν είναι σαφώς αποτέλεσμα επιλογής ή τελικά και απότοκο της φύσης τους. Όλα θα φανούν και θα αξιολογηθούν όταν λήξει ο «πόλεμος». Μέχρι τότε μπορούν όλοι τους να σκεφτούν ότι υπάρχει ακόμη (λίγος) χρόνος για αναπροσαρμογές.