Μετά από πολύμηνες παλινωδίες, χρόνο κατά τον οποίο πολλοί διατύπωσαν την άποψη ότι το νομοσχέδιο το οποίο καθορίζει το πώς θα πραγματοποιούνται στο μέλλον οι διαδηλώσεις έχει πέσει θύμα του σύγχρονου Μινώταυρου που αποκαλείται πολιτικό κόστος, η κυβέρνηση το εμφάνισε στο προσκήνιο. Παρακάμπτω εντελώς το γεγονός γιατί άφησε να παρέλθει τόσος χρόνος χωρίς να καταθέσει το νομοσχέδιο – παρεμβάσεις αυτού του είδους, που επιχειρούν ανατροπή παγιωμένων συνηθειών και εδραιωμένων κακών αντιλήψεων γίνονται το πρώτο διάστημα της διακυβέρνησης, με την αντιπολίτευση παραδομένη στο εκλογικό αποτέλεσμα και ως εκ τούτου ανίκανη να οργανώσει την αντίδρασή της.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη λειτούργησε ως προς το συγκεκριμένο πολύ περίεργα. Ανήγγειλε το νομοσχέδιο ήδη από τους πρώτους μήνες της εξουσίας της, μετά το άφησε σε κάποιο συρτάρι προφανώς να… σιτέψει, και το επανέφερε τώρα, που συμπληρώνει έναν χρόνο στη διακυβέρνηση της χώρας. Εχει χάσει το momentum; Οχι ακριβώς, δεν το έχει χάσει. Ολοκληρωτικά τουλάχιστον. Αλλά έδωσε στην αντιπολίτευση χώρο και χρόνο να αποκτήσει ακροατήριο. Οι αναφορές για παράδειγμα του Γιάννη Ραγκούση, ότι το νομοσχέδιο ταυτίζεται με τις απαγορεύσεις των διαδηλώσεων που είχε επιβάλει η χούντα των συνταγματαρχών, μπορεί να προκαλούν γέλια στους περισσότερους, σε ένα κομμάτι όμως των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκουν ανταπόκριση. Ακόμη και αν και αυτοί αντιλαμβάνονται το όνειδος της σύγκρισης.

Μια δεύτερη επίπτωση της καθυστέρησης είναι το γεγονός ότι χάθηκε πολύτιμος χρόνος στο να γίνει πεποίθηση στην κοινωνία πως οι όροι και οι προϋποθέσεις που θέτει το νομοσχέδιο για τις διαδηλώσεις καταργούν στην ουσία την αυθαιρεσία, την αλαζονεία και την ετσιθελική πρακτική συνδικαλιστικών φορέων να «ενημερώσουν» τους υπόλοιπους πολίτες για τα «δίκαια» αιτήματά τους, μέσω της ταλαιπωρίας.

Εκατοντάδες διαδηλώσεις, με συνακόλουθη διάλυση του κέντρου της πρωτεύουσας, έχουν πραγματοποιηθεί από τον περασμένο Νοέμβριο, όταν έγινε γνωστό ότι επίκειται η ψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου. Στο διάστημα αυτό χάθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες εργατοώρες, έκλεισαν καταστήματα και βιοτεχνίες, και ο εμπορικός κόσμος πλήρωσε χρυσά τα πισωγυρίσματα της κυβέρνησης σχετικά με το νομοσχέδιο.

Τώρα πρέπει να προσπαθήσει σκληρά για να κερδίσει τον χαμένο χρόνο, και κυρίως να επιβάλει την αναγκαιότητα του νομοσχεδίου. Κόντρα στη γελοιότητα των επιχειρημάτων περί χούντας, να αντιτάξει, με στοιχεία, ότι δεν μπορεί πενήντα, εκατό ή χίλιοι διαδηλωτές να αναστατώνουν το κέντρο της πρωτεύουσας επί ώρες, υποβάλλοντας σε μαρτύριο όλους τους υπολοίπους. Κυρίως όμως να πείσει ότι όσο προστατεύει η Δημοκρατία το δικαίωμα του συνέρχεσθαι, άλλο τόσο προστατεύει και το δικαίωμα του πολίτη να κινείται απρόσκοπτα στο κέντρο της πρωτεύουσας, του επαγγελματία να εργάζεται ανεμπόδιστα, του καταστηματάρχη να μη ζει με τον εφιάλτη μιας ακόμα διαδήλωσης που θα του κλείσει το μαγαζί…